30 Δεκ 2009

Τα ήτα της ήττας μας

Δεν υπήρξα ποτέ πιουρίστας, γλωσσαμύντορας, πουριτανός ή όπως αλλιώς θέλουμε το λέμε, αλλά τελευταία έχω παρατηρήσει ότι τα γιώτα της ελληνικής γλώσσας - αυτά τα τόσο κομψά, όμορφα γράμματα - υφίστανται μια ανηλεή, άνευ προηγουμένου επίθεση από τα ήτα. Η 'ανακαίνιση' έγινε 'ανακαίνηση', η 'φωτογράφιση' γίνεται 'φωτογράφηση', η 'κατεδάφιση' μετατρέπεται εν μια νυκτί ή όσο τέλος πάντων διαρκεί μια γλωσσική κατεδάφιση σε 'κατεδάφηση'. Και ούτω καθ' εξής. Πρωτομάστορας στη στροφή αυτή προς μια - κατά την προσωπική μου άποψη - χοντροκομμένη, άσχημη χρήση της νεοελληνικής αναδεικνύεται όπως θα περίμενε κανείς η τηλεόραση. Μεσημεριανάδικα, τοκ σόους, φτιαγμένα στο πόδι ρεπορτάζ σε δελτία ειδήσεων καθιερώνουν μέρα με τη μέρα μια ομογενοποιητική, απλουστευτική χρήση της γλώσσας η οποία, υποψιάζομαι, σκοπό έχει να 'περνάνε' τα λεγόμενα πιο εύκολα σε μαζικά ακροατήρια χαμηλής μόρφωσης. Παρομοίως, βλέπω σε πινακίδες ή επιγραφές το 'απαγορεύεται' (όπως στο 'απαγορεύεται το κάπνισμα') να γίνεται 'απαγορεύετε' και το αντίστροφο. Μια σύγχυση δηλαδή επικρατεί στις μέρες μας μεταξύ παθητικής και ενεργητικής φωνής, ένα μπέρδεμα που εμφανίζεται διαρκώς περισσότερο σε e-mails, posts σε διάφορα blogs και εν γένει στον γραπτό μας λόγο, δείχνοντας ό, τι και η επικράτηση των ήτα: έλλειψη γλωσσικής παιδείας. Αλλά για να επανέλθω στα γιώτα που έχουν τραπεί σε άτακτη φυγή από τη σαρωτική επίθεση των ήτα σε όλο και περισσότερες λέξεις, νομίζω ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας μεγάλης ήττας. Ήττας πολιτιστικής, μορφωτικής, γλωσσικής. Όταν βλέπουμε τη λέξη 'αναβάθμιση' ξαφνικά να γίνεται 'αναβάθμηση', βλέπουμε νομίζω μια υποβάθμιση του γλωσσικού μας πλούτου, της ικανότητάς μας να εκφραστούμε μέσα από αυτό το τόσο περιεκτικό επικοινωνιακό εργαλείο που λέγεται νεοελληνική γλώσσα. Μια υποβάθμιση που δεν ξέρω αν θα οδηγήσει σε νέες γενιές ημιαγράμματων Ελλήνων ή σε κάποιου είδους αντίδραση απέναντι σε αυτή την κακοποίηση των λέξεων. Ο χρόνος θα δείξει. Προς το παρόν, εύχομαι σε όλους σας καλή χρονιά, ελπίζοντας του χρόνου να μην έχουμε φτάσει να ευχόμαστε ο ένας στον άλλο... 'καλή χρονηά'. ;-)

29 Δεκ 2009

Η επιλογή της σιωπής

Δεν ξέρω αν σας το έχω πει, αλλά ακούω πολύ ραδιόφωνο. Μ' αρέσει το Δεύτερο Πρόγραμμα, το οποίο ακούω εναλλάξ με το Τρίτο όλες ή σχεδόν όλες τις ώρες της ημέρας. Έτυχε λοιπόν αυτές τις μέρες να ακούσω, από το Δεύτερο, τα νέα τραγούδια δυο αγαπημένων φωνών, δυο αγαπημένων υπάρξεων: της Χαρούλας Αλεξίου και της Αρλέτας. Και δυστυχώς απογοητεύτηκα. Η μεν Χαρούλα δεν τραγουδάει αλλά περισσότερο απαγγέλλει, η δε Αρλέτα απλώς ΔΕΝ θα έπρεπε να εκτεθεί κατ' αυτόν τον τρόπο. Η απογοήτευση ήταν μεγάλη, γιατί μεγάλη ήταν και η εκτίμηση που τους είχα. Και όσο περισσότερο θαυμάζουμε νομίζω έναν καλλιτέχνη, έναν δημιουργό, τόσο περισσότερο θλιβόμαστε όταν διαπιστώνουμε ότι δεν ξέρει πότε να σιωπήσει. Γιατί η ώρα της σιωπής έρχεται, αργά ή γρήγορα, για όλους. Και ίδιον των μεγαλύτερων καλλιτεχνών, των πιο ξεχωριστών δημιουργών είναι ότι ξέρουν πότε να αποσυρθούν. Πότε να αφήσουν το περιβόλι της τέχνης τους να το σκαλίσουν και κάποιοι νεότεροι. Εκεί φαίνεται πραγματικά το μεγαλείο τους, όταν αποδεικνύουν ότι ξεπερνώντας ματαιοδοξίες, εγωισμούς και όλα αυτά τα 'μικρά' που μας χαρακτηρίζουν όλους, μπορούν να υψωθούν πάνω και πέρα από τα ανθρώπινα. Όπως μας έχουν συνηθίσει, άλλωστε, οι σπουδαιότεροι απ' αυτούς. Σεβόμενοι τόσο τους παλιούς, καλύτερους εαυτούς τους όσο και τους ανθρώπους που μαγεύτηκαν απ' την τέχνη τους και στάθηκαν συνοδοιπόροι τους στα χρόνια της μαγείας. Κι αν δεν μπορούν οι ίδιοι, οφείλουμε οι θαυμαστές τους να προφυλάξουμε αυτό το τόσο πολύτιμο που αντιπροσωπεύουν από τη φθορά του χρόνου και του γήρατος. Γι' αυτό και ιδίως την Αρλέτα, την οποία ξεχωρίζω τόσο για την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της όσο και για τη μακριά απ' τα φώτα της εύκολης δημοσιότητας στάση ζωής της, θα προσποιηθώ ότι ούτε την είδα, ούτε την άκουσα. Θα την κρατήσω στη μνήμη μου όπως τη θυμόμουν. Της αξίζει.

24 Δεκ 2009

Όταν χάθηκε το μέτρο

Πριν 12 χρόνια, όταν πέθανε ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ένας άνθρωπος διεθνώς καταξιωμένος ως κορυφαίος διανοητής, ο θάνατός του πέρασε στα ‘ψιλά’ των ελληνικών εφημερίδων. Για την ακρίβεια, δεν ‘πέρασε’ καθόλου στις εφημερίδες ως είδηση. Παρότι μιλάμε για τον μεγαλύτερο Έλληνα φιλόσοφο του περασμένου αιώνα, που με τη σκέψη του υπήρξε ο καλύτερος πρεσβευτής των ελληνικών γραμμάτων ανά την υφήλιο. Άνθρωποι στα πέρατα της γης που δεν ήξεραν την Ελλάδα, γνώριζαν τον Καστοριάδη. Αλλά στην ίδια την Ελλάδα ήταν και παρέμεινε, μέχρι το θάνατό του, σε ένα περιθώριο, σε μια διαρκή και χαρακτηριστική σκιά. Αντιθέτως, από την ημέρα που έφυγε από τη ζωή ο Χρήστος Λαμπράκης, δεν προλαβαίνω να μαθαίνω από πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες πόσο ‘μεγάλος Έλληνας’ ήταν, τι μεγέθους προσωπικότητα υπήρξε, τι τεράστια απώλεια για τον πολιτισμό μας ήταν ο θάνατός του. Ο άνθρωπος αυτός αναμφισβήτητα προσέφερε και έκανε πολλά, κυρίως στο χώρο των μέσων ενημέρωσης. Έδωσε δουλειά σε ανθρώπους μέσα από τα έντυπά του, δημιούργησε έναν μιντιακό κολοσσό, τον ΔΟΛ, άφησε ένα γερό χνάρι όπου πέρασε. Αλλά η αμετροεπής προβολή του μετά θάνατον ως πολιτιστικού γίγαντα, ως δυσθεώρητης σε μεγαλείο προσωπικότητας, ως ενός και μοναδικού αποδεικνύει πόσο έχουμε χάσει κάθε αίσθηση των πραγματικών διαστάσεων των πραγμάτων. Και πέραν αυτού, οι μεταθανάτιοι υμνητές του δεν φαίνονται να αντιλαμβάνονται ότι όσο ‘φουσκώνεις’ έναν άνθρωπο πέραν των αληθινών του διαστάσεων, τόσο εν τέλει τον μικραίνεις. Διότι ακόμη και οι πραγματικά μεγάλοι – ή ιδίως αυτοί – δεν έχουν ανάγκη από ακολούθους, υμνητές, τελάληδες του μεγαλείου τους. Αλλά αυτό δύσκολα μπορεί να το αντιληφθεί ο οιοσδήποτε ζει και εργάζεται σε μια χώρα όπως η σημερινή Ελλάδα.

22 Δεκ 2009

Τα όρια του χιούμορ

Ο Γιάννης Κότσιρας και ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας είναι δυο μουσικοί που πάντα μου άρεσαν. Τους ξεχώριζα και τους ξεχωρίζω για την αξιοπρέπειά τους, το καλό τους γούστο, τις όμορφες μελωδίες τους. Όμως φαίνονται να νομίζουν ότι ζουν σε μια χώρα της πλάκας, στην οποία ως εκ τούτου δικαιούνται να κάνουν την πλάκα τους ακόμα και με πράγματα που θα έπρεπε να το ξανασκεφτούν πριν τα πάρουν ελαφρά. Ακόμα και με τα αντικαπνιστικά μέτρα, που τόσο ανάγκη είχε αυτή η δύστυχη χώρα που βρωμοκοπάει ολόκληρη τσιγαρίλα. Δυστυχώς, με την παράστασή τους που τιτλοφορείται 'Νόου σμόκιν', οι δυο κατά τα άλλα εξαίρετοι μουσικοί γίνονται εκφραστές μιας πολύ συγκεκριμένης, χαβαλετζίδικης βιοθεωρίας, η οποία με βρίσκει αντίθετο. Διότι αυτό που χρειαζόμαστε για να πιάσουν τόπο μέτρα όπως αυτά κατά του καπνίσματος δεν είναι ακόμα περισσότερος χαβαλές - απ' αυτόν διαθέτουμε άφθονο ως χώρα-κοιτίδα του 'ευγενούς' αυτού σπορ - αλλά υπέρβαση των εαυτών μας. Και εκ βάθρων αλλαγή νοοτροπιών. Στην οποία αλλαγή νοοτροπιών συμπεριλαμβάνω και το να κατορθώσουμε να μη σέρνουμε ο ένας τον άλλο στα δικαστήρια για ψύλλου πήδημα. (Γι' αυτό διαφωνώ KAI με τις μηνύσεις που έγιναν σε βάρος των καλλιτεχνών από πολίτες.) Οι μηνύσεις δεν οδηγούν πουθενά, σε μια χώρα με δικομανείς κατοίκους. Όπως και 'χιουμοράκι' σαν αυτό των κυρίων Κότσιρα και Μαχαιρίτσα μόνο κακό μπορεί να κάνει σε μια χώρα βουτηγμένη μέχρι το λαιμό στα αποτσίγαρα και την 'πλακίτσα'.

19 Δεκ 2009

Hopenhagen

Η παγκόσμια διάσκεψη της Κοπεγχάγης – Hopenhagen βάφτισαν αυτές τις μέρες την πόλη κάποιοι, για να μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε τι διακυβεύεται, να μας ωθήσουν να συνειδητοποιήσουμε τη βαρύτητα της υπόθεσης που λέγεται ‘κλιματική αλλαγή’ – μόλις μας τελείωσε. Οι πρωταγωνιστές της, ο Ομπάμα με τον Κινέζο πρωθυπουργό, ηγέτες των δυο μεγαλύτερων ρυπαντών του πλανήτη ΗΠΑ και Κίνας, συναντήθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο μια-δυο φορές, τα είπαν και επέστρεψαν στις χώρες τους. Μέχρι να προσγειωθούν τα αεροπλάνα τους στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο θα έχουν ήδη αρχίσει να σκέφτονται άλλα, πιο φλέγοντα γι’ αυτούς ζητήματα. Διότι το να ηγείσαι μιας υπερδύναμης σημαίνει ότι έχεις πολλές, πάρα πολλές σκοτούρες, που δεν επιτρέπουν να ασχοληθείς ΚΑΙ με το περιβάλλον. Βεβαίως, για τα μάτια του κόσμου – του κόσμου στην κυριολεξία, για τα μάτια της υφηλίου που περίμενε να δει τι τέλος πάντων θα βγει από την Κοπεγχάγη – ο Ομπάμα, που ως έμπειρος σόουμαν προσπαθεί να μην απογοητεύει ποτέ το κοινό του, έφτασε, στο τελείωμα της διάσκεψης, σε μια άτυπη, μη δεσμευτική συμφωνία με μερικές άλλες χώρες – Κίνα, Ινδία, Νότιο Αφρική, Βραζιλία. Και όλοι – ή σχεδόν όλοι, αν σκεφτούμε τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και ηγέτες ‘υπανάπτυκτων’ κρατών που πληρώνουν το λογαριασμό σε τσουνάμι, πλημμύρες, ξηρασίες, λιμούς για το φαγοπότι των ‘ανεπτυγμένων’ και οι οποίοι δεν έχουν κανένα λόγο να χαμογελούν – δήλωσαν με ένα αμήχανο, χαζοχαρούμενο χαμογελάκι ότι έγινε ένα ‘πρώτο βήμα’. Το ίδιο πρώτο βήμα, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Richard Black του BBC, που είχε γίνει στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1992. Το ίδιο πρώτο βήμα που είχε γίνει και στο Μπαλί το 2007. Ένα πρώτο βήμα που επαναλαμβάνεται, από παγκόσμια περιβαλλοντική διάσκεψη σε παγκόσμια περιβαλλοντική διάσκεψη, για να οδηγήσει στην επόμενη, στην οποία θα γίνει ένα ακόμη ‘πρώτο βήμα’. Μέχρι να αντιληφθούμε ότι η ανθρωποφάγος και πλανητοφάγος κινητήριος ιδέα που λέγεται ‘ανάπτυξη’ στερείται δυστυχώς βαθύτερου νοήματος. Ότι δεν οδηγεί παρά σε ‘πρώτα βήματα’ αντιμετώπισης των συνεπειών της. Αλλά ως τότε μπορεί να είναι πολύ αργά. Θα έχουμε φοβάμαι ‘αναπτυχθεί’ τόσο, που δε θα υπάρχει γυρισμός.

18 Δεκ 2009

Φυγή από τη γελοιότητα

Υπάρχουν κάποια παιδιά που, στην μπερδεμένη αυτή εποχή των επαναστατών του καναπέ και των καναπεδάκηδων που σπάνε βιτρίνες, δεν το έχουν βάλει κάτω. Σκέφτονται διαφορετικά, ‘την έχουν δει’ διαφορετικά, προσπαθούν για το διαφορετικό. Γνωριστήκαμε θυμάμαι με κάποιους απ’ αυτούς σ’ ένα συνέδριο για τον Κορνήλιο Καστοριάδη, που αποτελεί και την κοινή μας αφετηρία. Ο μεγάλος αυτός διανοητής ενέπνευσε με το ρηξικέλευθο πνεύμα του τους άτακτους νεαρούς της ομάδας 'Αυτονομία ή Βαρβαρότητα' που επιμένουν να ταράζουν τα λιμνάζοντα νερά της πολιτικοκοινωνικά στάσιμης εποχής μας. Νεαρότεροι στην ηλικία από εμένα, δεν τους έχει χτυπήσει ακόμη κατάμουτρα η ματαιότητα των πραγμάτων, δεν τους έχει κυριεύσει η ηττοπάθεια που κατακτά όλους εμάς τους ‘μεγαλύτερους’ όσο περνάνε τα χρόνια – λειτουργώντας ως η καλύτερη πρόφαση για να την περνάμε στημένοι μπροστά σε μια τηλεόραση. Όπως και ο ίδιος ο Καστοριάδης, οι νεαροί της ομάδας 'Αυτονομία ή Βαρβαρότητα' δεν παύουν να πιστεύουν στο απίστευτο, να βάζουν με το νου τους το ασύλληπτο, να στοχεύουν στο άπιαστο. Κυκλοφορούν και ένα περιοδικό, το δικό τους μπουκάλι στον αχανή ωκεανό όπου επιπλέει και αυτό το blog, όπως δεκάδες άλλα περιοδικά και blogs. Τα μπουκάλια αυτά ταξιδεύουν προς άγνωστες κατευθύνσεις, έρμαια των κυμάτων, των ιδιοτροπιών του υγρού στοιχείου, της ρευστής πραγματικότητας που ζούμε. Μοναχικό το ταξίδι τους, το ταξίδι μας, όπως μοναχική η διαδρομή καθενός που έχει κάτι γνησίως δικό του να πει, που προτιμά την ανοιχτή θάλασσα από τα ξερονήσια της μαζικής κουλτούρας, τα κύματα από τις αμμουδερές παραλίες της εύκολης αποχαύνωσης. ‘Έχω την επιθυμία, και αισθάνομαι την ανάγκη, για να ζήσω, μιας άλλης κοινωνίας από αυτή που με περιβάλλει’ είχε πει ο ίδιος ο Καστοριάδης. Και πράγματι, ποιος από μας δεν έχει αυτή ακριβώς την ανάγκη και επιθυμία. Αλλά προτιμούμε την ευκολία της απραξίας από την προσπάθεια για ένα όραμα έστω ασχημάτιστο, από την εμπλοκή σε ένα εγχείρημα έστω καταδικασμένο. Ο Καστοριάδης έλεγε ότι προτιμούσε ‘την αποτυχία σε μια προσπάθεια που έχει ένα νόημα, παρά μια κατάσταση που μένει πριν ακόμα κι απ’ την αποτυχία ή τη μη αποτυχία, που μένει γελοία’. Οι περισσότεροι όμως – και δεν μπορούμε να κατηγορηθούμε γι’ αυτό, τι πιο ανθρώπινο από την παραίτηση – επιλέξαμε να εναγκαλιστούμε αυτού του είδους τη γελοιότητα, να γίνουμε ένα μαζί της. Παρότι σποραδικά μπορεί να κάνουμε κάποιες κινήσεις για να απελευθερωθούμε από αυτό το σφιχταγκάλιασμα. Κινήσεις δύσκολες, επίπονες, αβέβαιες. Μια τέτοια κίνηση βλέπουμε νομίζω και στην προσπάθεια που λέγεται 'Μάγμα', το περιοδικό που βγάζουν τα παιδιά αυτά που δεν θέλουν να ζήσουν αγκαζέ με την ατολμία.

16 Δεκ 2009

Κόντρα στα τηλεχριστούγεννα

Πλησιάζουν οι γιορτές, οι δρόμοι έχουν από μέρες γεμίσει Άγιους Βασίληδες, χριστουγεννιάτικα δέντρα, φωτάκια. Σιγά-σιγά θα αρχίσουν και τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ των ημερών για τις τιμές των μελομακάρονων και άλλων χριστουγεννιάτικων γλυκισμάτων. Από την τηλεόραση θα ενημερωθούμε και φέτος για το πόσο έχουν το κιλό οι δίπλες, που κυμαίνονται οι τιμές σε σχέση με πέρσι, που και πώς θα προμηθευτούμε τα εορταστικά μας γλυκίσματα στις πιο συμφέρουσες τιμές. Όλο αυτό δυστυχώς κανονοποιεί, μετατρέπει σε κανόνα ζωής, σε νόρμα που οφείλουμε να ακολουθήσουμε άπαντες, την εμπορευματοποίηση των γιορτών, την απώλεια μιας έστω και στοιχειώδους επαφής με τις χριστουγεννιάτικες παραδόσεις. Κάποτε, όχι πολλά χρόνια πριν, οι νοικοκυρές ή και οι νοικοκύρηδες αν το έλεγε η ψυχή τους έπλαθαν, έφτιαχναν μόνοι τους μελομακάρονα, βασιλόπιτες, τσουρέκια, κουλούρια και ένα σωρό άλλες παραδοσιακές νοστιμιές σε κάθε γωνιά της Ελλάδας: στα νησιά μας, στην Ήπειρο, τη Βόρειο Ελλάδα. Κάθε μέρος και με τις δικές του παραδοσιακές συνταγές. Συνταγές που έδιναν χρώμα και νόημα στην περίοδο των γιορτών, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα ξεχωριστή. Διότι όπως και να το κάνουμε είναι εντελώς άλλο πράγμα να μοσχοβολάει το σπίτι ολόκληρο από λιχουδιές που ετοιμάσαμε με τα χεράκια μας και εντελώς άλλο να έρχεται ένα απρόσωπο κουτί από το ζαχαροπλαστείο. Και όμως, αυτή την τεράστια απώλεια όχι μόνο δεν την πολυνιώθουμε, αλλά έχουμε και τα κανάλια να μας βομβαρδίζουν κάθε τέτοιες μέρες με ρεπορτάζ που φιλοδοξούν να δημιουργήσουν μια νέου είδους παράδοση: την ‘παραδοσιακή’ επίσκεψη στο ζαχαροπλαστείο για έτοιμα, προκατασκευασμένα γλυκά. Με τη δικαιολογία ότι οι σύγχρονοι εργαζόμενοι δεν έχουν χρόνο για να καθίσουν να ασχοληθούν οι ίδιοι με οτιδήποτε. Ενώ έχουν όλο το χρόνο που χρειάζεται για να παρακολουθούν τα σχετικά ρεπορτάζ και να γυρίζουν στα ζαχαροπλαστεία. Περισσότερο νομίζω αποτελεί ζήτημα προτεραιοτήτων και σκοπιμοτήτων η επαφή – ή η απώλειά της – με την πιο αυθεντική, πιο ανθρώπινη πλευρά των γιορτών, παρά οτιδήποτε άλλο. Γι’ αυτό και θα σας παρότρυνα, αυτά τα Χριστούγεννα, να γεμίσετε το σπίτι σας μυρωδιές χριστουγεννιάτικες. Το αξίζουμε όλοι. Κόντρα στο πνεύμα της εποχής και των τηλεχριστουγέννων.

15 Δεκ 2009

Καλές γιορτές με τον ΟΣΕ

Αναμφίβολα θα έχετε βαρεθεί να ακούτε από αυτό το blog για τον ΟΣΕ, για την ελλιπή καθαριότητα στα τρένα του και άλλα διάφορα προβλήματα που κατά καιρούς σας έχω εξιστορήσει. Όμως έχω τελευταία αναγκαστεί να χρησιμοποιώ τις υπηρεσίες του και διαπιστώνω ότι δυστυχώς πάνε από το κακό στο χειρότερο. Το τελευταίο κρούσμα; Εδώ και αρκετές εβδομάδες καλώ το 1110, τον τετραψήφιο αριθμό για τηλεφωνική κράτηση θέσεων και πληροφορίες γύρω από διαθεσιμότητα θέσεων, δρομολόγια, τιμές εισιτηρίων. Αλλά μια φωνή με ενημερώνει ότι για τεχνικούς λόγους η υπηρεσία ‘δε λειτουργεί προσωρινά’. Και αναρωτιέμαι, ΠΟΣΟ άραγε να διαρκεί αυτό το ‘προσωρινά’. Το ημερολόγιο λέει σήμερα 15 Δεκεμβρίου, έχουμε ήδη μπει στις γιορτές, πολύς κόσμος ταξιδεύει ή ετοιμάζεται να ταξιδέψει και ο ΟΣΕ ‘προσωρινά’ μας άφησε χωρίς τηλεφωνική εξυπηρέτηση. Θα μου πείτε πώς κάνεις έτσι; Ζούμε στην εποχή του internet, δεν έχεις παρά να μπεις στο site του οργανισμού και να βρεις ό, τι χρειάζεσαι. Αυτό ακριβώς και έκανα, δοκιμάζοντας με δυο διαφορετικούς τρόπους να βρω, από το site, δρομολόγια. ΚΑΙ με τους δυο τρόπους που δοκίμασα δεν μπορούσαν να βρεθούν δρομολόγια. Όχι γιατί δεν υπάρχουν, αλλά γιατί το site του ΟΣΕ είναι φτιαγμένο στο πόδι και δε λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Οπότε τι μένει; Η παλιά, δοκιμασμένη συνταγή: η επίσκεψη στον σταθμό και στα γκισέ έκδοσης εισιτηρίων, η αναμονή στην ουρά, οι καπνοί από το τσιγάρο του υπαλλήλου όταν φτάσεις επιτέλους μπροστά στο γκισέ, η επιστροφή από το σταθμό βρίζοντας. Βεβαίως, όλα αυτά δεν θα χρειαστεί να τα περάσω, γιατί, γνώστης πλέον της κατάστασης, φρόντισα να προμηθευτώ τα εορταστικά μου εισιτήρια καιρό πριν. Αλλά θέλησα - τι φιλοδοξία κι αυτή! - να αλλάξω την ώρα αναχώρησης, γι’ αυτό προσπάθησα να βρω αν υπάρχουν άλλα δρομολόγια διαθέσιμα την ημέρα που θα ταξιδέψω. Και προσέκρουσα στον ογκόλιθο που λέγεται ΟΣΕ. Καλές γιορτές!

14 Δεκ 2009

Έλληνας



Αγαπητέ μου Αντώνη, πανηγυρίζω κι εγώ μαζί σου στην θριαμβευτική σου νίκη που διανοίγει μια νέα προοπτική για την Ελλάδα μας! Με αγάπη, δικός σου, Μίκης.’ Με αυτά τα λόγια συνεχάρη ο Μίκης Θεοδωράκης τον φρεσκοεκλεγμένο στην αρχηγία της ΝΔ Αντώνη Σαμαρά. Και έκανε πολλούς, για μια ακόμη φορά, να αναρωτηθούν: ποιος είναι αλήθεια ο Μίκης Θεοδωράκης; Θα έλεγα ότι είναι ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης, ο ψηλός με τη λιονταρίσια χαίτη άνδρας που με τα τραγούδια του, τις μελωδίες του έγινε σύμβολο ενός ολόκληρου λαού. Σύμβολο αντίστασης, αντοχής σε χούντες, χωροφύλακες, δεξιά καθεστώτα, διώξεις, εξορίες. Τα τραγούδια του μίλησαν βαθιά στην ψυχή, ανέβηκαν στα χείλη κουβαλώντας ελπίδες, ανησυχίες, ευαισθησίες εκατομμυρίων ανθρώπων, προσφέροντάς τους παρηγοριά, αποκούμπι, ανάσα στα δύσκολα. Και δύσκολα υπήρξαν, τα ζήσαμε, τα έζησαν – γονείς, θείοι, παππούδες. Σήμερα όμως ζούμε στην εποχή της ευκολίας. Εύκολα αλλάζουμε κινητό, ρούχα, ερωτικούς συντρόφους, κανάλια στην τηλεόραση. Εύκολα μπορούμε και να χαρακτηρίσουμε, αφικνούμενοι εξ αριστερών, ‘προδότη’ τον Μίκη. Εύκολα μπορούμε να αναρωτηθούμε αν απλώς ‘τα ’χει χάσει’ λόγω γήρατος. Εύκολα μπορούμε να θεωρήσουμε ότι βλέπει κάτι στον Σαμαρά – όπως είδε και στον Καραμανλή του 1974 (του Θεοδωρακικής έμπνευσης ‘Καραμανλής ή τανκς’) ή τον Μητσοτάκη του 1990 – που δεν το είδαμε ποτέ ούτε το βλέπουμε όλοι οι υπόλοιποι, θεωρώντας τον, ως εκ τούτου, απλώς Δεξιό. Εύκολα όλα αυτά. Το δύσκολο είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι ο Μίκης απλώς λειτουργεί όπως κάθε νεοέλληνας. Αψυχολόγητα, απρόβλεπτα, απροσχεδίαστα. Δεν τον ενδιαφέρει η υστεροφημία του, δεν τον απασχολεί η ιστορία του, δεν πολυψάχνεται, δεν πολυσκοτίζεται. Απλώς συμπεριφέρεται όπως του έρχεται, λέει ό, τι του κατεβαίνει όποτε του κατεβαίνει, κατηγορεί τους κακούς Αμερικάνους και διάφορους άλλους μικρότερου γεωπολιτικού βεληνεκούς εχθρούς της Ελλάδος για όσα του χαλάνε το κέφι, παίρνει σπουδαιοφανές ύφος για να εκστομίσει κοινοτοπίες – στην περίπτωση του Μίκη αυτό το κάνει αντί για τον ίδιο ο Λάκης Λαζόπουλος, αναγιγνώσκοντας επιστολές του –, δεν αρνείται καμία παρέα αρκεί να νιώθει καλά. Αν καταφεύγαμε στην ευκολία να τον χαρακτηρίσουμε ‘προδότη’, ‘φυραμένο’, ‘Δεξιό’, θα σήμαινε ότι ξεχάσαμε ότι ο Μίκης τυγχάνει Έλληνας. Μεγάλος Έλληνας, χωρίς αμφιβολία, αλλά Έλληνας παρ’ όλα αυτά.

13 Δεκ 2009

Το παζλ της βίας

Τα τελευταία χρόνια και ιδίως από τον περσινό Δεκέμβρη παίζουμε ένα παιχνίδι: πρόκειται για ένα παζλ με δυο τεράστια κομμάτια. Η δαιμονοποίηση της αστυνομίας αποτελεί το πρώτο κομμάτι. Ασχολούμαστε υπερβολικά, σχολαστικά, με την αστυνομία, την οποία βάζουμε στο μικροσκόπιο για τις βίαιες μεθόδους της, αγνοώντας την καθημερινή δική μας βία, που κι αυτή καταπίνει στο διάβα της 15χρονα παιδιά. Και με αφορμή το θάνατο του 15χρονου Αλέξη, πέρσι το Δεκέμβρη, ανοίξαμε έναν μεγάλο κύκλο βίας που αφήνει βολικά απ’ έξω την αποξένωσή μας, τον κατακερματισμό της ανθρωπινότητάς μας, τις ματιές αδιαφορίας που ανταλλάσουμε καθημερινά μεταξύ μας όπου βρεθούμε, την εξαχρείωσή μας όταν μπαίνοντας σε ένα αυτοκίνητο βγαίνουμε στους δρόμους και μεταμορφωνόμαστε σε ανθρωποφάγα, λαμαρινένια θηρία. Οδηγούμαστε έτσι στο δεύτερο κομμάτι του παζλ, που ταιριάζει γάντι με το προηγούμενο και είναι η διατήρηση του πανεπιστημιακού Ασύλου, για να προστατευτεί υποτίθεται η φοιτητιώσα νεολαία μας από την αστυνομική βία. Ξεχνώντας ότι αυτοί που χρειάζονται προστασία και άσυλο δεν είναι οι φοιτητές αλλά καταρχήν οι ίδιοι οι πρυτάνεις των πανεπιστημίων, που δέρνονται ανελέητα αν τολμήσουν και πουν ή κάνουν πράγματα που δεν αρέσουν σε φοιτητές ή ‘αντιεξουσιαστές’. Όπως άσυλο χρειάζονται και τα ίδια τα πανεπιστήμια, από τους καταστροφείς τους. Τα δυο αυτά κομμάτια αυτού του παζλ βίας δε μπορούν, δυστυχώς, να υπάρξουν το ένα χωρίς το άλλο. Η χρονίζουσα, αθεράπευτη εμμονή με την αστυνομική βία, η δαιμονοποίηση του κακού, βάναυσου ‘μπάτσου’, που τόσο έχει βολέψει την ’Αριστερά’ - για να ξεχνά την αμηχανία της, την αλαλία της απέναντι σε μια κοινωνία, μια εποχή που την έχει αφήσει πίσω -, πάει χεράκι-χεράκι με την ταρίχευση νοοτροπιών, θεσμών, προβλημάτων του παρελθόντος που δε θέλουμε, δεν αφήνουμε να πεθάνουν. Διότι χωρίς κακή αστυνομία δε χρειάζεται Άσυλο. Και χωρίς Άσυλο οι διαφόροι αργόσχολοι, καφενόβιοι, τα χαμένα κορμιά που παράγει με ρυθμούς ανελέητους η νεοελληνική πραγματικότητα θα στερούνταν την παιδική χαρά τους. Αλλά υπάρχει και χειρότερο. Τα δυο αυτά κομμάτια του παζλ μας δεν τολμούν να τα πειράξουν όσοι θα μπορούσαν και θα έπρεπε να τα πειράξουν. Επί παραδείγματι, οι πολιτικοί. H υπουργός Παιδείας νίπτει τας χείρας της και μιλά για ‘μηδενική ανοχή’, ξεχνώντας ότι πλέον θα ταίριαζε περισσότερο να μιλήσουμε για μηδενική αντοχή σε τέτοιου είδους εξαθλίωση. Νομίζουν oι πολιτικοί μας ή κάνουν πως νομίζουν ότι μόλις βγήκαμε ή τώρα μόλις βγαίνουμε από τη δικτατορία, ότι ζούμε στην εποχή των παντοδύναμων χωροφυλάκων, των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων, των εξοριών, των διώξεων. Και δε βλέπουν ή κάνουν πως δε βλέπουν ότι οι μόνοι που υφίστανται διώξεις είναι, στα πανεπιστήμια, οι φοιτητές που δε χορεύουν το χορό της οργανωμένης ‘Αριστεράς’ ή οι πρυτάνεις που δέρνονται από τους κατά τα άλλα ανυπεράσπιστους φοιτητές. Και εκτός πανεπιστημίων άσχετοι περαστικοί ή καταστηματάρχες που ταλαιπωρούνται από συλλαλητήρια και κάθε είδους δημόσιες καταστροφές. Μήπως ήρθε ο καιρός, αφήνοντας την αστυνομία - που δεν αποτελεί άλλωστε παρά κομμάτι μας, καθρέφτη μας -, να κοιτάξουμε να εξαλείψουμε τη βία όλων μας εναντίον όλων στους δρόμους, στα κατειλημμένα από αυτοκίνητα πεζοδρόμια, σε κάθε γωνιά της πραγματικότητας που βιώνουμε;

11 Δεκ 2009

Για τον Σόλωνα

Εδώ και έναν χρόνο γίνονται αμέτρητες διαδηλώσεις, συζητήσεις, δημόσιες καταστροφές, καταλήψεις, διαμαρτυρίες για τον Αλέξη. Και δικαίως. Ήταν ένας έφηβος που έχασε τη ζωή του, μια ζωή που την είχε όλη μπροστά του, άδικα και αναίτια. Γι’ αυτό και έγινε σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς, μιας ολόκληρης χώρας. Καμία όμως διαδήλωση, καμία συζήτηση, καμία συγκίνηση, κανένας προβληματισμός για τον Σόλωνα. Καταρχάς αυτό καθεαυτό το όνομά του, σε αντίθεση με του συνομήλικού του Αλέξη, δεν προκαλεί κανένα συνειρμό. Πιθανότατα αυτή τη στιγμή θα αναρωτιέστε, ποιος είναι πάλι αυτός ο Σόλωνας. Ο Σόλωνας ήταν ένα παλικαράκι δεκαπέντε ετών. Ένα βράδυ πριν λίγες μέρες διέσχιζε με την παρέα του μια διάβαση πεζών στη λεωφόρο Κηφισίας. Και τον χτύπησε ένα αυτοκίνητο αφήνοντάς τον βαρύτατα τραυματισμένο. Λίγο αργότερα ο Σόλωνας ξεψύχησε. Και ο οδηγός του αυτοκινήτου που τον σκότωσε δε σταμάτησε καν για να δει τι έγινε, αν χτύπησε κάδο απορριμμάτων, ζώο ή άνθρωπο, αν το θύμα του είχε τραυματιστεί, αν ζούσε. Όπως και ο Αλέξης, ο Σόλωνας έπεσε θύμα μιας ολόκληρης κοινωνίας που έχει πάρει την κάτω βόλτα. Τα σώματα ασφαλείας της κοινωνίας αυτής αποτελούν απλώς μια ακόμη έκφανση της κρίσης αξιών, θεσμών, ιδανικών, που τη μαστίζει, όπως και οι δρόμοι της. Η έλλειψη οδικής παιδείας αποτελεί την πιο κραυγαλέα έκφραση της αποξένωσης, της κοινωνικής μας αποσάθρωσης. Στα πλαίσια αυτής της αποσάθρωσης και στην αρένα που λέγεται άσφαλτος ο πιο δυνατός, όποιος δηλαδή βρίσκεται πίσω από ένα τιμόνι, δεν υπολογίζει τίποτα και κανένα. Οι πεζοί αποτελούν παρασιτικές υπάρξεις, αδύναμους κρίκους που απλώς δεν αφήνουν τους παντοδύναμους οδηγούς να χορτάσουν ιπποδύναμη και ταχύτητα. Και οι άλλοι οδηγοί είναι ανταγωνιστές σε έναν ατέλειωτο, δίχως όρια και κανόνες, αγώνα ταχύτητας. Η εξαγρίωση αυτή, η εξαχρείωση όσων μπαίνοντας σε ένα αυτοκίνητο μετατρέπονται σε άψυχα, τροχοφόρα θεριά είχε θύμα της τον νεαρό Σόλωνα. Ένα παιδί που απλώς έμεινε τελευταίο στην παρέα εφήβων που διέσχιζε τη διάβαση και δεν πρόλαβε να γλυτώσει. Αλλά σε αντίθεση με την αστυνομική βία, η βία όλων μας εναντίον όλων στην ασφαλτόστρωτη αυτή ζούγκλα θεωρείται δεδομένη. Θεωρείται αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Γι’ αυτό και ο θάνατος του Σόλωνα, ο τόσο άδικος και αναίτιος, πέρασε στα ‘ψιλά’ των εφημερίδων - στα ‘ψιλά’ των συνειδήσεών μας.

9 Δεκ 2009

Περί ασύλου και όχι μόνο...

Ακούγονται πολλά και διάφορα τελευταία για τον κατά γενική ομολογία προβληματικό – το λιγότερο που θα μπορούσε να πει κανείς – θεσμό του πανεπιστημιακού ασύλου, που φαίνεται να έχει καταντήσει άσυλο για την άσκηση τυφλής, 'αντιεξουσιαστικής' βίας. Ένα ερώτημα που τίθεται, άμεσα συνδεδεμένο με το ζήτημα του ασύλου, είναι γιατί οι αρχές των πανεπιστημίων, δηλαδή οι πρυτανείες, τηρούν τόσο νερουλή στάση απέναντι σε ένα τόσο φλέγον ζήτημα. Ακόμα και για τον πολύ πρόσφατο σοβαρότατο τραυματισμό του πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών (που μόλις παραιτήθηκε), στην προσπάθειά του να αποτρέψει τους γνωστούς-άγνωστους κουκουλοφόρους από το να μπουκάρουν στους ιστορικούς χώρους του πανεπιστημίου, οι άλλοι πρυτάνεις εκφράστηκαν με τη συνηθισμένη τους ασάφεια και ατολμία. Άραγε που οφείλεται αυτή η απροθυμία τους να να μιλήσουν ανοιχτά, να πάρουν γενναίες αποφάσεις αλλαγών στο θεσμό του ασύλου, αλλαγών που τόσο χρειάζονται; Αντί άλλης απάντησης, θυμίζω ότι με τον ισχύοντα Νόμο 3549/2007 η εκλογή Πρυτάνεων και Αντιπρυτάνεων γίνεται σε ποσοστό 40% από τους φοιτητές. Μιλάμε δηλαδή για ανθρώπους – οι πρυτάνεις – που σε ποσοστό 40% οφείλουν την εκλογή τους σε νεαρούς και νεαρές στους οποίους (ως γνωστόν) κυριαρχούν πολιτικοϊδεολογικά οι υπερασπιστές του ασύλου και του 'συμβολισμού' του, διάφορες δηλαδή 'αριστερές' φοιτητικές οργανώσεις που με τον γνωστό συντηρητισμό τους – αριστεροί και συντηρητικοί ταυτόχρονα; Ω ναι! – μάχονται με νύχια και με δόντια κατά της κατάργησής του. Θα μπορούσαν λοιπόν ποτέ οι πρυτάνεις να πουν πράγματα, να εκφράσουν απόψεις, να πάρουν αποφάσεις που θα δυσαρεστούσαν όλους αυτούς; Ασφαλώς και όχι. Ένα ερώτημα όμως τίθεται και τίθεται, αν μου επιτρέπετε, κάπως βαριά: ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΛΟΓΟ συμμετέχουν οι φοιτητές στην εκλογή των πρυτανικών αρχών των πανεπιστημίων; Και μάλιστα σε τέτοιο μεγάλο ποσοστό; Νομίζω ότι δε θα έπρεπε να έχουν, οι φοιτητές, καμία μα καμία σχέση με την εκλογή πρυτάνεων, για τον απλούστατο λόγο ότι ΔΕΝ εργάζονται ούτε θα συνταξιοδοτηθούν ποτέ από το πανεπιστήμιό τους, σε αντίθεση με καθηγητές και λοιπό προσωπικό. Περαστικοί είναι και ως περαστικοί θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται, χωρίς αυτό να σημαίνει βεβαίως ότι δε θα έπρεπε να έχουν κάποια δικαιώματα. Αλλά από την παραδοχή αυτή μέχρι το να εκλέγουν τις πρυτανικές αρχές υπάρχει τεράστια, αγεφύρωτη απόσταση.

7 Δεκ 2009

Για ένα ακόμη άσκοπο συλλαλητήριο

Σήμερα έχουμε πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο. Αν το συλλαλητήριο αυτό γινόταν σε κάποια χώρα στην οποία δε γίνονται καθημερινά συλλαλητήρια, θα είχε κάποιο νόημα. Θα είχε κάτι να πει, δε θα περνούσε απαρατήρητο, θα συζητιόταν για μέρες. Όμως στην Ελλάδα ένα ακόμη συλλαλητήριο είναι ένα ακόμη συλλαλητήριο. Με μοναδικό αποτέλεσμα την καταστροφή δημόσιας περιουσίας, την ταλαιπωρία άσχετων πολιτών στις μετακινήσεις τους, τα πολλαπλά εμφράγματα στην κυκλοφοριακή ροή της πόλης. Με όλα αυτά δεδομένα, γνωστά, διαπιστωμένα από χρόνια, αναρωτιέται κανείς ΓΙΑΤΙ γίνονται ακόμη συλλαλητήρια. Ο χώρος της δημόσιας εκπαίδευσης κάθε επιπέδου νοσεί, πάσχει από σημαντικότατες ελλείψεις, παθογένειες, αγκυλώσεις. Αυτό κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει. Όπως δεν μπορεί να αμφισβητηθεί το ότι μεταξύ αυτών των χρονιζόντων προβλημάτων συγκαταλέγονται και οι καθιερωμένες πλέον – σε ετήσια βάση, με την έναρξη της σχολικής χρονιάς αλλά και σε ενδιάμεσες ‘θερμές’ συγκυρίες όπως η 17η Νοέμβρη ή η καινούργια επέτειος της 6ης Δεκέμβρη – καταλήψεις πανεπιστημιακών σχολών και σχολείων με τις συνεπακόλουθες καταστροφές σχολικών αιθουσών και λεηλασίες, την απώλεια μαθημάτων και χίλια δυο άλλα. Αποτελούν πλέον, οι ενέργειες αυτές, περισσότερο μέρος των προβλημάτων της δημόσιας παιδείας παρά της λύσης τους, από τη στιγμή που όχι μόνο δε συνεισφέρουν τίποτα στον έστω υποτυπώδη δημόσιο διάλογο μεταξύ κομμάτων και κοινωνικών εταίρων για τα ζητήματα της παιδείας αλλά δημιουργούν επιπλέον προβλήματα, ανοίγουν νέες εστίες αχρείαστης έντασης. Όλα αυτά δεν αποτελούν συμπεράσματα στα οποία χρειάζεται νομίζω μεγάλη σοφία για να φτάσει κανείς, αρκεί να ζει στην Ελλάδα. Αναρωτιέμαι λοιπόν πώς και γιατί, με τα φρέσκα, ανόθευτα ακόμη από την τριβή με την αδυσώπητη καθημερινότητα των ‘μεγάλων’ μυαλά τους, δεν τα έχουν τόσα χρόνια σκεφτεί τα ίδια τα παιδιά. Πώς και γιατί, με τις αγνές τους προθέσεις δεν σκέφτηκαν, ΑΝ και ΟΤΑΝ ένιωσαν την ανάγκη να διαμαρτυρηθούν, να το κάνουν δημιουργικά, διοργανώνοντας κάποιο πρωτότυπο, ευφάνταστο happening και όχι χάνοντας ημέρες ολόκληρες μαθημάτων, καταστρέφοντας, διαδηλώνοντας σε μια χώρα διαδηλώσεων.

6 Δεκ 2009

Διαλέγετε και παίρνετε

Προκειμένου να μπορούμε να παρακολουθούμε από κοντά τις ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις, αναρτώ το ευρετήριο σημαιών (πατώντας μεγαλώνει) των διαφόρων αναρχικών κινημάτων, που παρουσιάζει τις διάφορες σημαίες ανάλογα με τις μεταξύ των κινημάτων διαφορές. Αυτή τη στιγμή στο κτίριο του Πανεπιστημίου Αθηνών κυματίζει η πρώτη σημαία, με το κόκκινο και το μαύρο χρώμα. Το κόκκινο συμβολίζει τον σοσιαλισμό, το μαύρο τον αναρχισμό. Και η συνύπαρξή τους στη σημαία συμβολίζει τη συνύπαρξη αναρχικών και σοσιαλιστικών ιδεωδών, στα πλαίσια του κινήματος του αναρχοσυνδικαλισμού. Βρίσκω ταιριαστή την επιλογή της συγκεκριμένης σημαίας, δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή έχουμε στη χώρα μια 'σοσιαλιστική' κυβέρνηση. (Βεβαίως, αν ακόμη είχαμε τη ΝΔ στην κυβέρνηση, θα ταίριαζε περισσότερο να βλέπαμε την άλλη, την κιτρινόμαυρη σημαία να ανεμίζει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, σύμβολο του αντίπαλου με το προηγούμενο κινήματος των αναρχοκαπιταλιστών.) Να πω με την αφορμή αυτή ότι όπως ξεκάθαρα βλέπετε κακώς μας κατηγορούν διάφοροι κακοί ξένοι ότι ως λαός είμαστε ανοργάνωτοι, χαώδεις, ασυμμάζευτοι: φαίνεται πέραν πάσης αμφιβολίας ότι έχει προβλεφθεί ένα αναρχικό κίνημα για κάθε κυβέρνηση. Τη βρίσκω ταιριαστή την επιλογή της σημαίας αυτής και για έναν ακόμη λόγο: διότι, μεταξύ άλλων, ο άναρχος συνδικαλισμός - αγροτών, λιμενεργατών, ΔΕΗτζήδων, φορτηγατζήδων και πολλών άλλων -, οδήγησε την Ελλάδα στα σημερινά της χάλια. Δε μένει λοιπόν παρά να κυριαρχήσει ολοκληρωτικά.

Ανεξέλικτοι

Παρακολούθησα την εβδομάδα που μας πέρασε στη Βουλή τον υφυπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής να ανταλλάσσει απόψεις με ένα βουλευτή του ΛΑΟΣ γύρω από την πρόοδο των δυο μεγάλων χαλιναριών που μας δένουν στο άρμα της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία: του πετρελαιαγωγού (ρωσικού βεβαίως πετρελαίου) Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης και του αγωγού ρωσικού φυσικού αερίου, του South Stream. Ο βουλευτής του ΛΑΟΣ ρωτούσε απαιτητικά, επιθετικά πότε επιτέλους θα λειτουργήσει ο ένας και πώς πάει ο άλλος. Και ο υφυπουργός τι έκανε; Ψέλλιζε διάφορα απολογητικά, προσπαθώντας να πείσει τον ωρυόμενο συνομιλητή του ότι κάνει ό, τι καλύτερο μπορεί. Όλα αυτά, τη στιγμή που η Ελλάδα θα μπορούσε όχι να εισάγει αλλά να εξάγει ενέργεια στην Ευρώπη εκμεταλλευόμενη τις ΑΠΕ, αξιοποιώντας τον ήλιο, τους ανέμους, φιλοδοξώντας να παράγει μια ώρα αρχύτερα το 20% (και πολύ περισσότερο, αν θέλαμε) της ενέργειάς της από ΑΠΕ, όπως της ζητά η ΕΕ να έχει κάνει μέχρι το 2020. Όμως σε αυτό τον μουντζωμένο τόπο είμαστε υποχρεωμένοι να αναμασάμε τα ίδια και τα ίδια, να αναλωνόμαστε σε ζητήματα για άλλους προ δεκαετιών ξεπερασμένα, να εγκλωβιζόμαστε σε νοοτροπίες που δε μας αφήνουν να απεξαρτηθούμε όχι μόνο από την ενεργειακή μέγγενη της Ρωσίας αλλά και από τα ίδια μας τα μικροσυμφέροντα, που δεν αφήνουν να αλλάξει τίποτα στην ενεργειακή μας πολιτική. Από τους συνδικαλιστές της ΔΕΗ που έχουν σφιχταγκαλιάσει το λιγνίτη και το πετρέλαιο και αλίμονο σε όποιον φιλοδοξήσει να τους χωρίσει μέχρι τις μικροκοινωνίες απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας που δε θέλουν ανεμογεννήτριες διότι τρομάζουν οι προβατίνες ή χαλάει το - ήδη θυσιασμένο στο βωμό της μεζονέτας - τοπίο τους, από τους βουλευτές του ΛΑΟΣ που βλέπουν τον πετρελαιαγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης κυρίως ως ανάχωμα που θα μας προστατέψει από την επιθετική Τουρκία, αγνοώντας όποια άλλη παράμετρο μέχρι τους φοβισμένους υφυπουργούς του ΠΑΣΟΚ που χάνουν τα λόγια τους μπροστά στις αγριοφωνάρες του κάθε αντιπολιτευόμενου βουλευτή φοβούμενοι ταυτόχρονα μήπως δυσαρεστήσουν ψηφοφόρους τους που δε γουστάρουν ΑΠΕ, μένουμε χαρακτηριστικά ανεξέλικτοι. Και εξαρτώμενοι ενεργειακά - με τη συνεπακόλουθη οικονομική αφαίμαξη - από χώρες όπως η Ρωσία, τη στιγμή που θα μπορούσαμε να το είχαμε δει εντελώς αλλιώς το πράγμα, όπως έκαναν συγκρίσιμοι με εμάς λαοί - επί παραδείγματι, οι Πορτογάλοι. Θα μπορούσαμε άραγε να ξεκολλήσουμε ποτέ από την κινούμενη άμμο της εγγεγραμμένης στα γονίδιά μας οπισθοδρομικότητας, από τον ιστό αράχνης που λέγεται ελληνική γραφειοκρατία, από το βούρκο των συμφεροντόπληκτων, άτολμων πολιτικών;

4 Δεκ 2009

Η αρχή του τέλους

Μετά την υπερπροβολή του από τα ΜΜΕ ως πατερούλη του λαού, αλλά και ως σεβάσμιας προεδρικής μορφής που θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει η άποψή του επί παντός επιστητού – αλησμόνητα θα μείνουν τα ‘κύριε πρόεδρε, πείτε μας για τούτο ή για τ’ άλλο’ του Νίκου Χατζηνικολάου, της Όλγας Τρέμη, του Νίκου Ευαγγελάτου και όλων των τηλεδημοσιογράφων που μυστηριωδώς τον θεωρούσαν και τον προέβαλλαν ως έγκριτο, έγκυρο συνομιλητή –, ο Γιώργος Καρατζαφέρης, που με την εκλογή Σαμαρά στην ηγεσία της ΝΔ βλέπει τους οπαδούς του να επιστρέφουν σε μια δεξιότερη ΝΔ, άρχισε να δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο. Ειρωνευόμενος χοντροκομμένα την Κωνσταντίνα Κούνεβα στο Κοινοβούλιο και επιτιθέμενος με εξίσου άξεστο τρόπο στον ΣΥΡΙΖΑ, αποκαλύφθηκε ακόμη και στους πιο παραζαλισμένους, στους πιο παραπλανημένους από το αριστοτεχνικά σκηνοθετημένο πλασάρισμά του δια τηλεοράσεως ως αγαθούλη, φιλάνθρωπου αλλά και σεβαστού κυριούλη. Με περισσότερους βουλευτές στη Βουλή από όσους είχε ποτέ ονειρευτεί άρχισε πλέον, ρίχνοντας τη μάσκα του καλοκάγαθου κυρίου της διπλανής πόρτας, να γίνεται ο χειρότερος εχθρός του εαυτού του, θύμα της ίδιας του της κεκτημένης ταχύτητας, της ίδιας του της φύσης. Αφού έφτασε στο αποκορύφωμα της εφήμερης πολιτικής του δόξας, έχοντας καταφέρει να κυριαρχεί στα τηλεπαράθυρα, να έχει τα πρωτοπαλίκαρά του στη Βουλή, να συνδιαλέγεται με τα μεγάλα κόμματα παίζοντας πλέον χοντρότερο παιχνίδι, ρυθμίζοντας τις εξελίξεις ή φιλοδοξώντας να εξελιχθεί σε ρυθμιστή, άρχισε να παίρνει τον κατήφορο. Έναν κατήφορο, που θα τον επιστρέψει στην αρχική του ανυπαρξία, στο περιθώριο από το οποίο κατάγεται και στο οποίο ανέκαθεν ανήκε. Ώρα του καλή.

3 Δεκ 2009

Μια εξέγερση που δεν έγινε ποτέ

Έκλεισε η ΑΣΟΕΕ λόγω πολλαπλών κρουσμάτων γρίπης Α: Από την πρυτανεία του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (πρώην ΑΣΟΕΕ) ανακοινώθηκε ότι το Πανεπιστήμιο θα κλείσει επ' αόριστον λόγω των πολλαπλών κρουσμάτων γρίπης που παρουσιάστηκαν. Όπως διευκρινίζεται σε σχετική ανακοίνωση της πρυτανείας θα υπάρξει νεώτερη ανακοίνωση για την επαναλειτουργία του Πανεπιστημίου. Δυστυχώς ΔΕΝ ήταν αυτή η είδηση σήμερα από την ΑΣΟΕΕ. Η είδηση ήταν ότι αντιδρώντας σε αυτή την απόφαση της πρυτανείας για κλείσιμο της σχολής λόγω κρουσμάτων γρίπης, την οποία θεώρησαν πρόσχημα για να εμποδιστούν στις κινητοποιήσεις τους ένεκα της επετείου της 6ης Δεκεμβρίου, φοιτητές (υπό τη γνωστή, ελληνική, ευρεία έννοια της λέξεως) μετέτρεψαν την οδό Πατησίων στο ύψος της σχολής σε πεδίο μάχης. Εκτυλίχθηκαν δηλαδή οι τόσο οικείες σε όλους μας σκηνές απείρου κάλλους που βλέπετε και στη φωτογραφία, με τους φοιτητές να συγκρούονται με τα ΜΑΤ προκειμένου να μπουν στη σχολή και να προχωρήσουν στις προγραμματισμένες, ένεκα της ανωτέρω επετείου, ενέργειες. Για τι ενέργειες μιλάμε; Φυσικά όχι για κάποια καλαίσθητη, συμβολική, πρωτότυπη, ευφάνταστη, δημιουργική διαμαρτυρία που δεν θα προξενούσε ζημιές, αναστάτωση, ταλαιπωρία άσχετων πολιτών. Αλλά για κατάληψη της σχολής, σπασίματα, καψίματα, βρισίδια και μπουνίδια. Διότι κάπως έτσι λύνουν τις κατά τα άλλα λεπταίσθητες ιδεολογικές τους διαφορές με το σύγχρονο status quo οι φοιτητές μας. Πριν λίγες ώρες κατάφεραν, λόγω των εκτεταμένων επεισοδίων και για την αποφυγή περαιτέρω καταστροφών, να κλείσει και ο σταθμός ηλεκτρικού της πλατείας Βικτωρίας όπου θα κατέβαινα, αναγκάζοντάς με να περπατήσω ως την Ομόνοια, ελπίζοντας να έχει παραμείνει ανοιχτό το μετρό. Δεν ξέρω αν η ταλαιπωρία μου – και φαντάζομαι ότι δεν ήμουν ο μόνος ‘τυχερός’ – μπορεί να ερμηνευτεί, ιδωμένη μέσα από ένα πρίσμα φοιτητικής επαναστατικότητας, αντίστασης στις πάσης φύσεως εξουσίες που λυμαίνονται την Ελλάδα και απότισης φόρου τιμής στο νεκρό Γρηγορόπουλο, ως επιτυχία του φοιτητικού κινήματος. Αλλά προσωπικά, με τις φτωχές μου προσλαμβάνουσες, ένιωσα για μια ακόμη φορά ότι ζω σε μια χώρα-κοιτίδα του παραλόγου, σε μια χώρα-σκηνικό μιας κακόγουστης, σουρεαλιστικής φάρσας που καθημερινά επαναλαμβάνεται. Αυτοί οι φοιτητές, που μετακινούνται με τα αυτοκίνητα που τους αγόρασαν οι γονείς τους ως επιβράβευση για την εισαγωγή τους στο όποιο ΑΕΙ, που καπνίζουν βρωμίζοντας την πόλη με τις πεταμένες γόπες τους, που ως επί το πλείστον μιλάνε τα φτωχά ελληνικά της τηλεόρασης και των lifestyle περιοδικών, που στριμώχνονται σε κάθε φοιτητική εκδρομή για να πάρουν σειρά για τη Μύκονο, που θεωρούν τις ατέλειωτες ώρες ταβλιού και φραπεδιάς στις καφετέριες ως την ύψιστη, ευγενέστερη μορφή αντίστασης στον παγκόσμιο καπιταλισμό, πίστεψαν απ’ ό, τι φαίνεται ότι ταλαιπωρώντας με θα κατάφερναν ένα ακόμη χτύπημα σε αυτό ή αυτούς που φαντασιώνονται ως ιδεολογικό εχθρό. Λυπάμαι που θα τους απογοητεύσω, αλλά το μόνο που κατάφεραν, απ’ όσο μπορώ να κρίνω, ήταν να μας βάλουν να περπατήσουμε όσους θα κατεβαίναμε απόψε στον ηλεκτρικό της πλατείας Βικτωρίας.

30 Νοε 2009

Πίσω ολοταχώς

Τι κάνει ένα κόμμα όταν δεν έχει στελέχη; Αναδεικνύει αρχηγό έναν εξαφανισμένο για οκτώ ολόκληρα χρόνια – από το 1996 έως το 2004 –, ο οποίος στα δύσκολα προτίμησε να φτιάξει το δικό του κόμμα – την Πολιτική Άνοιξη, το 1993 – γυρνώντας την πλάτη στην παράταξή του. Και όταν πάλι ήρθαν τα δύσκολα και η Πολιτική Άνοιξη άρχισε να φθίνει σε εκλογικά ποσοστά, γνωρίζοντας δριμύτατους εκλογικούς χειμώνες, αποφάσισε, βγαίνοντας από την ηθελημένη αφάνεια, να ξαναγυρίσει στο μητρικό του κόμμα που ως συνήθως τον περίμενε, ελλείψει άλλων ηγετικών στελεχών, για να ενταχθεί για μια ακόμη φορά στις τάξεις των "πρωτοκλασάτων" του. 

Ένας άνθρωπος που ερχόταν και έφευγε από τη Νέα Δημοκρατία σαν κομήτης ή κατά διαστήματα εξαφανιζόταν και τελείως, ένας άνθρωπος που γκρέμισε τη μια και μοναδική κυβέρνηση του κόμματός του από το 1981 έως το 2004 εξαιτίας της στάσης της – διαφορετικής από την προτεινόμενη δική του – στο "Μακεδονικό", ψηφίστηκε, χθες, από εκατοντάδες χιλιάδες οπαδούς της Νέας Δημοκρατίας για αρχηγός τους. Τον έβγαλαν από τη ναφθαλίνη, τον ξεσκόνισαν από τη σκόνη που είχε μαζευτεί στις βάτες των βαθυγάλαζων σακακιών του, ξέχασαν τα παλιά του αμαρτήματα και θυμήθηκαν ότι ο διοπτροφόρος αυτός μεσήλικας με το baby face κάποτε αποτελούσε το λαμπρό αγόρι του κόμματός τους, το παιδί με το ΜΒΑ από το Χάρβαρντ και το γιάπικο στυλάκι που στα ’80s ήταν πολύ της μοδός. Από απελπισία; Από έλλειψη εναλλακτικών επιλογών; Θα έλεγα ότι πρόκειται για συνδυασμό των δυο. Ή, αν θέλετε, για απελπιστική έλλειψη βιώσιμων, αξιοπρεπών, στιβαρών παρουσιών που θα μπορούσαν να σταθούν στην ηγεσία ενός, όπως και να το κάνουμε, μεγάλου κόμματος με κάποια ελαφρώς ξεχαρβαλωμένα μεν, αξιοπρόσεκτα δε, ερείσματα στο εκλογικό σώμα. 

Η εκλογή Σαμαρά σηματοδοτεί το σημείο χωρίς γυρισμό ενός κόμματος που έχει μπει για τα καλά σε τροχιά φθοράς, παρακμής. Καθρεφτίζει την εκκωφαντική απουσία νέων, φερέλπιδων πολιτικών που θα ενέπνεαν, θα τολμούσαν, θα καινοτομούσαν. Θα έκαναν δηλαδή όσα τόση ανάγκη έχει η σύγχρονη ελληνική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, θα κινούνταν ρηξικέλευθα, ανοίγοντας νέους δρόμους, ανακαλύπτοντας λύσεις στα άλυτα προβλήματα. Όμως τέτοιους ανθρώπους δεν διαθέτει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για τον απλούστατο λόγο ότι κανείς τέτοιος άνθρωπος δεν θα χαράμιζε τις ικανότητές του, τις δυνατότητές του για μια τελειωμένη κοινωνικά και πολιτικά παράταξη. Οπότε, δεν έμενε άλλη λύση από την επιστροφή στο λαμπρό παιδί του παρελθόντος. Δεν έμενε άλλη κατεύθυνση από το "πίσω ολοταχώς", όπως συνηθίζεται άλλωστε στη Νέα Δημοκρατία.

29 Νοε 2009

Κέντρο Πολιτισμού ή...;

Το σαββατοκύριακο που μας φεύγει το πέρασα στη Θεσσαλονίκη. Και, σήμερα το πρωί, έτυχε να περνάω με το λεωφορείο από το συνήθως μόνο κι έρημο, δίχως ίχνη ζωής, Κέντρο Πολιτισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης που εγκαινιάστηκε πριν λίγα χρόνια, όπως βλέπετε και στη φωτογραφία με τον καμαρωτό δήμαρχο. Έχω πει και παλιότερα ότι, σε αντίθεση με το γειτονικό του γήπεδο του ΠΑΟΚ, που σφύζει από ζωή όταν γίνονται αγώνες και όχι μόνο, το Κέντρο Πολιτισμού όποτε κι αν έτυχε να περάσω από κοντά του έμοιαζε και μοιάζει εγκαταλειμμένο. Ακόμα και όταν πριν λίγο καιρό φιλοξενούσε έκθεση ζωγραφικής: μαύρη ερημιά. Αυτά όλα μέχρι σήμερα. Διότι, περνώντας όπως έλεγα με το λεωφορείο, τι να δω: πλήθος ανθρώπων συνωστίζονταν έξω από την είσοδό του, περιμένοντας να περάσουν μέσα. Κοιτάζοντάς τους από μακριά, από το λεωφορείο, κάτι άστραψε μέσα μου. ‘Λες’, είπα στον εαυτό μου, να έγινε το θαύμα που ποτέ δεν περίμενες να γίνει, εσύ που μια ζωή γκρινιάζεις για το πολιτιστικό έλλειμμα της χώρας αυτής και να μαζεύτηκε όλο αυτό το πλήθος με κάποια πολιτιστική αφορμή - και όχι για να δουν μπάλα ή να φάνε σε κάποια ταβέρνα τα κυριακάτικα παϊδάκια; Βρε λες; Μου άναψε η περιέργεια και προσπάθησα να δω κάποια ταμπέλα, αφίσα, οτιδήποτε θα μου έδινε να αντιληφθώ τι τέλος πάντων γινόταν εντός του κτιρίου. Ώσπου, καθώς απομακρυνόταν πια το λεωφορείο, έπεσε το μάτι μου σε μια γαλάζια πινακίδα στην είσοδό του, με μεγάλα λευκά γράμματα. Και κατάφερα, μετ’ εμποδίων - ήταν όπως σας έλεγα και πολλοί οι συγκεντρωμένοι - να δω: ‘ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ’. Μονομιάς πάει το χαμόγελο, πάει και η απορία που έμενε άλυτη: τo Κέντρο Πολιτισμού είχε απλώς μετατραπεί σε εκλογικό κέντρο για τους νεοδημοκράτες που ψήφιζαν αρχηγό. Και μάλιστα, αν κρίνω από τους ουκ ολίγους μεσήλικες που περίμεναν απ’ έξω - τους ουκ ολίγους μπαρμπάδες -, αρκετοί έπαιρναν σειρά για να ψηφίσουν τον περιλάλητο νομάρχη, το αουτσάιντερ της αναμέτρησης…

22 Νοε 2009

Τα ρεμάλια ήρωες

Σήμερα έκανα μια βόλτα στο Μοναστηράκι. Στην είσοδό του, ο Νίκος Κοεμτζής πίσω από ένα τραπεζάκι με βιβλία απλωμένα, αντίτυπα του βιβλίου του. Μπροστά στο τραπεζάκι ένα νεαρό ζευγάρι έχει σταθεί και του μιλά. Ή μάλλον ο Κοεμτζής παραδίδει διδάγματα στην κοπέλα 'σε λόγο σχεδόν έμμετρο', όσo ο νεαρός της συνοδός βιντεοσκοπεί, με δέος και συστολή, την όλη διδασκαλία από το σοφό δολοφόνο με μια μικρή κάμερα. Αυτή είναι η Ελλάδα που τρέφεται με την ίδια της την παρακμή, σκέφτομαι, βλέποντας το νεαρό ζευγάρι να θαυμάζει μπροστά στον διάσημο φονιά ρουφώντας τα κηρύγματά του. Τον Νίκο Κοεμτζή τον έχρισαν ‘μικρό άρχοντα’, τον έκαναν αναγνωρίσιμο πρόσωπο, τον στήριξαν και υποστήριξαν δημοσίως, πάσχισαν να του επιτραπεί να πουλά νόμιμα, ως μικροπωλητής, τα βιβλία του. Ποιοι; Μεγαλόσχημοι πολιτικοί, μουσικοσυνθέτες, πανεπιστημιακοί, ηθοποιοί, δημοσιογράφοι. Δηλαδή όσοι, ‘επώνυμοι’ γαρ, νομίζουν ότι η χώρα αυτή τους ανήκει, ότι τους έχει παραχωρηθεί για να παίζουν τους κοινωνιολόγους, τους δικαστές, τους νομοθέτες, τους διαμορφωτές συνειδήσεων, αποφασίζοντας εν προκειμένω τι αποτελεί έγκλημα και τι κοινωνικοπολιτικό σχόλιο. Έχουν τη δύναμη να μυθοποιούν την ανθρώπινη βλακεία, να ηρωοποιούν τον κάθε θερμοκέφαλο. Κατάφεραν να αναδείξουν σε λαϊκό ίνδαλμα έναν τύπο που μαχαίρωσε τρεις ανθρώπους επειδή τόλμησαν να σηκωθούν να χορέψουν ένα ζεϊμπέκικο που είχε ‘παραγγείλει’ ο ίδιος. Μετέτρεψαν τον Κοεμτζή, εν μια νυκτί, σε ένα ιδιόμορφο, εντελώς νεοελληνικό είδος γκουρού. Παρουσιάζουν, οι ‘επώνυμοί’ μας, τους εκλεκτούς τους ως φυσιογνωμίες που με την απλότητά τους χαρίζουν διδάγματα – και όποιος δεν συνταράσσεται από τα βαθυστόχαστα μηνύματα του κάθε Κοεμτζή έχει ο ίδιος ελλειμματικές προσλαμβάνουσες –, βαφτίζουν ‘πολιτικές’ πράξεις εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, καταδικάζουν την άτιμη την κοινωνία και όχι τους θερμόαιμους μαχαιροβγάλτες για τους νεκρούς που αφήνουν πίσω τους. Γι’ αυτούς τους ‘επώνυμους’ που έχουν μετατρέψει τη χώρα αυτή σε προσωπικό τους καμβά, πάνω στον οποίο μεγαλουργούν κάνοντας ό, τι τους κατέβει, κανοναρχώντας, νομιμοποιώντας, αποφασίζοντας και διατάσσοντας, ο Κοεμτζής δεν υπήρξε ποτέ κοινός δολοφόνος. Πήραν τον άνθρωπο αυτόν και τον μετέτρεψαν, για να περάσουν δημιουργικά την ώρα τους ως γνήσιοι άνθρωποι του πνεύματος, σε εκφραστή μιας ιδεολογίας, σε υπερασπιστή μιας ολόκληρης κοινωνικής τάξης, σε πρωταγωνιστή μιας πανανθρώπινης σταυροφορίας ενάντια σε πάσης φύσεως ‘εξουσίες’. Ως ερασιτέχνες αντιεξουσιαστές, ως χομπίστες επαναστάτες της ταβέρνας, ως αρλουμπολογούντες τσιμπουκοφόροι, οι ‘επώνυμοί’ μας αποφάσισαν ότι ο Κοεμτζής θα γινόταν μια μορφή συμβολική. And the rest is history.

21 Νοε 2009

H χώρα των καπνιστών

Κάθε μέρα που κυκλοφορώ στους αθηναϊκούς δρόμους, που περιμένω τα μέσα μαζικής μεταφοράς στις στάσεις τους, που χαζεύω τους περαστικούς, βλέπω ότι οι συντριπτικά περισσότεροι έχουν ένα κοινό συνήθειο: το κάπνισμα. Στα πεζοδρόμια νεαροί ή νέες κοπέλες, στους δρόμους οδηγοί βαν, φορτηγών ή ταξί, άνθρωποι κάθε ηλικίας έχουν κρεμασμένο στο χέρι τους ένα τσιγάρο. Προέκταση, έκφραση της προσωπικότητάς τους, το τσιγάρο αυτό καίει όσο διαρκεί η ανάγκη για χάσιμο χρόνου και ύστερα πετιέται σε πεζοδρόμια, δρόμους, όπου λάχει. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς φαίνονται να καπνίζουν χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο, από ανία, από ανάγκη να γεμίσουν κάποια κενά στο παζλ της ζωής τους. Το κάπνισμα πάντα μου φαινόταν συνήθεια που υποδηλώνει παραίτηση, ηττοπάθεια, εγκατάλειψη, απόγνωση, τεμπελιά, έλλειψη όρεξης για ζωή, αντικοινωνικότητα, διάθεση για απομόνωση, όλα αυτά δηλαδή που χαρακτηρίζουν πολλούς νεοέλληνες. Και μάλιστα ήδη από τα σχολικά τους χρόνια. Θυμάμαι, στα δικά μου σχολικά χρόνια, κάποιους συμμαθητές που κάπνιζαν κρυφά στα διαλείμματα και μπαίνοντας ύστερα στην τάξη βρωμούσαν ολόκληροι. Και αυτό, το κρυφό σχολικό κάπνισμα του διαλείμματος, αντιπροσώπευε γι’ αυτούς μια κάποια κοινωνική καταξίωση, αποτελούσε μια διαβατήρια τελετή που τους εισήγαγε μετά βαΐων και κλάδων στον κόσμο των ‘μεγάλων’ όπως οι ίδιοι τον ήξεραν ή τον φαντάζονταν. Έναν κόσμο ‘μεγάλων’ που όταν έρχονταν τα δύσκολα κλείνονταν στον εαυτό τους ανάβοντας ένα τσιγάρο, προτιμούσαν τη νωχελική απραξία του καπνιστή, τη μοναξιά του καπνού και του τσιγάρου από τη δράση ή ενδεχομένως την αντίδραση σε όσα τους στενοχωρούσαν. Και, σαν να μην πέρασε μια μέρα από τότε, που οι καπνιστές συμμαθητές μου έπαιρναν βρωμοκοπώντας τις θέσεις τους στα τελευταία θρανία μετά το διάλειμμα, βλέπω συνομήλικούς τους του σήμερα να επαναλαμβάνουν τις ίδιες πρακτικές, να συμμετέχουν στις ίδιες διαβατήριες τελετές για να κόψουν εισιτήριο για έναν κόσμο, μια κοινωνία ενηλίκων που ξέρουν ότι τους περιμένει παραιτημένη και η ίδια, καπνίζοντας, στους κόλπους της.

19 Νοε 2009

Ήξεις-αφίξεις

Χαζεύοντας χθες πρωτοσέλιδα κρεμασμένων εφημερίδων σ’ ένα περίπτερο, μου τράβηξαν την προσοχή κάτι τεράστια μαύρα γράμματα, στην πρώτη σελίδα της Ελευθεροτυπίας: ‘Παιδομάζωμα’. Έτσι περιέγραφε η εφημερίδα τις προσαγωγές που έγιναν από την αστυνομία, στην επέτειο του Πολυτεχνείου, μετά την πορεία προς την αμερικανική πρεσβεία. Κοιτώντας το ‘Παιδομάζωμα’, σκέφτηκα ότι αν γίνονταν, όπως άλλες χρονιές, εκτεταμένα επεισόδια, καταστροφές, λεηλασίες, εμπρησμοί, η εφημερίδα θα μιλούσε για την ανύπαρκτη, ανίκανη αστυνομία που άφησε, με την άτολμη στάση της, μια χούφτα ‘μπαχαλάκηδες’ να αναστατώσουν την Αθήνα. Με λίγα λόγια, είτε έτσι είτε αλλιώς, παίζεται ένα παιχνίδι εντυπώσεων από τη συγκεκριμένη εφημερίδα και όχι μόνο. Ένα παιχνίδι χωρίς κανόνες, χωρίς την παραμικρή υποψία υπευθυνότητας εκ μέρους των παικτών εκδοτών και δημοσιογράφων. Στόχος του παιχνιδιού; Να ασκηθεί κριτική εκ του ασφαλούς, κριτική για την κριτική, σε κυβερνήσεις, κράτος, κόμματα, for the sake of it. Μια κριτική που στόχο έχει να φέρει το όποιο ΜΜΕ κοντά στον ‘λαό’ και απέναντι στην εκάστοτε κυβέρνηση ή άλλου είδους ‘εξουσία’. Να λέγονται διάφορα απλώς για να λέγονται. Άλλωστε ποιος θα ζητούσε ποτέ το λόγο από το παντοδύναμο μιντιακό μας κατεστημένο και τους εκπροσώπους του; Στις αρχές του φθινοπώρου που μας τελειώνει, προεκλογικά δηλαδή, οι εργαζόμενοι μέσω Stage ήταν για τα ΜΜΕ τα ανυπεράσπιστα παιδιά-θύματα διαφόρων βουλευτών και κομματικών στελεχών αλλά και του ίδιου του κράτους, που για τρεις κι εξήντα τα έβαζε να εργάζονται ανασφάλιστα σε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες. Με την μετεκλογική κατάργηση των Stage στο δημόσιο, άρχισαν να οδύρονται οι συνήθως κλαίοντες και οδυρόμενοι τηλεδημοσιογράφοι για τα άμοιρα τα παιδιά, που μένουν στο δρόμο δίχως μια αχτίδα φωτός στη ζωή τους, αγκαλιά με την ανεργία. Όταν κλείνουν οι επιδοτούμενοι αλλά και αγανακτισμένοι Έλληνες αγρότες τις εθνικές οδούς, μιλάμε, τη μια μέρα, για την ταλαιπωρία που προκαλούν σε χιλιάδες συμπολίτες τους. Και την άλλη, για τα δίκαια αιτήματά τους και τη δικαιολογημένη αγανάκτησή τους. Όταν λιμενεργάτες κλείνουν το λιμάνι του Πειραιά διαμαρτυρόμενοι για την παραχώρηση λιμενικών εγκαταστάσεων στην κινεζική Cosco, μιλάμε τη μια μέρα για τα δίκια των κακόμοιρων συνδικαλιστών λιμενεργατών και τους κακούς Κινέζους. Και, την άλλη, επισημαίνουμε την έλλειψη ξένων επενδύσεων στη χώρα μας, μιλώντας για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ξένοι επενδυτές στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, ήξεις-αφίξεις. Ή, αν θέλετε, άρες μάρες κουκουνάρες. Ο κοινός παρανομαστής, ένας: ο λαϊκισμός, η κεκαλυμμένη δημαγωγία, η εντυπωσιοθηρία. Ό, τι πουλάει ή ‘περνάει’ σήμερα αξίζει, ασχέτως του τι λέγαμε χθες ή τι θα πούμε αύριο. Και αυτό λέγεται ενημέρωση. Κατ’ αυτούς τουλάχιστον. Διότι κατ’ εμέ λέγεται απλώς αρπαχτή.

18 Νοε 2009

Ζωή ή δουλειά;

Πριν μερικά χρόνια έφυγα, ένα πρωί Παρασκευής, από την Αθήνα για τη Θεσσαλονίκη. Ήταν να μείνω για ένα σαββατοκύριακο, αλλά γνώρισα τη σημερινή μου σύζυγο και έμεινα για αρκετά χρόνια. Δεν έβρισκα εύκολα δουλειά αλλά περνούσα – περνούσαμε – όμορφα. Με τη γυναίκα μου ταξιδεύαμε αρκετά έως πολύ σε όλη τη Βόρειο Ελλάδα. Τη γυρίσαμε απ’ άκρη σ’ άκρη, γευτήκαμε μυρωδιές από τα δάση της, τα ποτάμια, τα θερμά λουτρά της, τις κωμοπόλεις και τα χωριά της, χορτάσανε τα μάτια της από τις ομορφιές της. Και κυρίως τα μάτια τα δικά μου, στερημένα από τέτοιου είδους θεάματα, που δε βρίσκονται εύκολα στην Αθήνα και στα πέριξ της. Από τα Πομακοχώρια μέχρι τα Ζαγοροχώρια, από τις Πρέσπες μέχρι τα Γρεβενά και τα Βλαχοχώρια τους, από το αποκριάτικο καρναβάλι της Ξάνθης (η… Πάτρα της Βορείου Ελλάδος) μέχρι τα Ραγκουτσάρια της Καστοριάς και τις ‘Μπούλες’ της Νάουσας, από την παραπονεμένη, ακριτική Ορεστιάδα, τη μυρωδάτη, μαντιλοφορούσα – λόγω μουσουλμανικού πληθυσμού – Κομοτηνή μέχρι τον Προμαχώνα Σερρών, από τη Δράμα μέχρι την Έδεσσα, γνώρισα ανθρώπους, παραδόσεις, μουσικές, αρχιτεκτονικές, γεύσεις που μέχρι τότε ανήκαν σε ένα άλλο σύμπαν: ένα παράλληλο σύμπαν, που ο μέσος Αθηναίος αγνοεί και δεν πολυεπιθυμεί ή δεν πολυμπορεί να γνωρίσει. Όμως, η ζωή αυτή, όσο γεμάτη κι αν ήταν από πρωτόγνωρα θαύματα της φύσης και της ανθρώπινης δημιουργικότητας, σκόνταφτε μονίμως στο εμπόδιο που λεγόταν ‘δουλειά’. Διότι ερωτική πόλη η Θεσσαλονίκη, αλλά ως γνωστόν business και pleasure ποτέ δεν έκαναν καλή παρέα. Iδίως, όπως απεδείχθη, στη συμπρωτεύουσα. Έτσι θέλοντας και μη κατέβηκα, επέστρεψα στην Αθήνα, στην οποία δεν περίμενα ούτε υπολόγιζα ότι θα ξαναγύριζα. Και όπως ήταν αναμενόμενο, στην πρωτεύουσα δουλειές βρέθηκαν. Δουλειές πολύωρες, όχι τόσο καλά αμειβόμενες (μην ξεχνάμε ότι ζούμε στην Ελλάδα), αλλά εν πάση περιπτώσει δουλειές. Δουλειές οι οποίες δε σου επέτρεπαν, δεν άφηναν περιθώρια να ασχοληθείς με οτιδήποτε άλλο πέραν των στενά επαγγελματικών επιδιώξεων, καθηκόντων, υποχρεώσεων. Σα να λέμε ότι πλέον είχα δουλειά, αλλά χωρίς ζωή. Από εκεί που είχα ζωή χωρίς δουλειά, βρέθηκα να έχω γίνει ένας ακόμη εργαζόμενος χωρίς ζωή (και μάλιστα χωρίς την αξέχαστη ζωή που σας περιέγραψα παραπάνω). Αυτό το δίπολο ζωής-δουλειάς άρχισε μάλιστα, από κάποια στιγμή και ύστερα, να παίρνει σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια μου όχι απλώς ως δίπολο, αλλά ως δίλημμα: ζωή χωρίς δουλειά ή δουλειά χωρίς ζωή; Δύσκολα μπορεί κανείς να ζήσει χωρίς μια πηγή χρημάτων που να του εξασφαλίζει τη δυνατότητα να προγραμματίσει τη ζωή του, να μη σκέφτεται το τι θα ξοδέψει, να κάνει όνειρα, να κάνει οικογένεια. Αλλά δύσκολο μου φάνηκε και να ζω χωρίς να προλαβαίνω να ζω, να στερούμαι όλα αυτά τα οποία ξέρω ότι αξίζουν περισσότερο από τα χρήματα, για ποιο λόγο; Για χάρη των χρημάτων.

16 Νοε 2009

Περί αμερικανικών δάκτυλων και άλλων δαιμονίων (αναδημοσίευση με αφορμή τη σημερινή καθιερωμένη πορεία στην αμερικανική πρεσβεία)

Με αφορμή την πορεία αυτή που 'παραδοσιακά' καταλήγει στην αμερικανική πρεσβεία, θυμήθηκα διάφορες περιστάσεις εντός και εκτός διαδικτύου στις οποίες άκουσα και ακούω να λέγονται διάφορα για το ποιον ή ποιους 'θέλουν οι Αμερικάνοι' για να κυβερνήσει ή να κυβερνήσουν την Ελλάδα (εξού και κουβέντες του στυλ 'κέρδισε τις εκλογές ο Γιωργάκης γιατί τον θέλουν οι Αμερικάνοι'), ποιους προτιμούν για πολιτικούς ηγέτες, πώς άραγε τους προωθούν και τους εκλέγουν. Θα ήθελα λοιπόν επιτέλους με αυτή την αφορμή, μια και χρόνια έχω αυτόν τον καημό κάποιος καλός και υπομονετικός άνθρωπος να μπει στον κόπο να μου εξηγήσει όσο καλύτερα μπορεί - ομολογώ αβίαστα ότι σε αυτό το ζήτημα με θεωρώ άνθρωπο χαμηλής νοημοσύνης - ΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ οι Αμερικανοί επιλέγουν και προωθούν πολιτικούς ηγέτες στην Ελλάδα. Μέσω ποιων μηχανισμών, θεσμών, πολιτικών και προσώπων καταφέρνουν δηλαδή να παίζουν εδώ και δεκαετίες και εν έτει 2009 καθοριστικό ρόλο - όπως φαίνεται να πιστεύουν πολλοί - στην ελληνική πολιτική ζωή. Χρηματοδοτώντας μυστικά και συστηματικά επί σειρά ετών τους εκλεκτούς τους πολιτικούς με εκατομμύρια δολάρια προεκλογικά προκειμένου να τους οδηγήσουν στη νίκη; Μήπως εξαγοράζοντας, πάλι μυστικά, με άλλα τόσα εκατομμύρια δολάρια τη σιωπή των αντιπάλων τους ούτως ώστε να προωθηθούν οι 'δικοί τους'; Δωροδοκώντας - μυστικά πάντα, εννοείται - δεκάδες, εκατοντάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες κομματικά μέλη και στελέχη προκειμένου να εκλέξουν για αρχηγό ενός μεγάλου κόμματος τον υποψήφιο της επιλογής τους (εξού και κουβέντες του στυλ 'θα κερδίσει η Ντόρα/ο Σαμαράς την αρχηγία της ΝΔ γιατί την/τον θέλουν οι Αμερικάνοι'); Ή μήπως δωροδοκώντας μυστικά εκατομμύρια ψηφοφόρους προκειμένου κάθε τέσσερα χρόνια να εκλέγεται η κυβέρνηση της αρεσκείας τους; Χρηματοδοτώντας μυστικά πρωθυπουργούς, υπουργούς και βουλευτές ούτως ώστε να προωθούν πολιτικές και πολιτικούς της επιλογής τους; Ας μου εξηγήσει κάποιος παρακαλώ θερμά, έχω όλη την καλή διάθεση να πειστώ για την υποχθόνια, κακόβουλη, δολερή και καταστρεπτική για την πτωχή πλην τίμια Ελλάδα αμερικανική επιρροή, για τον ανυποχώρητο, αδίστακτο αμερικανικό δάκτυλο που δεκαετίες τώρα μέχρι και σήμερα επιμένει σαδιστικά, εξακολουθεί να κινεί τα νήματα της πολιτικής μας ζωής και να παίζει με τους Έλληνες πολιτικούς σαν να ήταν μαριονέτες του.

Αν όσα υποστηρίζονται περί αυτής της καθοριστικής αμερικανικής πολιτικής επιρροής αποδειχτούν αναπόδεικτα, τότε θα επιβεβαιωθεί η υποψία μου ότι κάτι τέτοιες αντιλήψεις περί ξένων δάκτυλων μπορεί να ακούγονταν με ενδιαφέρον στη δεκαετία του '60 αλλά εδώ και δυο-τρεις δεκαετίες απλώς μας βοηθούν ως λαό να ρίχνουμε το φταίξιμο για όσα μας πάνε στραβά μακριά από μας, όσο πιο μακριά γίνεται: σε 'ανθελληνικά', ξένα κέντρα επιρροής που άλλη δουλειά δεν είχαν από το να πασχίζουν να επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα - μια χώρα διεθνώς ασήμαντη, όπως θα αντιληφθεί όποιος ζήσει έστω και λίγο εκτός των συνόρων της -, συνυφαίνοντας συνωμοσίες και υποσκάπτοντας την κατά τα άλλα υγιή πολιτική μας ζωή. Λυπάμαι, αλλά μέχρις αποδείξεως του εναντίου - και όπως είπα είμαι όλος αυτιά για να διαψευστώ - θα παραμείνω από δύσπιστος έως καχύποπτος απέναντι σε τέτοιες αντιλήψεις.

13 Νοε 2009

Περί (κοινωνικών) ταυτοτήτων

Παρακολουθώ τελευταία το σίριαλ με την παραίτηση και την παραλίγο αποζημίωση με 500.000 ευρώ, αν την έπαιρνε, του προέδρου της ΕΡΤ, Χρήστου Παναγόπουλου. Και συνειδητοποιώ ότι πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο που πριν κανένα χρόνο, όταν μερικοί πολίτες είχαν ‘καταλάβει’ για λιγάκι το στούντιο από όπου έβγαινε στον αέρα το δελτίο ειδήσεων, ‘σαμποτάροντας’ την εικόνα του τότε πρωθυπουργού Καραμανλή που εκείνη τη στιγμή μιλούσε από τηλεοράσεως, βγήκε από τα προεδρικά ρούχα του δηλώνοντας δημοσίως την οργή του για την ενέργεια αυτή. Έκανε τότε κάποιες δηλώσεις με τις οποίες καταδίκαζε την ευφυή αυτή και πρωτότυπη διαμαρτυρία, υπό το πρόσχημα ότι οι άνθρωποι αυτοί που τόλμησαν να του τη φέρουν (του ίδιου και ολόκληρης της ΕΡΤ) στερούνταν ‘κοινωνικής ταυτότητας’. Τι να σημαίνει άραγε ‘κοινωνική ταυτότητα’, αναρωτήθηκα τότε. Εννοούσε ο κύριος πρόεδρος ότι δεν εκπροσωπούσαν οι πολίτες αυτοί κάποιο κόμμα; Κάποιον συνδικαλιστικό φορέα; Κάποιο, εν ολίγοις, από όλα αυτά τα δημιουργήματα της βαριά πάσχουσας κοινωνίας πολιτών μας που σκοπό έχουν να πνίγουν τον όποιο αυθορμητισμό, να καλουπώνουν και να τυποποιούν την όποια υγιή δράση και δημιουργικότητα, να φρενάρουν τις οιεσδήποτε προσπάθειες οποιουδήποτε για να αλλάξει οτιδήποτε; Μάλλον κάτι τέτοιο εννοούσε ο κύριος πρόεδρος. Ο πρώτος τη τάξει δηλαδή υπάλληλος της κρατικής ραδιοτηλεόρασης, που υποτίθεται ότι σκοπό έχει να διευρύνει, δια των προβαλλόμενων προγραμμάτων της, τους ορίζοντες, τις προσλαμβάνουσες των πολιτών που τη χρηματοδοτούν μέσω των φόρων που πληρώνουν, αιφνιδιάστηκε από μια αθώα έκφραση αγανάκτησης κάποιων πολιτών, που θέλησαν να διαμαρτυρηθούν όχι κλείνοντας δρόμους, λιμάνια, εθνικές οδούς ή ταλαιπωρώντας με άλλους τρόπους τους συμπολίτες τους, αλλά ‘σαμποτάροντας’ μια τηλεοπτική μετάδοση. Χτυπώντας δηλαδή κατευθείαν στην καρδιά του πολιτικομιντιακού κατεστημένου και μάλιστα στην κρατική του εκδοχή. Αυτούς τους πολίτες θεώρησε ο κύριος πρόεδρος – σοκαρισμένος τότε είχε δηλώσει: ‘αυτοί … οι άνθρωποι δεν ήρθαν οργανωμένοι στην ΕΡΤ και τους καταγγέλλω, ήρθαν σε πολύ μικρές ομάδες’ – ότι είχε κάθε δικαίωμα να καταδικάσει, ως μη φέροντες τις κοινωνικές τους ταυτότητες εντός του στούντιο. Πέραν των υπέρογκων απολαβών του ως προέδρου, που τελευταία είδαν το φως της δημοσιότητας, πέραν της αντιπαθητικής του εμφάνισης και της αλαζονικής του συμπεριφοράς, πέραν της κατάντιας της κρατικής τηλεόρασης κατά τη διάρκεια της προεδρίας του – υπενθυμίζω ενδεικτικά το ‘κόψιμο’ της καλύτερης πιθανώς εκπομπής της, του ‘Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα’ του Στέλιου Κούλογλου και την ταυτόχρονη ανάδειξη της Γιουροβίζιον σε κορυφαίο πολιτιστικό τηλεθέαμα -, ο άνθρωπος αυτός, ακόμη και αν τον δούμε ως απλό πολίτη ξεχνώντας όλα αυτά τα υπόλοιπα, δεν είχε κανένα μα κανένα δικαίωμα να ζητά κανενός είδους ταυτότητες – πόσο δε ‘κοινωνικές’ – από κανέναν. Και μάλιστα ως ένας πολίτης ο οποίος, στην εποχή αυτή οξείας οικονομικής κρίσης και γενικευμένης ένδειας, αμειβόταν ‘μόνο’ με 340.000 ευρώ τον χρόνο, έχοντας προφανώς τιμήσει στο έπακρο την ‘κοινωνική του ταυτότητα’ – γιατί ως γνωστόν για να διοριστεί κανείς πρόεδρος της ΕΡΤ χρειάζεται ακόμη και σήμερα έγκυρη, ενημερωμένη, αχτύπητη ‘κοινωνική ταυτότητα’. Δυστυχώς.

11 Νοε 2009

Θα ήθελα...

Υπάρχουν στη ζωή μου κάποια πράγματα που δεν έχω κάνει και το έχω καημό κάποια στιγμή, πριν αρχίσουν οι κλειδώσεις να σκουριάζουν και τα χρόνια να με καρφώνουν στον καναπέ μπροστά σε μια τηλεόραση, να κάνω. Θα ήθελα να μάθω ιστιοπλοΐα, μια και μου αρέσει πολύ η θάλασσα (είμαι σταθερά το τελευταίο κεφάλι μέσα στο νερό όπου τύχει να κολυμπάω τα καλοκαίρια), κάτι που πλέον δε βρίσκεται και τόσο μακριά ως όνειρο (ένας Ιστιοπλοϊκός Όμιλος πέφτει λίγες στάσεις με το τραμ πιο πέρα από εκεί που ζω). Θα ήθελα επίσης να επισκεφτώ τη Νέα Υόρκη, τα υπόγεια jazz clubs της, το Greenwich Village της, το Central Park, τις γειτονιές της, το ΜΕΤ. Βεβαίως μετά από ένα τέτοιο εγχείρημα θα ήταν δύσκολο να επιστρέψω (οικειοθελώς τουλάχιστον!) στην Αθήνα και στην Ελλάδα, αλλά αυτό θα ήταν εν πάση περιπτώσει ένα προβληματάκι που θα μπορούσα να αντιμετωπίσω. Έχω κι άλλα, πολλά ταξίδια κατά νου που ελπίζω κάποια στιγμή να καταφέρω να κάνω, μια και διαφωνώ με τη ρήση του Καρτέσιου ότι τα ταξίδια διευρύνουν το νου αλλά δεν τον βαθαίνουν. Πιστεύω ότι η επαφή, ο συγχρωτισμός μας με άλλες κουλτούρες και τους ανθρώπους τους ΚΑΙ διευρύνει ΚΑΙ βαθαίνει τον τρόπο που σκεφτόμαστε και βλέπουμε τα πράγματα, αν διαθέτουμε τις κατάλληλες προσλαμβάνουσες. Θα ήθελα ακόμη να βγάλω ένα δεύτερο (και τρίτο και τέταρτο) βιβλίο, για να μη μείνω ο συγγραφέας του ενός βιβλίου. Η αλήθεια είναι βεβαίως ότι το δεύτερο βιβλίο έχει σχεδόν ετοιμαστεί, απλώς βαριέμαι να ασχοληθώ. (Θα ήθελα λοιπόν να ήμουν και λιγότερο τεμπέλης.) Θα ήθελα να μεγαλώσει η οικογένειά μου, να βλέπω διάφορα πιτσιρίκια να τρέχουν γύρω μου τραβώντας με και ζητώντας μου πράγματα, μη αφήνοντάς με να πραγματοποιήσω κανένα από τα τρία προηγούμενα ‘θέλω’ μου. Και αν, μέσα σε όλον αυτόν τον οικογενειακό χαμό, κατάφερνα να δω και να κάνω πράξη έστω και στο ελάχιστο αυτά τα προηγούμενα όνειρα, θα ήμουν, νομίζω, ευτυχής. :-)

10 Νοε 2009

Μαθητευόμενοι μπαρμπάδες

Αν κάτι με ενοχλεί όταν ταξιδεύω, όταν κάθομαι κάπου περιμένοντας, όταν απολαμβάνω την ησυχία οπουδήποτε μπορεί να βρεθεί λίγη ησυχία τη σήμερον ημέρα, είναι το κομπολόι. Αυτό το εφεύρημα που σκοπό έχει να ηρεμήσει όποιον το πηγαινοφέρνει ανάμεσα στα δάχτυλά του εκνευρίζοντας ταυτόχρονα τους γύρω του. Και αν υπάρχει μια τάξη, μια κατηγορία κομπολογιοφόρων που πραγματικά μου τη δίνει, δεν είναι οι μπαρμπάδες με το μακρύ νυχάκι στο μικρό δαχτυλάκι, το λιγδιασμένο φαλακρωμένο μαλλί και την εν γένει παρακμιακή εμφάνιση. Οι άνθρωποι αυτοί καλώς ή κακώς την έζησαν τη ζωή τους, ταλαιπωρήθηκαν, μόχθησαν (λέμε τώρα) και κατέληξαν σε μια άλφα ηλικία μη έχοντας κάτι καλύτερο να κάνουν από το να περνάνε τη ζωή τους παίζοντας μέρα-νύχτα το εκνευριστικό κομπολόι. Αυτοί που δεν αντέχω δεν είναι λοιπόν οι μπαρμπάδες αλλά οι μαθητευόμενοι μπαρμπάδες, δηλαδή διάφοροι νεαροί κομπολογιοφόροι με πιο σπορ μοντέλα ανά χείρας – τα λεγόμενα μπεγλέρια ή όπως αλλιώς τα λένε οι γνωρίζοντες – οι οποίοι, παίρνοντας και την ανάλογη πόζα βαριεστημένης μαγκιάς ή μάγκικης βαριεστημάρας, ποζάρουν όπου βρεθούν κι όπου σταθούν με μπεγλέρια ή μπεγλεράκια ανά χείρας, παίζοντας με καμάρι και επιδεξιότητα τις χάντρες ανάμεσα στα δάχτυλα. Η εικόνα που παρουσιάζουν αντικατοπτρίζει όλη τη διεστραμμένη ψυχοσύνθεση του νεοέλληνα σε κάθε της πτυχή: τεμπελιά συνδυασμένη με θρασύτητα, πονηριά, τυχοδιωκτισμός (μοιάζει να περιμένουν πότε θα κάτσει αυτή η καλή θεσούλα στο δημόσιο που τους υποσχέθηκε ο θείος), έλλειψη όρεξης για οτιδήποτε, αναισθησία, στασιμότητα. Και βλέποντάς τους βλέπω τους μπαρμπάδες του αύριο, που χτυπημένοι σαν χταπόδια από τη ρημάδα τη ζωή θα ψάχνουν κάπου να σταθούν, να ακουμπήσουν για να αφοσιωθούν στην αγαπημένη τους ασχολία: το μπεγλέρι.

9 Νοε 2009

Χρόνια μας πολλά



Σήμερα συμπληρώνονται αισίως 20 χρόνια από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, που χώριζε τους ανθρώπους-πειραματόζωα του μεγαλύτερου ιδεολογικού πειράματος στην ιστορία από όλους τους υπόλοιπους. Στα πλαίσια αυτού του πειράματος, του πρώτου και μοναδικού που έγινε για να διαπιστωθεί η ορθότητα μιας πολιτικής φιλοσοφίας που έγινε ιδεολογία και εν συνεχεία κρατική ιδεολογία - ενός πειράματος που πραγματοποιήθηκε σε λάθος εργαστήριο, όχι σε μια δυτική βιομηχανική κοινωνία όπως προέβλεπε ο εμπνευστής του αλλά σε μια ασιατική αγροτική -, δοκιμάστηκε ή εξής υπόθεση: άραγε τα πειραματόζωα θα αντιδρούσαν στη στέρηση της ελευθερίας τους προκειμένου να επιτευχθεί μια μεγαλύτερη μεταξύ τους ισότητα; Απεδείχθη ότι δεν άντεχαν ούτε λεπτό χωρίς την ανθρώπινη ελευθερία τους και δεν έδιναν δεκάρα για την υπεσχημένη από το πείραμα ισότητα - που άλλωστε ούτε και αυτή υπήρχε. Έτσι σιγά σιγά ροκάνισαν τα κάγκελα των κλουβιών τους και ξεχύθηκαν στον 'ελεύθερο' κόσμο. Εκεί διαπίστωσαν ότι λάμβανε χώρα ένα άλλο πείραμα. Στα πλαίσια αυτού του πειράματος αναζητούνταν η απάντηση στο ερώτημα: υπό συνθήκες απεριόριστης ελευθερίας, ΠΟΣΟ χαμηλά θα έφταναν οι άνθρωποι-πειραματόζωα με την ελευθερία τους αυτή ζώντας υπό ένα συνεχή καταιγισμό ασημαντότητας κάθε μορφής, χωρίς ιδεολογίες, ιδέες, ιδανικά, αξίες; Το πείραμα συνεχίζεται...

5 Νοε 2009

Γελάκια


-Θυμάσαι που τους λέγαμε προεκλογικά ότι θα τα πάρουμε από τους πλούσιους για να βοηθήσουμε τους οικονομικά ασθενέστερους;
-Με κάτι τέτοια πάντα τσιμπάνε!

3 Νοε 2009

O ΟΣΕ ξαναχτυπά...

Αν θυμάστε πριν κάτι λιγότερο από ένα μήνα είχα ανεβάσει αυτή την ανάρτηση, στην οποία μιλούσα για τη διαμαρτυρία μας, των επιβατών της Α' Θέσης ενός τρένου που θα μας μετέφερε από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, για τις απαράδεκτες συνθήκες καθαριότητας εντός του. Απ’ ό, τι φαίνεται η έγγραφη εκείνη διαμαρτυρία μας εστάλη από κάποιον αποφασισμένο επιβάτη στον ΟΣΕ, μια και σήμερα μου ήρθε απαντητική επιστολή από τον οργανισμό. Ξεκινά ζητώντας μας συγνώμη για την ‘ταλαιπωρία που υποστήκαμε’ εξαιτίας της ‘εμφάνισης εντόμων στο χώρο των επιβατών’. (Φυσικά πουθενά δε λέει ότι τα εν λόγω έντομα δεν ήταν μυρμηγκάκια, ακρίδες ή πεταλούδες αλλά κατσαρίδες.) Συνεχίζει διευκρινίζοντας ότι (τα ελληνικά δικά τους): ‘Παρά τον καθημερινό καθαρισμό και της απολύμανσης που πραγματοποιείται στους συρμούς του ΟΣΕ … είναι πιθανόν λόγω συνεχούς χρήσης των ίδιων φαρμάκων, να μην υπάρχει αποτελεσματικότητα εξαιτίας της αντοχής των εντόμων (είπαμε, κατσαρίδες, αλλά ο ΟΣΕ προτιμά εν προκειμένω τις γενικόλογες διατυπώσεις) σε αυτά. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο απευθυνθήκαμε πλέον σε ειδικούς εντομολόγους του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών (!!!), προκειμένου να εξευρεθούν μέθοδοι αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης των ερπόντων εντόμων (γιούχου, κατσαρίδες είπαμε), εκτός των μεθόδων εκείνων που εφαρμόζονται μέχρι σήμερα στις αμαξοστοιχίες μας.’ Έχοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ομολογήσει ότι οι κατσαρίδες ταξιδεύουν αρκετό καιρό (μάλλον χρόνια) με τα τρένα του ΟΣΕ, η επιστολή περνά εν συνεχεία στο ζήτημα των πανβρώμικων καθισμάτων που αντικρίσαμε μπαίνοντας στο βαγόνι μας και μας ενημερώνει ότι: ‘… ο ΟΣΕ ήδη έχει ξεκινήσει (τα τελευταία χρόνια…) για το συγκεκριμένο τύπο συρμών την αντικατάσταση καθισμάτων, κουρτινών και μοκετών γεγονός που θα συμβάλει στη γενικότερη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών της ΤΡΑΙΝΟΣΕ (οπωσδήποτε, το να μη σιχαίνεται κανείς να καθίσει σε ένα λιγδιασμένο από αρχαία βρωμιά κάθισμα θα αποτελέσει βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών...). Έως σήμερα οι εργασίες αυτές έχουν ολοκληρωθεί (μιλάμε για οχτώ τρένα όλα κι όλα, ΠΟΣΟΣ άραγε καιρός χρειάζεται για τη δουλειά αυτή;) σε 4 συρμούς (τυχεράκηδες, όσοι πέσετε σ’ αυτούς αν και όταν χρειαστεί να ταξιδέψετε) και συνεχίζονται και για τους υπόλοιπους 4 (όσοι τύχει να ταξιδέψετε με αυτούς απλώς την πατήσατε, καλή τύχη την επόμενη φορά).’ Αφού πει μερικά ακόμη πραγματάκια που φιλοδοξούν να δικαιολογήσουν τη δυσανάλογα υψηλή εν σχέσει με την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών τιμή των εισιτηρίων, η επιστολή καταλήγει: ‘Ζητώντας σας και πάλι συγνώμη για το δυσάρεστο και μεμονωμένο (εμένα μου λες!) περιστατικό, είμαστε στη διάθεση σας για οποιαδήποτε πρόσθετη πληροφορία ή διευκρίνιση.’ Νομίζω ότι σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα που σέβεται τους πολίτες της θα είχαμε απλώς πάρει τα χρήματά μας πίσω, αντί για μια φλύαρη, ανούσια, βαρετή ‘απολογητική’ επιστολή. Αλλά δυστυχώς ζούμε στη χώρα που ζούμε και, ως γνωστόν, μετά την απομάκρυνση από το ταμείο ουδέν λάθος αναγνωρίζεται. Στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να βρούμε μια μέρα στο γραμματοκιβώτιό μας μια τέτοια επιστολή.

1 Νοε 2009

Τολμήστε κύριε Παπακωνσταντίνου!

Σύμφωνα με τα σχετικά δημοσιεύματα ο τριπλός στόχος του υπουργείου Οικονομικών πριν την κατάθεση του φετινού προϋπολογισμού είναι η μείωση των δαπανών, η αύξηση των δημοσίων εσόδων και η στήριξη των ασθενέστερων. Θα ήθελα να δώσω έμφαση στον δεύτερο στόχο, βοηθώντας τον κύριο Παπακωνσταντίνου να δει, ως υπουργός Οικονομικών μιας φρεσκοεκλεγμένης και πολλά υποσχόμενης κεντροαριστερής κυβέρνησης, αυτό που προηγούμενοι υπουργοί Οικονομικών παλαιότερων κυβερνήσεων αδυνατούσαν ή αρνούνταν να δουν. Η αύξηση των δημοσίων εσόδων μπορεί να επιτευχθεί με τον απλούστερο και καλύτερο δυνατό τρόπο φορολογώντας τον μεγαλύτερο και μακροβιότερο φοροφυγάδα αυτής της χώρας. Αν το κάνει, εκατοντάδες εκατομμύρια ανείσπρακτων ευρώ θα εισέλθουν στα κρατικά ταμεία, δίνοντας το φιλί της ζωής στην καταρρακωμένη ελληνική οικονομία. Ποιος είναι αυτός ο φοροφυγάδας; Μα... ποιος άλλος από την Εκκλησία. Mια Εκκλησία που διακηρύσσει ότι βρίσκεται κοντά στον 'απλό λαό', ενώ ταυτόχρονα αρνείται να πληρώσει φράγκο σε φόρους για την ανυπολόγιστη περιουσία της, όπως κάνει ο κακόμοιρος ο 'απλός λαός' που κατά τα άλλα η Εκκλησία αυτή αγαπά και στηρίζει. Όπως μας θυμίζει η blogger 50ft queenie που το… έψαξε το πράγμα, στο συγκεκριμένο ζήτημα (της φορολόγησης της Εκκλησίας) ακολουθούνται πιστά και απαρέγκλιτα οι εξής Δέκα Εντολές:

1. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας
2. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρους για Κληροδοτήματα
3. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρους Δωρεάς
4. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρους Μεταβίβασης
5. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρο Εισοδήματος
6. Η Εκκλησία ΔΕΝ υποβάλλει νόμιμο και υποχρεωτικό Ε9
7. Η Εκκλησία ΔΕΝ υποβάλλει το νόμιμο και υποχρεωτικό Κτηματολόγιο
8. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει το συνολικό ποσό των εισφορών για το ταμείο των εργαζομένων της (κληρικών)
9. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει τους μισθούς των εργαζομένων της (κληρικών)
10. Και κηδεύει Δημοσία Δαπάνη τους Αρχιεπισκόπους της.


Βέβαια, για να κατορθωθεί το μέχρι σήμερα ακατόρθωτο, για να παραβιαστούν δηλαδή αυτές οι αυστηρά τηρούμενες Δέκα Εντολές, θα πρέπει να γίνει – επιτέλους! – σαφής διαχωρισμός μεταξύ Eκκλησίας και Κράτους, όπως έχει ήδη γίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες από δεκαετίες (στη Γαλλία, επί παραδείγματι, στην περίπτωση της οποίας μιλάμε και για την πανίσχυρη Καθολική Εκκλησία, υπάρχει
ήδη από το... 1905). Θα πρέπει δηλαδή ο κύριος Παπακωνσταντίνου να γίνει αυτός που θα χωρίσει αυτά τα κακομαθημένα σιαμαία που λέγονται Kράτος και Eκκλησία, αφήνοντας το καθένα να ακολουθήσει το δικό του δρόμο. Κάνοντάς το, θα έχει πετύχει μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια: ΚΑΙ θα έχει καταφέρει να αυξήσει ραγδαία τα δημόσια έσοδα, εξυγιαίνοντας την ελληνική οικονομία ΚΑΙ θα έχει απαλλάξει το ελληνικό Κράτος από ένα παρασιτικό σιαμαίο αδερφάκι που μέχρι σήμερα ζούσε σε βάρος του, απομυζώντας τα ζωτικά του όργανα. Θα το τολμήσει; Νομίζω ότι ήρθε η ώρα, περισσότερο από ποτέ στο παρελθόν, να γίνει αυτό το μεγάλο βήμα.


ΥΓ: Όσοι έχετε όρεξη μπορείτε να δείτε κι αυτή την ενδιαφέρουσα σχετική εκπομπή του ΤVXS, μια εκπομπή από αυτές που δεν προβλέπεται να δούμε ποτέ στην 'κανονική' τηλεόραση, η οποία αποτελεί δυστυχώς περισσότερο μέρος του προβλήματος των αξεχώριστων αυτών σιαμαίων παρά της λύσης του.

Περί όνου σκιάς

Εδώ μπορείτε να δείτε το βίντεο του εικονιζόμενου τραγουδιστή, ηθοποιού, performer Πάνου Μουζουράκη που προκάλεσε την επίθεση εναντίον του από μέλη εθνικιστικών ομάδων και οργανώσεων, που τον περίμεναν έξω από τη μουσική σκηνή όπου εμφανίζεται για να τον ‘περιποιηθούν’ με σπρέι στο πρόσωπο και ξυλοδαρμό. Παρακολουθώντας το βίντεο βλέπουμε το Μουζουράκη με ένα φίλο του να κάνουν εμφανώς την πλάκα τους – να επιδίδονται δηλαδή σε αυτό το τόσο δημοφιλές στη σημερινή Ελλάδα σπορ που λέγεται χαβαλές –, αστειευόμενοι πάνω στην 28η Οκτωβρίου, το συμβολισμό της ελληνικής σημαίας, τις παρελάσεις και άλλα τέτοια. Είναι εμφανής ο στόχος τους, μέσα από την πλάκα, να προκαλέσουν, να τραβήξουν την προσοχή. Και μάλιστα την προσοχή όσων πιστεύουν φανατικά σε οντότητες και σύμβολα όπως η σημαία, το ‘έθνος’, η ‘πατρίδα’ και ούτω καθ’ εξής. Παρότι γνωρίζουν ότι βιντεοσκοπούνται, οι δυο νεαροί μιλάνε σα να βρίσκονται μόνοι τους, κάνοντας ό, τι μπορούν για να δείξουν την αδιαφορία τους απέναντι σε κάποια πράγματα που κάποιοι άλλοι θεωρούν ‘ιερά’. Και ο τρόπος με τον οποίο λένε όσα λένε στο βίντεο ήταν αναπόφευκτο νομίζω να προκαλέσει την αντίδραση και την επίθεση από τους ‘θιγόμενους’ εθνικιστές. Είναι σαν να πήγαν ο Μουζουράκης με το φίλο του έξω από το Στάδιο Καραϊσκάκη λίγο πριν από ένα μεγάλο αγώνα – και μάλιστα έξω από τη θύρα των φανατικών – και να στάθηκαν εκεί με κασκόλ της αντίπαλης ομάδας εκτοξεύοντας προσβλητικά συνθήματα κατά του Ολυμπιακού, κοροϊδεύοντας την ομάδα του Πειραιά και χλευάζοντας τους φιλάθλους που πήγαιναν να δουν τον αγώνα. Η Ελλάδα είναι ο Ολυμπιακός κάποιων, και σε αυτούς τους κάποιους απευθύνθηκαν οι δυο performers μέσα από το εν λόγω βίντεο, προσβάλλοντας την ομάδα τους. Τίποτα περισσότερο. Τίποτα περισσότερο δηλαδή από δυο νεαρούς που για να σπάσουν πλάκα προκάλεσαν κάποιους φανατικούς, οι οποίοι αντέδρασαν όπως θα αντιδρούσε κάθε φανατικός: με ύβρεις και βία. Και οι μεν πήγαιναν γυρεύοντας και οι δε έκαναν ό, τι ακριβώς θα περιμέναμε από αυτούς. Θα μου πείτε, για μια στιγμή, τι θα πει ‘πήγαιναν γυρεύοντας’; Δεν υπάρχει ελευθερία λόγου στη χώρα αυτή; Ασφαλώς και υπάρχει, όση και έξω από τη θύρα των φανατικών στο Στάδιο Καραϊσκάκη πριν από ένα μεγάλο αγώνα του Ολυμπιακού. Με άλλα λόγια, όταν βάζεις στόχο να μπεις στο μάτι του κάθε φανατικού κοροϊδεύοντας, ξέρεις ότι κάποια στιγμή αυτός θα ξεχάσει και ελευθερίες λόγου και άλλα τέτοια ψιλά γράμματα για τον ίδιο, θα του ανέβει το αίμα στο κεφάλι και θα σε βρίσει ή θα σε δείρει. Και από τη στιγμή που το ξέρεις, είτε επιλέγεις να παίξεις το παιχνίδι αυτό για να τραβήξεις την προσοχή του και να τον προκαλέσεις, είτε τον αγνοείς. Οι περισσότεροι επιλέγουμε το δεύτερο. Ο Μουζουράκης, για να τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας επάνω του, επέλεξε το πρώτο και κατάφερε να τραβήξει την προσοχή όχι μόνο των φανατικών, αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας. Σπουδαίο κατόρθωμα.