30 Ιαν 2011

Μια μικρή (αντι)καπνιστική ιστορία

Με αφορμή τη μάχη του τσιγάρου που μαίνεται στη χώρα, θυμήθηκα μια ενδιαφέρουσα (αντι)καπνιστική εμπειρία από τη γείτονα Ιταλία, πριν λίγα χρόνια. Όπως ίσως θα θυμάστε όσοι παρακολουθείτε το blog για χρόνια (αυτό μου φάνηκε μάλλον απίθανο αλλά δε βαριέστε) το 2007 είχαμε βρεθεί οδικώς με τη γυναίκα μου στην Τοσκάνη. Μέναμε σ’ ένα μέρος που λεγόταν Castiglion Fiorentino, μια εξοχή πανέμορφη στην οποία είπαμε να ξαναπάμε μόλις μεγαλώσουν και λίγο τα νεότερα μέλη της οικογένειας. Εκεί λοιπόν κοντά είχε και ένα εστιατόριο, που μας άρεσε και πηγαίναμε και τρώγαμε. Το εστιατόριο το έλεγαν Antica Pieve (στη φωτογραφία).

Μη φανταστείτε τίποτα στημένο και κυριλέ, ήταν ένα εστιατόριο φιλικότατο, συνηθισμένο φαντάζομαι για τους γείτονες Ιταλούς αλλά, βεβαίως, τοποθετημένο και στην ωραιότατη τοσκανέζικη φύση. Η έκταση όπως βλέπετε μεγάλη, και τα εξωτερικά τραπέζια πολλά. Και κάθε φορά που πηγαίναμε τα μπόλικα αυτά τραπέζια ήταν πολύβουα, γεμάτα παρέες όλων των ηλικιών, από τα μεσαία στρώματα της τοσκανέζικης κοινωνίας όπως φαινόταν. Δεν μιλάμε δηλαδή για καμία αριστοκρατία αλλά για κανονικούς ανθρώπους, που πήγαιναν εκεί με την κοπέλα τους, τα παιδιά τους, τους φίλους ή τις φίλες τους να φάνε και να πιούνε και καλό κρασί. Όλοι λοιπόν αυτοί είχαν ένα κοινό, το οποίο ίσως μαντέψατε: κανείς τους δεν κάπνιζε. Πράγμα που όπως αντιλαμβάνεστε, συνέλληνες, μας έκανε μεγάλη εντύπωση. Προσωπικά, είχα κάποια στιγμή φτάσει στο σημείο να κοιτάω διακριτικά αλλά εξονυχιστικά ένα-ένα τα τραπέζια, όλους αυτούς τους γεμάτους κέφι και ζωντάνια ανθρώπους, που φαίνονταν να περνάνε τόσο καλά αλλά που δεν... κάπνιζαν!

Αντιλαμβάνεστε νομίζω την, πώς να την πω, την ταραχή μου. Αν και μη καπνιστής, ποτέ μου μέχρι τότε δεν είχα βρεθεί σε έναν τόσο μεγάλο εξωτερικό χώρο, μια γλυκιά, έναστρη καλοκαιρινή βραδιά, που απολαμβάνει κανείς ένα ή και περισσότερα ποτήρια κρασί, με τόσους πολλούς ανθρώπους γύρω μου να διασκεδάζουν, μιλώντας και γελώντας ζωηρά και, ταυτόχρονα, χωρίς να καπνίζουν! Όλοι τους; Χμμ... σχεδόν όλοι. Μην ξεχνάτε ότι μεταξύ τους υπήρχαν και… δυο Έλληνες, που παρότι μη καπνιστές μας εντυπωσίασε τόσο πολύ όλο αυτό το θέαμα, μας καταπίεσε με έναν παράξενο τρόπο θα έλεγα, που αποφασίσαμε να… καπνίσουμε! Φώναξα λοιπόν μια σερβιτόρα και ρώτησα αν μπορούσαμε να καπνίσουμε. "Ευχαρίστως", μου είπε, οπότε της ζήτησα κι ένα τασάκι. Αυτή εξαφανίστηκε ευγενικά και μετά από κάμποση ώρα - τόση που αρχίσαμε να αναρωτιόμαστε μήπως τους είχαμε, στο εστιατόριο, προκαλέσει κάποιο πρόβλημα – επέστρεψε με ένα μικρούλι πιατάκι του καφέ. Όταν μας το έφερε δεν ήξερα αν θα έπρεπε να γελάσω (όπως γελάω τώρα που τα διηγούμαι και τα θυμάμαι) ή να… νιώσω απλώς βλαξ. Εν πάση περιπτώσει, ανάψαμε κάτι πουράκια που είχαμε, στριμώχνοντας τις στάχτες στο πιατάκι…

29 Ιαν 2011

Μικρός προβληματισμός για ένα μεγάλο ζήτημα

‘Μπορεί η ελληνική κοινωνία να αποφεύγει ες αεί τη συγκρότηση ενός πλέγματος δικαιωμάτων όσων επί μακρόν διαβιούν εδώ; Πόση τύφλωση απαιτείται για να μη βλέπουμε τους ανθρώπους-σκιές; Πόση υποκρισία για να παραγνωρίζουμε ότι η έως δουλείας εργασιακή εκμετάλλευση σχετίζεται άμεσα με το καθεστώς διαμονής τους; Πόση μανία αυτοκαταστροφής για να παραβλέπουμε πως η θεσμική αφάνεια χιλιάδων μεταναστών τροφοδοτεί παραβατικότητα και προβλήματα κοινωνικής συνοχής; Πόση ανοχή για να επιτρέπουμε στους ψηφοσυλλέκτες υποστηρικτές αυτής της αφάνειας ανερυθρίαστα να καμώνονται πως κόπτονται για τη δημόσια ασφάλεια;’: αυτά αναρωτιέται ο δημοσιογράφος Κωστής Παπαϊωάννου στο blog του, τα οποία μου φαίνονται αυτονόητα σαν ερωτήματα. Αρκεί να μην ξεχνάμε ότι εκατοντάδες χιλιάδες μεταναστών στην Ελλάδα μας ήρθαν από θεοκρατικά καθεστώτα όπως του Αφγανιστάν ή του Ιράν. Και ότι αυτό που κυρίως τους έφερε στην Ελλάδα ήταν η φτώχεια, όχι οι λογιών ανελευθερίες στις οποίες γεννήθηκαν και με τις οποίες έχουν ποτιστεί. Οι φωνές που καλούν για τη νομιμοποίησή τους ή την αναγνώριση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους εν ονόματι του ανθρωπισμού ή, έστω, εν ονόματι της αποκατάστασης της τάξης στην ανομική Αθήνα, δεν νομίζω ότι λαμβάνουν υπόψη την προέλευση αυτών των ανθρώπων. Και το πόσο διαφορετικό από το δυτικό είναι το πρότυπο πολίτη και ανθρώπου που ακολουθούν, όπως φάνηκε ανάγλυφα με κάποιους μετανάστες που πριν λίγο καιρό δημοτικοί αστυνομικοί τους έσχισαν ή νόμιζαν ότι τους έσχισαν σελίδες από το Κοράνι.

Κάτι που επίσης προβληματίζει στην Ελλάδα είναι ότι, αν τολμήσεις να εκφράσεις ανοιχτά και ‘ασύστολα’ τέτοιους προβληματισμούς, κάποιοι αυτοαποκαλούμενοι ‘αριστεροί’ θα βγουν να υπερασπιστούν τους μετανάστες ενάντια στον ‘ρατσισμό’ ή δεν ξέρω τι άλλο. Ξεχνώντας ότι αυτή η ανεκτικότητα αποτελεί δυστυχώς γνώρισμα του δυτικού πολιτισμού και μόνο. Μπορεί στην Ελλάδα να μιλάμε (και ορθώς) για ‘Ελληναράδες’, αλλά δεν νομίζω ότι θα βλέπαμε κανένα σε κάποιο ισλαμικό καθεστώς να μιλά για Ισλαμιστάδες. Έχει μάλιστα ενδιαφέρον, ότι ανάμεσα στις φωνές των ανθρωπιστών που ζητάνε τη νομιμοποίηση των ‘παράνομων’ μεταναστών, κάποιοι σπεύδουν να μας υπενθυμίσουν ότι και οι Έλληνες είμαστε λαός μεταναστών. Ναι, είμαστε οι Έλληνες λαός μεταναστών. Και μεταναστεύουμε για δεκαετίες στην Αυστραλία, τις ΗΠΑ, τη Γερμανία. Μετακινούμαστε δηλαδή από μια φτωχή αλλά παρόλα αυτά ευρωπαϊκή χώρα σε άλλες παρόμοιες με τη δική μας χώρες, από την άποψη ότι και αυτές ανήκουν σε αυτό που λέμε Δύση. Και μοιράζονται μ’ εμάς θεμελιώδεις κατακτήσεις του δυτικού πολιτισμού, όπως η ανεκτικότητα, η δημοκρατία, η εκκοσμίκευση (η κατάργηση της θρησκείας ως κεντρικής εξουσίας και αυθεντίας στη ζωή των ανθρώπων), ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η ελευθερία σκέψης και έκφρασης. Υπάρχει μια αβυσσαλέα και δυστυχώς αγεφύρωτη διαφορά μεταξύ αυτής της μετανάστευσης και του κατατρεγμένου από την ένδεια Ιρανού που θα βρεθεί αξημέρωτα στον Έβρο, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη. Ανθρώπινα, τον συμπονούμε. Όμως, ο άνθρωπος αυτός θα μπορούσε ποτέ πραγματικά να αφομοιώσει, να αποδεχτεί ως κομμάτι του όσα επί αιώνες και μέσα από επαναστάσεις, επιστημονικές ανακαλύψεις, μέσα από στοχαστές όπως ο Καντ, ο Μαρξ ή ο Νίτσε, μέσα από συναρπαστικά κύματα ανεμπόδιστης καλλιτεχνικής δημιουργίας, κατόρθωσε να καθιερώσει ως κοινές αισθητικές, ηθικές, πολιτικές αξίες η Δύση; Ήδη βλέπουμε πόσο προβληματικά εξελίχθηκε μια δυτική χώρα όπως η Ελλάδα, που είχε την ατυχία να μη ζήσει, μαζί με την υπόλοιπη Ευρώπη, μια Αναγέννηση και έναν Διαφωτισμό. Άραγε, πόσο πιο προβληματικά θα εξελισσόταν αυτή η χώρα αφομοιώνοντας ανθρώπους που δεν προέρχονται καν από τον δυτικό πολιτισμό;

28 Ιαν 2011

Επιλεκτικές ευαισθησίες

Βλέπω, εντός και εκτός internet, με αφορμή ό, τι έγινε αυτή την εβδομάδα στη Νομική, να έχουν ανοίξει οι κρουνοί της ευαισθησίας για τους μετανάστες, να γίνονται παραπομπές στην ιερότητα του ασύλου με την αρχαιοελληνική του έννοια, στους κατατρεγμένους μετανάστες ως εξίσου ιερούς, που στην κοιτίδα του πολιτισμού και της φιλοξενίας Ελλάδα θα έπρεπε να βρουν μια πιο ανθρώπινη αντιμετώπιση, και ούτω καθ’ εξής. Όλοι αυτοί οι ευαίσθητοι ανθρωπιστές με ένα σάλτο μορτάλε προσπερνούν, παρακάμπτουν την πραγματικότητα που βλέπουν και βιώνουν γύρω τους, θεωρώντας αναπόφευκτη την κατηφόρα που έχει πάρει η Ελλάδα τα τελευταία τριάντα χρόνια: την επικράτηση της ευκολίας, της ατιμωρησίας, της αρπαχτής, του τσιφτετελιού, της αισθητικής του ‘σέξι’, ως γκρίζες γραμμές των οριζόντων μας. Οι ανθρωπιστές μας θεωρούν δεδομένο το ότι θα νιώθουμε πλέον μετανάστες στην ίδια μας τη χώρα, μέσα σε όλη αυτή τη σουρεαλιστική φαρσοκωμωδία του ασύλου, των ευθυνόφοβων πολιτικών, των 'στρατευμένων' φοιτητών, των Άνθιμων, των ατελείωτων συμβολισμών. Οι νεόκοποι ‘ανθρωπιστές’ κοιτάνε πάνω και πέρα από τα όσα ζούμε οι ίδιοι οι πολίτες αυτής της σε ελεύθερη πτώση χώρας, στρέφοντας αλλού το βλέμμα: στους μετανάστες. Δεν υπάρχει όμως πιο απάνθρωπος ανθρωπισμός από το να εθελοτυφλείς μπροστά σε μια κατάντια την οποία έχεις πλέον τόσο εσωτερικεύσει, τόσο αποδεχτεί, που έχεις φτάσει να τη θεωρείς δεδομένη: και μάλιστα τόσο δεδομένη, που να βαφτίζεις απλώς και ανέξοδα ‘Δεξιό’ ή ‘ρατσιστή’ όποιον τολμά να υποστηρίξει ότι μπορεί ακόμα να γυρίσουν τα πράγματα παρά τα φαινόμενα, ότι δεν θα ισοπεδωθούν όλα αν δεν τα αφήσουμε να ισοπεδωθούν, ότι η Ελλάδα δεν υπάρχει στο χάρτη απλώς και μόνο συμβολικά. Παρότι βρίσκεται για δεκαετίες καταπλακωμένη από λογιών αναχρονιστικούς συμβολισμούς: τον συμβολισμό του ασύλου, τις συμβολικές καταλήψεις σχολών, σχολείων, δρόμων, δημοσίων κτιρίων, τις συμβολικές στάσεις εργασίας βολεμένων δημοσίων υπαλλήλων, το συμβολικό κουρέλιασμα της αξιοπρέπειας όποιου δεν θέλει να μπει στον σουρεαλιστικό χορό των συμβολισμών. Αν θέλουμε να βγούμε από τους συμβολισμούς και να επιστρέψουμε στην πραγματικότητα, κοιτώντας τη κατάματα, θα έπρεπε να κοιτάξουμε πριν από τους μετανάστες το τι κάνουμε και τι γίνεται σε αυτή την χρεοκοπημένη όχι οικονομικά αλλά κυρίως πολιτισμικά, χώρα. Αλλιώς, καλύτερα να γίνουμε οι ίδιοι μετανάστες.

Και στα αγγλικά (μεταφρασμένο εντελώς στο πόδι), εδώ. Σκέφτομαι να το στείλω κάπου έξω, ίδωμεν.:)

27 Ιαν 2011

Ακυβερνησία

Δεν ξέρω αν αυτό θα γινόταν πουθενά αλλού επί της γης. Από την Κυριακή που οι γνωστοί σε όλους μας πλέον μετανάστες βρέθηκαν μέσα στη Νομική και για τρεις μέρες παρακολουθούμε μια ακατάσχετη και ατελείωτη φλυαρία από υπουργούς, υφυπουργούς, πανεπιστημιακούς, δημοσιογράφους, πολιτικούς, δικηγόρους, φοιτητές και όποιον άλλο έχει όρεξη να μπει στο χορό: αντεγκλήσεις, διαπραγματεύσεις, διαξιφισμοί, αλληλοκατηγορίες, φωνές, αναλύσεις, κόντρα αναλύσεις, γνώμες, απόψεις, κόντρα γνώμες, κόντρα απόψεις. Οι της κυβέρνησης κατηγορούν τις πρυτανικές αρχές για απραξία καθότι το ζήτημα είναι καθαρά της ακαδημαϊκής κοινότητας. Οι πρυτάνεις υποστηρίζουν ότι οι 250 μετανάστες που την έχουν αράξει στη Νομική αποτελούν ζήτημα μεταναστευτικής πολιτικής και ως εκ τούτου η κυβέρνηση οφείλει να αναλάβει δράση. Διάφοροι άλλοι λένε το μακρύ τους και το κοντό τους σε ζωντανές συνδέσεις μπροστά σε μικρόφωνα ή σε τηλεπαράθυρα. Και, για άλλη μια φορά, αποδεικνύεται ότι ακόμα και τα απλά πράγματα στην Ελλάδα πρέπει να γίνονται δύσκολα. Και κάτι χειρότερο: ότι τα απλά πράγματα δεν ήταν ποτέ απλά. Αντί για το αυτονόητο, δηλαδή να τους βγάλει σηκωτούς από το κτίριο της Νομικής τη Δευτέρα το πρωί η αστυνομία – καθότι κανείς, μετανάστης ή μη, δεν έχει δικαίωμα και για κανέναν λόγο να στρογγυλοκάθεται ετσιθελικά σε οποιονδήποτε δημόσιο χώρο, ιδίως αν αυτός ο δημόσιος χώρος είναι χώρος παραγωγής και μετάδοσης γνώσης όπως το πανεπιστήμιο – καθόμαστε και παρακολουθούμε επί τρεις μέρες ένα σίριαλ επίρριψης ευθυνών από τους μεν στους δε, από τους δε σε οποιονδήποτε βρεθεί μπροστά τους και πάλι απ’ την αρχή. Σύνοδοι πρυτάνεων, τηλεπαράθυρα, πρωινές εκπομπές και απογευματινά δελτία ειδήσεων ασχολούνται με το μέγα αυτό ζήτημα για το οποίο όλοι έχουν άποψη αλλά κανείς δεν τολμά να κάνει το παραμικρό. Σήμερα λέει όλοι οι παραπάνω περιμένουν να αποφασίσει το συντονιστικό των μεταναστών αν θα δεχτεί την πρόταση μεταφοράς σε άλλο χώρο. Και μαζί τους περιμένει ολόκληρη η Ελλάδα να δει αν, πότε και πώς θα τελειώσει αυτή η επίδειξη ανικανότητας, ατολμίας, αναποφασιστικότητας, εκ μέρους της ελληνικής πολιτείας και των θεσμών της. Κάνοντάς με να αναρωτιέμαι: αν, λέμε αν, συνέβαινε κάποια στιγμή κάτι πραγματικά σοβαρό, τι θα έπρεπε να περιμένουμε να κάνει η ελληνική πολιτεία όταν τη βλέπουμε να παραλύει μπροστά σε κάτι τόσο συγκριτικά ασήμαντο;

26 Ιαν 2011

Μια κατάληψη με ερωτηματικά

Η όλη ιστορία με την ‘κατάληψη’ της Νομικής από παράνομους μετανάστες φέρνει στην επιφάνεια ορισμένα ερωτήματα, θα έλεγα αμείλικτα: καταρχάς αν θα έπρεπε να υπάρχουν φοιτητικές παρατάξεις στα πανεπιστήμια (εφόσον μια απ’ αυτές φέρεται να έμπασε τους κακόμοιρους αυτούς στο κτίριο της Σχολής). Τι ακριβώς εξυπηρετεί η ύπαρξή τους; Τι ανάγκες καλύπτει; Τι προσφέρει όχι μόνο στους φοιτητές αλλά και στην ευρύτερη κοινωνία; Αν υποθέσουμε καλοπροαίρετα ότι οι φοιτητικές παρατάξεις αποτελούν απαραίτητο όχημα έκφρασης των πολιτικοκοινωνικών ανησυχιών και προβληματισμών κάποιων σκεπτόμενων φοιτητών, που σε μια δημοκρατική χώρα έχουν κάθε δικαίωμα να προβληματίζονται και να ‘ψάχνονται’, προκύπτει ένα ακόμα, ενοχλητικό, ερώτημα: αν τελικά αυτό είναι οι φοιτητικές παρατάξεις, τι έχουν παράγει τα τελευταία 35 χρόνια σε ιδέες ή προτάσεις; Υποτίθεται ότι τόσο οι ίδιες όσο και οι φοιτητές εν γένει προστατεύονται και από το πανεπιστημιακό Άσυλο για να διασφαλίζεται η ελεύθερη διακίνηση ιδεών: που είναι αυτές οι ιδέες που τόσο ελεύθερα διακινούνται όλα αυτά τα χρόνια, αλλά πουθενά δεν φαίνονται; Θα ήμουν έτοιμος προσωπικά να υπερασπιστώ, ιδίως σε μια απελπιστικά αποστεγνωμένη από νέες ιδέες και φρέσκες απόψεις κοινωνία όπως η νεοελληνική, το δικαίωμα κάθε νέου, κάθε φοιτητή, να οργανώνεται πολιτικά ακόμα και μέσα στη Σχολή του, παρότι αυτή υποτίθεται αποτελεί χώρο παραγωγής και μετάδοσης γνώσης, όχι πολιτικών ζυμώσεων. Θα συμφωνούσα να προστατεύεται σ’ αυτή του την επιλογή ο σκεπτόμενος φοιτητής με κάθε δυνατό τρόπο, ακόμα και με το χωρίς πολύ νόημα σε μια δημοκρατία Άσυλο, θα χαιρόμουν να τον έβλεπα όχι μόνο να σκέφτεται αλλά και να δρα δυναμικά, ακολουθώντας τις ιδέες του, σπάζοντας την κατεστημένη τάξη πραγμάτων, σοκάροντάς μας, τους μεγαλύτερους. Θα χαιρόμουν πολύ να τα έβλεπα όλα αυτά αν στη βάση τους διαφαινόταν μια ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση ζωής, μια αληθινά φρέσκια αντίληψη των πραγμάτων, αποκαθαρμένη και απαλλαγμένη από τα παλιά γνωστά καλούπια, μια πραγματικά ρηξικέλευθη σκέψη που θα συνεπικουρούνταν από καινοτόμες, δημιουργικές, ευφάνταστες δράσεις που θα μας άνοιγαν τα μάτια σε μια άλλη γενιά και τις ανησυχίες της, στα δικά της προβλήματα, τις δικές της προκλήσεις, τα δικά της οράματα. Αν όλα αυτά συμπυκνώνονται και εκφράζονται στο καινοτόμο όραμα της νομιμοποίησης των εκατοντάδων χιλιάδων παράνομων μεταναστών που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα και στην ως εκ τούτου δια μαγείας ή δια… κατάληψης ‘επίλυση’ του παγκόσμιου προβλήματος που λέγεται μεταναστευτικό, νομίζω ότι έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας.

23 Ιαν 2011

'Ανάπτυξη': η λύση ή το πρόβλημα;

Αφορμή γι’ αυτή την ανάρτηση στάθηκε η κουβέντα που είχα με μια φίλη γύρω από το μεταναστευτικό. Η φίλη, ‘προοδευτικών’ πεποιθήσεων, ήταν εναντίον της αντιμετώπισης των μεταναστών που πλημμύρισαν την Ελλάδα ως κοινωνικών αποβλήτων, ως παιδιών ενός κατώτερου θεού. Δεν έφταιγαν οι ίδιοι για το ότι έφτασαν ως εδώ, ως την Ελλάδα, εξαθλιωμένοι , εξαχρειωμένοι, αναζητώντας μια καλύτερη τύχη στις μαύρες ζωές τους. Ούτε και η λύση στο μεταναστευτικό πρόβλημα ήταν περισσότερα ‘προστατευτικά’ μέτρα, φράχτες, τάφροι ή οπλοφόροι συνοριοφύλακες. Για τη φίλη μου, η λύση ήταν να χτυπήσουμε το ‘κακό’, το πρόβλημα, στη ρίζα του. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει να δημιουργήσουμε ανάπτυξη στις χώρες προέλευσης των κακόμοιρων μεταναστών, έτσι ώστε να μη χρειάζεται να φύγουν από τους αφρικανικούς ή ασιατικούς παραδείσους τους πολιορκώντας τα σύνορά μας αλλά να μένουν εκεί και να ευημερούν. Εκ πρώτης όψεως, η λύση αυτή φαίνεται απλή και εύστοχη: αντί να κοιτάμε πώς να εμποδίσουμε τους μετανάστες να μπουν, να κοιτάξουμε πώς θα τους εμποδίσουμε να αφήσουν τις πατρίδες τους. Αυτό που η λύση αυτή πρότεινε, αυτό που οραματιζόταν, ήταν, τελικά, περισσότερη ‘ανάπτυξη’ ως λύση για τα προβλήματα που, αν το καλοσκεφτούμε, η ίδια η ήδη υπάρχουσα ‘ανάπτυξη’ προκάλεσε: προβλήματα όπως η εξουθένωση των φυσικών πόρων του πλανήτη, ιδίως όταν αυτοί οι πόροι κατοικοεδρεύουν σε χώρες όπως οι πατρίδες των μεταναστών μας, που αποτελούν ξέφραγα αμπέλια για κάθε λογής ‘επενδυτές’, αλλά και η εξουθενωτική εκμετάλλευση των ίδιων των ανθρώπινων πόρων του πλανήτη, όταν προσφέρονται σαν φτηνά εργατικά χέρια. Η όλη επιχειρηματολογία της φίλης μου, που με μια λάμψη ικανοποίησης στα μάτια προσπαθούσε να μου δώσει να καταλάβω πόσο απλά ήταν τα πράγματα αν κανείς ασπαζόταν την ‘αριστερή’ αυτή λύση απλόχερης διάδοσης της ανάπτυξης σε αυτούς τους ‘ριγμένους’ απ’ αυτή την άποψη λαούς, βασιζόταν στο αξίωμα ότι η πρωταγωνίστριά της, η ανάπτυξη, ήταν κάτι αναμφίβολα και αναντίρρητα καλό. Μάλλον η φίλη δεν είχε καθίσει ποτέ να αναρωτηθεί, παρά τις ‘αριστερές’ της ιδέες και τις ανθρωπιστικές της ανησυχίες,  τι σημαίνει, καταρχάς, ανάπτυξη, την οποία πολλοί στην Ελλάδα φαίνονται να μπερδεύουν, αφελώς και επιπόλαια, με την οικονομική ευημερία (γι’ αυτό και ακούμε καμιά πενηνταριά φορές τη μέρα σε δελτία ειδήσεων και πολιτικά στρογγυλά τραπέζια για την πολυπόθητη ‘ανάπτυξη’ και πώς θα φτάσουμε σ’ αυτήν). Ξεχνάνε ή αγνοούν ότι, σε αντίθεση με την απλή οικονομική ευημερία, η ‘ανάπτυξη’ αποτελεί ένα απίστευτο φαντασιακό γέννημα του καπιταλισμού όταν ήταν στα πολύ πάνω του, μια φρενήρη αναζήτηση του περισσότερου για το περισσότερο, έναν μαραθώνιο με αφετηρία τις ‘ανάγκες’ μας αλλά χωρίς καμία απολύτως γραμμή τερματισμού. Και είναι αυτός ένας μαραθώνιος που απ’ όπου περνάει σαρώνει περιβάλλον, ανθρώπους, λαούς ολόκληρους, που έρχονται ύστερα και αναπόφευκτα να μας χτυπήσουν την πόρτα. Η λύση δεν είναι να τους κάνουμε σαν τα μούτρα μας. Αλλά να κοιτάξουμε τα δικά μας τα μούτρα κάπως καλύτερα στον καθρέφτη για να αναρωτηθούμε αν, τελικά, το χρειαζόμαστε το καινούργιο smart phone. Θα είναι ένα πρώτο βήμα για την επίλυση του μεταναστευτικού.

20 Ιαν 2011

Καθολική απαγόρευση καπνίσματος, επεισόδιο 8930690368

Δεν ξέρω αν υπάρχει άλλη χώρα στην οποία επί σχεδόν δυο χρόνια – αν θυμάμαι καλά η πρώτη απαγόρευση ήταν το καλοκαίρι του 2009 επί Δημητρίου Αβραμοπούλου υπουργού Υγείας και με εμπνευσμένο σύνθημα ‘Η Ελλάδα σβήνει το τσιγάρο’ – να παλεύουν κυβερνήσεις, υπουργοί, δημόσιες υπηρεσίες, να επιβάλλουν την απαγόρευση του καπνίσματος χωρίς κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Πέραν βεβαίως των δημόσιων διαξιφισμών όποτε ανεβαίνει το πρόβλημα στην επιφάνεια της επικαιρότητας, όπως συμβαίνει αυτές τις μέρες, μεταξύ εστιατόρων και πνευμονολόγων, συνδικαλιστών δημοτικών αστυνομικών και θαμώνων καφετεριών που, με τον φραπέ και το τσιγάρο στο χέρι, υπερασπίζονται on camera το δικαίωμά τους να επιδοθούν στο εθνικό σπορ κλειστού στίβου που λέγεται καφές με τσιγάρο και ταβλάκι. Τα επιχειρήματα όσων ανθίστανται στην απαγόρευση που όλο και πλησιάζει απειλητικά αλλά ποτέ δεν εφαρμόστηκε περιστρέφονται γύρω από το εξής βασικό: ότι αν όσοι βγάζουν το ψωμάκι τους σερβίροντας καφέδες, ποτά ή φαγητό σε αραχτούς καπνιστές την εφαρμόσουν, η εφαρμογή της θα οδηγήσει στο κλείσιμο των φιλόξενων καφέ, μπαρ ή εστιατορίων τους, λόγω του ότι η καπνίζουσα πελατεία τους θα προτιμήσει κάποιους άλλους που δεν θα τηρούν την απαγόρευση. Επιχείρημα ισχυρότατο και ακμαιότατο. Διότι κανείς δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ότι η απαγόρευση θα μπορούσε ποτέ να εφαρμοστεί καθολικά, στα χιλιάδες καφέ, μπαρ, μπαράκια, ταβερνάκια και εστιατόρια που κοσμούν την ωραία μας χώρα και της προσδίδουν αυτό το τόσο φιλικό (όπως φαίνεται στους τουρίστες) ταμπεραμέντο, αυτή την τόσο ζεστή αύρα. Ιδίως δεδομένου του ότι δεν υπάρχει ούτε θα μπορούσε να υπάρξει ελεγκτικός μηχανισμός που θα διασφάλιζε κάτι τέτοιο, που θα εγγυόταν την εφαρμογή του νόμου. Οπότε, επιστροφή στην αφετηρία. Ήτοι, στο οντολογικό ερώτημα: θα έπρεπε να επιτρέπεται το κάπνισμα σε όλους αυτούς τους χώρους ή όχι; Εδώ θα μπορούσα να πω την προσωπική μου άποψη, αλλά δεν νομίζω ότι έχει και τόση σημασία. Θα ήταν σαν να σε ρωτάνε αν πιστεύεις ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να πάρει το παγκόσμιο κύπελλο ποδοσφαίρου, παρότι δεν έχει καν προκριθεί στα τελικά.

19 Ιαν 2011

Ένα σκάνδαλο όχι σαν όλα τ' άλλα

Βλέποντας τον μητροπολίτη Άνθιμο καθημερινά καλεσμένο σε πρωινά τηλεπαράθυρα, αναρωτιέμαι αν πρόκειται ποτέ να αλλάξει αυτό που λέγεται δημόσιος λόγος στην Ελλάδα. Κουβεντιάζοντας με γνωστούς πάνω στο γιατί να επιλέγεται χωρίς κανένα εμφανές κριτήριο πέραν του φανατισμού και του ακραίου των απόψεών του ένα τέτοιο πρόσωπο για τόσο συχνή προβολή, βγήκε η διαπίστωση ότι, προφανώς, πρώτη προτεραιότητα δημοσιογράφων ή διευθυντών προγράμματος όταν έρχεται η ώρα να στηθεί μια εκπομπή επικαιρότητας, δεν είναι η ίδια η επικαιρότητα ή η ενημέρωση αλλά το… τζέρτζελο. Ή η ‘εύκολη’ τηλεθέαση. Με αποτέλεσμα να παρελαύνουν από τις μικρές οθόνες σε πολύ μεγάλη συχνότητα και ασχέτως του τι συζητείται ο γνωστός στο πανελλήνιο πλέον μόνο με το μικρό του Άδωνις, ο Παναγιώτης Ψωμιάδης, διάφοροι άλλοι θα μπορούσαμε να πούμε διακεκριμένοι φωνακλάδες και, βεβαίως, ο Άνθιμος. Αυτό που προβληματίζει σε όλα αυτά δεν είναι τόσο το τι λέει ή σκέφτεται ο Άνθιμος ή το οποιοδήποτε μεγαλοστέλεχος της εκκλησίας  αλλά το ότι πραγματικά ασύστολα όλες αυτές οι μεγάλης τηλεθέασης ενημερωτικές εκπομπές – που ούτε ‘μεσημεριανάδικα’ είναι ούτε ψυχαγωγικά σόου – και οι οποίες κατά βάση θέτουν τους κανόνες του παιχνιδιού της επικαιρότητας επιλέγοντας και τους πρωταγωνιστές του, κινούνται στις επιλογές τους με τέτοια κριτήρια. Διότι το να επιλέγεις έναν Άνθιμο ως καθημερινό συνομιλητή σε μια πρωινή εκπομπή επικαιρότητας παρότι υποτίθεται ζεις σε μια κοινωνία εκκοσμικευμένη (απαλλαγμένη δηλαδή από την παντοκρατορία της θρησκείας ως κοινωνικοπολιτικής αυθεντίας)  ή έστω  ανεξίθρησκη (που συνταγματικά τουλάχιστον θέλει να είναι η ελληνική) σε βγάζει φάουλ.  Και, το χειρότερο, κρατάς ανεξέλικτη όλη τη μάζα των τηλεθεατών που μπορεί να παρακολουθεί μια τέτοια εκπομπή στον τρόπο που την ενθαρρύνεις να σκέφτεται, στα διλήμματα που της παρουσιάζεις, στα ζητήματα που επέλεξες να την απασχολήσουν, παρουσιάζοντάς της ως κεντρικό πρόσωπο και άποψη έναν Άνθιμο. Όλο αυτό μου φαίνεται σαν τίποτα λιγότερο από ένα προμελετημένο έγκλημα σε βάρος οποιουδήποτε ανοίγει μια τηλεόραση. Και σκάνδαλο μεγαλύτερο από αυτό του Βατοπεδίου και της Siemens, διότι χτυπάει συστηματικά και ανελέητα τον ίδιο τον πολιτισμό μας, στην καρδιά του.

13 Ιαν 2011

Ένας λόγος... παράλογος

Αυτό το blog δημιουργήθηκε ως ένα blog σκέψης. Σκέψη όμως που δεν μοιράζεται, που δεν επικοινωνείται, που δεν εμπλουτίζεται με άλλες, δεν είναι σκέψη, αλλά ονειροπόλημα. Ή, στην καλύτερη περίπτωση, μονόλογος. Και επειδή δε μ’ αρέσει ο μονόλογος, επειδή μου φαίνεται κενός νοήματος, σκέφτομαι να το κλείσω αυτό το μονολογικό blog – ή να το κάνω πιο αγοραίο, αν αυτή είναι η απάντηση στους μονόλογους, αν έτσι θα σπάσει η αμήχανη σιωπή. Διότι παρά την υψηλή επισκεψιμότητα  κάποιων αναρτήσεων όπως οι δυο τελευταίες – κατά πως λένε οι στατιστικές του blogger –, φαίνεται ότι οι αρκετοί αυτοί επισκέπτες έρχονται, βλέπουν και σιωπηρά, αθόρυβα, όπως ήρθαν και είδαν, πάνε παρακάτω. Παρότι όσα είδαν μπορεί να τους γέννησαν ανησυχίες, προβληματισμούς, σκέψεις. Ίσως διότι ζούμε, ζουν και αυτοί, σε μια εποχή κατανάλωσης και όχι μοιράσματος ή επικοινωνίας: κατανάλωσης ακόμα και σκέψεων. Οι σκέψεις που εκφράστηκαν σε αυτό το blog ήθελαν να γίνουν όχι προϊόν κατανάλωσης σε δωρεάν προσφορά γνωριμίας αλλά χέρι επικοινωνίας με άλλους σκεπτόμενους – με την κυριολεξία και όχι τη ρομαντική, γλυκερή μεταφορική σημασία  της λέξεως – ανθρώπους. Που θα ήθελαν και αυτοί να θυμηθούν πώς είναι να σκέφτεσαι, να αναρωτιέσαι, να μοιράζεσαι τις ανησυχίες σου, να μιλάς όχι για το χθεσινό σίριαλ ή το αυριανό ποδόσφαιρο αλλά για όσα μέχρι εκείνη τη στιγμή μπορεί να νόμιζες ότι μόνο εσένα απασχολούσαν. Ο διάλογος είναι η μόνη πηγή του λόγου, λέει ένα παλιό γνωμικό. Και ο λόγος που μένει μονόλογος δεν είναι απολύτως τίποτα, ούτε καν λόγος. Είναι παράλογος.

12 Ιαν 2011

Μια ασύμμετρη παράδοση

Συχνά, όταν γίνεται συζήτηση για τη Δύση και την Ελλάδα, τη μεταξύ τους σχέση και τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη, τα επιχειρήματα και οι απόψεις κινούνται στο παρόν. Μιλάμε περισσότερο για την ΕΕ και τις επιδοτήσεις της, τους Ευρωπαίους εταίρους, τον τουρισμό και άλλα επίκαιρα. Κοινή διαπίστωση, ότι η "δυτικότητα" της Ελλάδας δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένη, παρά τη γεωγραφική της θέση, παρά το ότι αποτελεί κράτος-μέλος της ΕΕ. Παρομοίως, η σχέση των νεοελλήνων με την Ευρώπη και εν γένει με τη Δύση, φαίνεται να παραμένει χαρακτηριστικά αδιευκρίνιστη, μέχρι και προβληματική. Που οφείλονται όλα αυτά; Γιατί, παρά το αναμφισβήτητο και χρόνιο ενδιαφέρον γύρω από αυτό το ζήτημα, της "δυτικότητας" της Ελλάδας, το τοπίο εξακολουθεί να παραμένει θολό; Ίσως διότι, αν αφήσουμε το παρόν και κοιτάξουμε για λίγο στο παρελθόν, θα δούμε ότι το τοπίο ήταν εξαρχής θολό, περισσότερο μάλιστα απ’ όσο μπορεί να πιστεύαμε ή να φανταζόμασταν. Ιδίως αν δούμε την παράδοσή μας ή την ιστορική μας καταγωγή, των Ελλήνων.

Σύμφωνα με τον Κορνήλιο Καστοριάδη, τον πρώτο διανοητή που μίλησε γι’ αυτό,[i] αν κοιτάξουμε την παράδοσή μας θα αλληθωρίσουμε. Και αυτό διότι στηρίζεται σε δυο διαμετρικά αντίθετους μεταξύ τους πολιτισμούς, τον βυζαντινό και τον αρχαιοελληνικό. Τόσο αντίθετους που θα οφείλαμε, αν θα θέλαμε να είμαστε συνεπείς, να επιλέξουμε έναν εκ των δυο. Γιατί; Διότι ο ένας, ο βυζαντινός, δεν πήγε πολύ μακριά: έφτασε μέχρι τους αντιγραφείς ιερών κειμένων και τις αυλικές συνωμοσίες. Το Βυζάντιο ήταν, για τον Καστοριάδη, μια αυτοκρατορία στην οποία κυριάρχησε ένας θρησκευτικός δογματισμός που δεν επέτρεψε να ανθίσει οιαδήποτε άλλη μορφή ελεύθερης έκφρασης, γι’ αυτό και κατά τον ίδιο ο βυζαντινός πολιτισμός θα μπορούσε να ονομαστεί, με μια λέξη, θεοκρατικός, ένας πολιτισμός ανελευθερίας. Εν αντιθέσει, στην Αρχαία Ελλάδα γεννήθηκαν η φιλοσοφία και η δημοκρατία, που χωρίς να υπερβάλει κανείς θα μπορούσε να πει ότι ξεκίνησαν, ότι έβαλαν μπροστά τη μηχανή που λέγεται σύγχρονη Δύση, γι’ αυτό και για πολλούς αποτελούν αφετηρία του ίδιου του δυτικού πολιτισμού. Και ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός παγκόσμια και βαρύτιμη κληρονομιά.

Η ασύμμετρη αυτή καταγωγή μας, όπως την αποκαλύπτει ο Καστοριάδης, αποτελεί, θα μπορούσαμε να πούμε και χωρίς να χρειάζεται να συμφωνήσουμε απόλυτα μαζί του, κύρια αιτία που η Ελλάδα δεν βρίσκει τη θέση της στον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό. Θα λέγαμε χαρακτηριστικά ότι η Ελλάδα "κουτσαίνει", καθώς στηρίζεται σε δυο πόδια άνισα, σε δυο πολιτισμούς απόλυτα διαφορετικούς και αντίθετους μεταξύ τους. Φαίνεται κολλημένη σε ένα σταυροδρόμι, ένα ιστορικό σταυροδρόμι. Μέχρι να βρεθεί ο δρόμος που θα ακολουθηθεί, η θέση της στην Ευρώπη θα παραμένει ασαφής. Και η σχέση μας, των νεοελλήνων, με τους Ευρωπαίους και τη Δύση, προβληματική.

11 Ιαν 2011

Ένα έγκλημα με πολλούς ενόχους

Κάποιοι κατηγορούν την ‘πορωμένη’ Σάρα Πέιλιν για τον προεκλογικό χάρτη με τους στόχους, ένας εκ των οποίων ήταν και η βουλευτίνα-θύμα του οπλοφόρου στην Αριζόνα. Κάποιοι άλλοι βλέπουν το οξυμένο κλίμα αντιπαράθεσης που έχει προκληθεί από τις πρωτοφανείς για τα αμερικανικά δεδομένα επιχειρούμενες μεταρρυθμίσεις του Ομπάμα στην Υγεία και ζητούν εσπευσμένα να χαμηλώσουν οι τόνοι. Και θα υπάρξουν βεβαίως και αυτοί που θα ρίξουν το φταίξιμο αποκλειστικά στον σαλεμένο δολοφόνο που από τα χέρια του βρήκαν το θάνατο τόσοι αθώοι, μεταξύ τους κι ένα μικρό παιδί, σε ένα συμβάν που απ’ αυτή την άποψη θυμίζει άλλα ανεξήγητα μακελειά σε πανεπιστήμια, σχολεία, κολέγια, με πρωταγωνιστές ψυχοπαθείς οπλοφόρους. Για πρώτη φορά, όμως, στο επίκεντρο του μακελειού βρέθηκε μια πολιτικός. Και, στο πρόσωπό της, έγινε στόχος η ίδια η πολιτική. Μια πολιτική που περνάει, παγκοσμίως, μια άνευ προηγουμένου κρίση νομιμοποίησης ως ανθρώπινη δραστηριότητα, ως λειτούργημα, ως οντότητα. Ποτέ άλλοτε στην ιστορία της ανθρωπότητας και της ίδιας της πολιτικής όπως την ξέρουμε τόσο πολλοί δεν μίσησαν τόσο λίγους, τους οποίους οι ίδιοι υποτιθέμενα εξέλεξαν για να τους κυβερνούν. Όπως ποτέ άλλοτε δεν έφτασαν οι πολλοί αυτοί σε ένα τόσο τραγικό, τόσο αποπνικτικό αδιέξοδο χωρίς καμία απολύτως διαφαινόμενη διέξοδο. Το συμβάν αυτό ανοίγει πολλά ερωτήματα, που μένουν να αιωρούνται αναπάντητα, στοιχειώνοντας την ίδια την ιδέα της λεγόμενης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Θυμίζει, τηρουμένων των αναλογιών, τον πρόσφατο ξυλοδαρμό του Κωστή Χατζηδάκη. Και κάνει τους πολίτες των ΗΠΑ και όχι μόνο να μοιάζουν με μια βαθιά αποξενωμένη ανθρώπινη αγέλη που έχει ξεχάσει, που δεν ξέρει πώς θα έπρεπε να κυβερνάται, σαν ένα σώμα που έχει χάσει την επαφή με το ίδιο του το κεφάλι. Ναι, οι πολιτείες που μέλη τους πυροβολούν ή δέρνουν όσους επέλεξαν να τους κυβερνούν, είναι ακέφαλες, σαν σώματα που χάσκουν ανεξέλεγκτα, άβουλα, ακυβέρνητα, έρμαια των συγκυριών. Και το χειρότερο; Έχουν πια αρχίσει να μην αισθάνονται αυτή την ανατριχιαστική απώλεια, να μη νιώθουν ακέφαλες.

9 Ιαν 2011

Γράμμα στο Γιώργο

Αγαπητέ Γιώργο,

Αναλαμβάνεις μια δύσκολη κυβέρνηση. Ξέρεις ότι θα τα βρεις μπαστούνια. Ξέρεις ότι τα μπαστούνια αυτά θα γίνουν παλούκια γι’ αυτούς που σε ψήφισαν και, όσο περνά ο καιρός, θα γίνονται όλο και πιο μυτερά τα παλούκια αυτά. Και εσύ, ο πρωθυπουργός, θα είσαι ο πρώτος τη τάξει ένοχος στα μάτια των… παλουκωμένων. Θα καθίσεις με σταυρωμένα τα χέρια να περιμένεις το αναπόφευκτο; Θα γίνεις αυτό που λένε sitting duck, ένας εύκολος, ακίνητος στόχος, ένας σάκος του μποξ χωρίς και να φταις αποκλειστικά ο ίδιος για τα μπαστούνια που βρήκες; Μα και βέβαια όχι! Τι θα κάνεις; Άκου με προσεκτικά, καλό μου παιδί. Θα διορίσεις, στα πρότυπα του Aμερικανού vice president (του πιο αλλοπρόσαλλου, ανούσιου θεσμού του αμερικανικού πολιτικού συστήματος) έναν αντιπρόεδρο. Θα μου πεις εδώ δεν έχουμε προεδρευόμενη, αλλά κοινοβουλευτική δημοκρατία. Δε βαριέσαι, αγόρι μου, νομίζεις κανένας απ’ αυτούς τους κοπρίτες που σε ψήφισαν και μας ψηφίζουν τόσα χρόνια, ξέρει τη διαφορά; Αυτοί και... Βουλή των Λόρδων αν τους έφτιαχνες θα τους πείθαμε ότι σε έκοψαν οι... λόρδες από τις πολλές θυσίες για το λαό. Οπότε, μη σκας και πάμε παρακάτω: θα φροντίσεις ο τύπος αυτός να είναι ένας ασυμμάζευτος, παρορμητικός ταύρος σε υαλοπωλείο που δεν έχει τίποτα απολύτως να χάσει ή να κερδίσει από τη δημόσια κατακραυγή ή και τη δημόσια αποδοχή των όσων λέει (φροντίζεις δηλαδή να βρίσκεται στα τελευταία της πολιτικής του καριέρας, ούτως ώστε να τον περιμένει στην έξοδο μόνο μια βολική βουλευτική σύνταξη και η ηθική ικανοποίηση για τα βαθιά γεράματα ότι τα έλεγε έξω απ’ τα δόντια). Τον βάζεις ή τον αφήνεις να λέει ό, τι αρλούμπα του κατεβαίνει, να κάνει εμπρηστικές δηλώσεις (περί ‘κοπριτών’, ‘μαζί τα φάγαμε’, κτλ) χωρίς να τον περιορίζεις στο παραμικρό (προσοχή εδώ: όταν λέμε στο παραμικρό, εννοούμε στο παραμικρό!) όταν τον επισκέπτεται η μούσα της ανοησίας και ανοίγει το αχαλίνωτο στόμα του. Αυτομάτως θα δεις αποτελέσματα! Τα βέλη των δυσαρεστημένων θα αρχίσουν να στρέφονται προς τον κύριο αυτόν. Το ίδιο και οι συζητήσεις τους. Αντί να ασχολούνται, μισθωτοί, συνταξιούχοι και άλλοι που βλέπουν τις ζωές τους να τους φεύγουν κυριολεκτικά απ’ τα χέρια, με τα πραγματικά σημαντικά, αντί να βάζουν στόχο και να θεωρούν υπόλογο εσένα, τον πρωθυπουργό, που στο κάτω-κάτω φέρεις και την ευθύνη για όσα τραβάνε, έχουν πλέον μπροστά τους κόκκινο πανί, προκειμένου εκεί να διοχετεύσουν την συσσωρευμένη οργή τους, τον κύριο εδώ-είμαι-ελάτε-αν-σας-βαστάει που διόρισες αντιπρόεδρο. Εννοείται ότι (προσοχή κι εδώ!) για να μπορεί να ασκεί το αποπροσανατολιστικό του έργο ανενόχλητος δεν τον έχεις παραφορτώσει με κυβερνητικές ευθύνες, παρότι υποτίθεται στην κυβερνητική ιεραρχία έρχεται δεύτερος μόνο μετά από εσένα, τον πρόεδρο-πρωθυπουργό: του έχεις αφήσει έναν ρόλο καθαρά εθιμοτυπικό, χωρίς ουσιαστικά καθήκοντα (ενδεικτικά, κάπως έτσι θα ’πρεπε να δείχνουν τα πεπραγμένα του: 73 συσκέψεις με 39 διαφορετικά αντικείμενα, 23 συνεδριάσεις διυπουργικών επιτροπών, 17 επισκέψεις στο εσωτερικό ως εκπρόσωπος του πρωθυπουργού και επτά επίσημα ταξίδια στο εξωτερικό, 33 συναντήσεις εργασίας με αξιωματούχους κρατών και διεθνών οργανισμών, κοκ). Έτσι, θα έχει όλο τον χρόνο να αφοσιωθεί στον ρόλο και τα καθήκοντά του ως στόχου. Για να σε αφήσει κι εσένα, με τα πυροτεχνήματά του, να κάνεις ανενόχλητος τη δουλειά σου, όποτε έχεις ανάγκη από λίγη συγκέντρωση και ησυχία. Τα κατάφερες όλα αυτά όπως στα είπα; Συγχαρητήρια! Είσαι ο πρώτος πρωθυπουργός κοινοβουλευτικού συστήματος που κατάφερε να υιοθετήσει τον πιο άχρηστο θεσμό ενός προεδρικού συστήματος με τον πλέον χρήσιμο για τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης τρόπο. Άξιο τέκνο μου.

Με εκτίμηση,
Ξέρεις ποιος

6 Ιαν 2011

Ανακύκλωση

Καμιά φορά γελάω όταν βλέπω μαζικές επιθέσεις σε πολιτικούς, βουλευτές, κυβερνώντες εν γένει, ως αποκλειστικών υπευθύνων για πάσης φύσεως  δεινά, στραβά κι ανάποδα. Γελάω γιατί κοιτάζοντας λίγο παραπέρα, λίγο παραδίπλα από πολιτικά γραφεία και κομματικά φυτώρια, ατενίζοντας την ίδια την κουλτούρα του νεοέλληνα, στα πιο κομβικά της σημεία και πρόσωπα, τα πράγματα δεν φαίνονται να αλλάζουν. Ή, μάλλον, αλλάζουν προς το... αρχαιότερο. Εδώ μια ακόμη συνέντευξη με τον Γιάννη Πάριο, εκεί ο Σεραφείμ Φυντανίδης με μια ακόμη εκπομπή, λίγο παραπέρα ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου σε μια ακόμη εκτέλεση με την κυριακάτικη εφημερίδα. Δεινόσαυροι δηλαδή, συμπαθέστατοι κατά τα άλλα, αλλά δεινόσαυροι none the less, που αρνούνται όχι μόνο να εξαφανιστούν αλλά και να αποσυρθούν από την πρώτη γραμμή του μετώπου της αναγνωρισιμότητας. Τυχαία βεβαίως τα πρόσωπα, καθόλου τυχαία όμως η αέναη, επαναλαμβανόμενη επιστροφή του παρελθόντος ως σήμερα, ως αύριο: αν υποθέσουμε ότι κάποιος είχε φύγει στα τέλη της δεκαετίας του ’80 από την Ελλάδα και επέστρεφε σήμερα, θα ένιωθε πολύ άνετα. Θα έβλεπε γνωστά του, οικεία πρόσωπα να μονοπωλούν τα πόστα, τα στασίδια της δημοσιογραφίας, της πολιτικής βεβαίως αλλά και του πολιτισμού. Θα τα έβλεπε να ανακυκλώνονται σε έναν ατέρμονο κύκλο επιστροφής των τετριμμένων ως ‘κλασικών’, με ελαφρώς διαφορετική κάθε φορά συσκευασία, ώστε να μην προδίδεται η αρχαιότητά τους. Θα έβλεπε έναν τόπο που είχε μείνει πεισματικά, ναρκισσιστικά, ίδιος. Διότι όταν μια χώρα δεν παράγει – όχι με την αυστηρά οικονομική έννοια της λέξεως αλλά την βαθύτερη, την ριζικότερη, την πολιτισμική της έννοια –, τι κάνει; Ανακυκλώνει. Και δεν ανακυκλώνει βεβαίως στα τυφλά. Προτιμά υλικά τα οποία αντέχουν και δεν ανθίστανται στις συνεχείς ανακυκλώσεις, καθότι εύκαμπτα και εύπλαστα, αβλαβή και αθόρυβα. Κάποτε, κριτικοί διανοητές όπως οι Αντόρνο και Χορκχάιμερ μιλούσαν για τη βιομηχανία της μαζικής κουλτούρας ή τη βιομηχανία του θεάματος. Πλέον, στην Ελλάδα δικαιούμαστε να μιλήσουμε για μια πολύ πιο εξελιγμένη πολιτιστική βιομηχανία: για μια γερά εδραιωμένη βιομηχανία ανακύκλωσης. Η οποία μπορεί να μην υφίσταται, να μη λειτουργεί εκεί που πραγματικά χρειάζεται, όπως στα απορρίμματα, αλλά στα υψίπεδα του πολιτισμού, της κουλτούρας, των αξιών, ανοίγει καινούργιους δρόμους για την ατελεύτητη επαναφορά του δοκιμασμένου σαν αδοκίμαστου, του πεπαλαιωμένου σαν καινοτόμου.       

3 Ιαν 2011

Να ανοίξουν άμεσα τα κλειστά επαγγέλματα! Όλα;

Να ανοίξουν άμεσα τα κλειστά επαγγέλματα ζήτησε σήμερα ο πρωθυπουργός. Ορίστε όμως δειγματοληπτικά και μερικά κλειστά επαγγέλματα που υποψιάζομαι δεν περιλαμβάνονται στη συγκεκριμένη ρύθμιση:

Πολιτικός (έχετε σκεφτεί ποτέ να μπείτε στην πολιτική; Μάλλον όχι. Σκεφτήκατε ποτέ γιατί δεν το σκεφτήκατε; Για να γίνει κάποιος πολιτικός χρειάζεται γερό κομπόδεμα, καλές γνωριμίες, λυμένα τα βιοποριστικά του. Σημείωση: αν είστε γιος/κόρη γνωστού πολιτικού, είστε τυχεροί, τα πράγματα είναι πολύ πιο εύκολα: κάποιος πρόλαβε να κάνει τις γνωριμίες, ενδεχομένως και το κομπόδεμα, πριν από σας για σας).

Δημοσιογράφος (σας λένε συχνά ότι γράφετε ωραία αλλά όποτε δοκιμάσατε βρήκατε κλειστές τις πόρτες του δημοσιογραφικού επαγγέλματος. Τυχαίο; Δε νομίζω! Για να γίνει κανείς δημοσιογράφος χρειάζονται, ξανά, καλές έως πολύ καλές γνωριμίες ή απλώς ένα πλούσιο – σε διασυνδέσεις – βιογραφικό. Η γνωστή σημείωση: αν είστε γιος/κόρη καταξιωμένου δημοσιογράφου, ισχύουν τα του πολιτικού).

Συγγραφέας (ισχύουν ακριβώς αλλά στο πιο κυριλέ τους τα του δημοσιογράφου. Επίσης, ένα καλό κομπόδεμα βοηθάει. Και η γνωστή σημείωση: αν είστε γιος/κόρη γνωστού συγγραφέα, δεν χρειάζεται να αλλάξετε και επίθετο στα εξώφυλλα των βιβλίων σας).

Υπάλληλος ΔΕΚΟ, ‘σικάτων’ υπουργείων και άλλων καταξιωμένων δημόσιων αραξοβολιών (ισχύουν – χωρίς το κομπόδεμα – τα του συγγραφέα και του δημοσιογράφου αλλά στο λιγότερο κυριλέ τους και στο πιο παρακαλεστικό τους).

Τηλεπαρουσιαστής και γενικότερα τηλεπερσόνα (εδώ χρειάζονται άλλου τύπου καλές γνωριμίες, απ’ αυτές που ένα τόσο σεμνό και ταπεινό blog δυσκολεύεται να σας αναλύσει).

Πανεπιστημιακός (είστε καταξιωμένος επιστήμων με λαμπρές σπουδές και εκτενές ερευνητικό έργο, αλλά στις προσπάθειές σας να γίνετε μέλος ΔΕΠ κάποιου πανεπιστημίου συνεχώς ‘σκοντάφτετε’. Γιατί άραγε; Δείτε τα προσόντα του υπαλλήλου ΔΕΚΟ και θα καταλάβετε – και μην ξεχνάτε το παρακαλεστικό τους, βοηθάει κι εδώ πολύ. Η βαρετή και επαναλαμβανόμενη πλέον σημείωση: αν ήταν και ο μπαμπάς ή η μαμά σας πανεπιστημιακός, κάτι κάνουμε).

Καταξιωμένος καλλιτέχνης (ήτοι ηθοποιός, σκηνοθέτης, και ό, τι άλλο σας γουστάρει: ένα γερό κομπόδεμα βοηθάει αν περιμένετε να ζήσετε από αυτό το επάγγελμα, όπως και οι πολύ καλές γνωριμίες διαφόρων τύπων αν θέλετε και να το κάνετε [το επάγγελμα]. Αν δεν διαθέτετε ούτε το ένα ούτε το άλλο, σας βλέπω μόνο σε ‘εναλλακτικές’ παραστάσεις για τους φίλους σας και τους φίλους των φίλων σας, στην καλύτερη περίπτωση – στην περίπτωση, δηλαδή, που αν και καλλιτέχνης έχετε ακόμα φίλους).