30 Δεκ 2009
Τα ήτα της ήττας μας
Δεν υπήρξα ποτέ πιουρίστας, γλωσσαμύντορας, πουριτανός ή όπως αλλιώς θέλουμε το λέμε, αλλά τελευταία έχω παρατηρήσει ότι τα γιώτα της ελληνικής γλώσσας - αυτά τα τόσο κομψά, όμορφα γράμματα - υφίστανται μια ανηλεή, άνευ προηγουμένου επίθεση από τα ήτα. Η 'ανακαίνιση' έγινε 'ανακαίνηση', η 'φωτογράφιση' γίνεται 'φωτογράφηση', η 'κατεδάφιση' μετατρέπεται εν μια νυκτί ή όσο τέλος πάντων διαρκεί μια γλωσσική κατεδάφιση σε 'κατεδάφηση'. Και ούτω καθ' εξής. Πρωτομάστορας στη στροφή αυτή προς μια - κατά την προσωπική μου άποψη - χοντροκομμένη, άσχημη χρήση της νεοελληνικής αναδεικνύεται όπως θα περίμενε κανείς η τηλεόραση. Μεσημεριανάδικα, τοκ σόους, φτιαγμένα στο πόδι ρεπορτάζ σε δελτία ειδήσεων καθιερώνουν μέρα με τη μέρα μια ομογενοποιητική, απλουστευτική χρήση της γλώσσας η οποία, υποψιάζομαι, σκοπό έχει να 'περνάνε' τα λεγόμενα πιο εύκολα σε μαζικά ακροατήρια χαμηλής μόρφωσης. Παρομοίως, βλέπω σε πινακίδες ή επιγραφές το 'απαγορεύεται' (όπως στο 'απαγορεύεται το κάπνισμα') να γίνεται 'απαγορεύετε' και το αντίστροφο. Μια σύγχυση δηλαδή επικρατεί στις μέρες μας μεταξύ παθητικής και ενεργητικής φωνής, ένα μπέρδεμα που εμφανίζεται διαρκώς περισσότερο σε e-mails, posts σε διάφορα blogs και εν γένει στον γραπτό μας λόγο, δείχνοντας ό, τι και η επικράτηση των ήτα: έλλειψη γλωσσικής παιδείας. Αλλά για να επανέλθω στα γιώτα που έχουν τραπεί σε άτακτη φυγή από τη σαρωτική επίθεση των ήτα σε όλο και περισσότερες λέξεις, νομίζω ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας μεγάλης ήττας. Ήττας πολιτιστικής, μορφωτικής, γλωσσικής. Όταν βλέπουμε τη λέξη 'αναβάθμιση' ξαφνικά να γίνεται 'αναβάθμηση', βλέπουμε νομίζω μια υποβάθμιση του γλωσσικού μας πλούτου, της ικανότητάς μας να εκφραστούμε μέσα από αυτό το τόσο περιεκτικό επικοινωνιακό εργαλείο που λέγεται νεοελληνική γλώσσα. Μια υποβάθμιση που δεν ξέρω αν θα οδηγήσει σε νέες γενιές ημιαγράμματων Ελλήνων ή σε κάποιου είδους αντίδραση απέναντι σε αυτή την κακοποίηση των λέξεων. Ο χρόνος θα δείξει. Προς το παρόν, εύχομαι σε όλους σας καλή χρονιά, ελπίζοντας του χρόνου να μην έχουμε φτάσει να ευχόμαστε ο ένας στον άλλο... 'καλή χρονηά'. ;-)
29 Δεκ 2009
Η επιλογή της σιωπής
Δεν ξέρω αν σας το έχω πει, αλλά ακούω πολύ ραδιόφωνο. Μ' αρέσει το Δεύτερο Πρόγραμμα, το οποίο ακούω εναλλάξ με το Τρίτο όλες ή σχεδόν όλες τις ώρες της ημέρας. Έτυχε λοιπόν αυτές τις μέρες να ακούσω, από το Δεύτερο, τα νέα τραγούδια δυο αγαπημένων φωνών, δυο αγαπημένων υπάρξεων: της Χαρούλας Αλεξίου και της Αρλέτας. Και δυστυχώς απογοητεύτηκα. Η μεν Χαρούλα δεν τραγουδάει αλλά περισσότερο απαγγέλλει, η δε Αρλέτα απλώς ΔΕΝ θα έπρεπε να εκτεθεί κατ' αυτόν τον τρόπο. Η απογοήτευση ήταν μεγάλη, γιατί μεγάλη ήταν και η εκτίμηση που τους είχα. Και όσο περισσότερο θαυμάζουμε νομίζω έναν καλλιτέχνη, έναν δημιουργό, τόσο περισσότερο θλιβόμαστε όταν διαπιστώνουμε ότι δεν ξέρει πότε να σιωπήσει. Γιατί η ώρα της σιωπής έρχεται, αργά ή γρήγορα, για όλους. Και ίδιον των μεγαλύτερων καλλιτεχνών, των πιο ξεχωριστών δημιουργών είναι ότι ξέρουν πότε να αποσυρθούν. Πότε να αφήσουν το περιβόλι της τέχνης τους να το σκαλίσουν και κάποιοι νεότεροι. Εκεί φαίνεται πραγματικά το μεγαλείο τους, όταν αποδεικνύουν ότι ξεπερνώντας ματαιοδοξίες, εγωισμούς και όλα αυτά τα 'μικρά' που μας χαρακτηρίζουν όλους, μπορούν να υψωθούν πάνω και πέρα από τα ανθρώπινα. Όπως μας έχουν συνηθίσει, άλλωστε, οι σπουδαιότεροι απ' αυτούς. Σεβόμενοι τόσο τους παλιούς, καλύτερους εαυτούς τους όσο και τους ανθρώπους που μαγεύτηκαν απ' την τέχνη τους και στάθηκαν συνοδοιπόροι τους στα χρόνια της μαγείας. Κι αν δεν μπορούν οι ίδιοι, οφείλουμε οι θαυμαστές τους να προφυλάξουμε αυτό το τόσο πολύτιμο που αντιπροσωπεύουν από τη φθορά του χρόνου και του γήρατος. Γι' αυτό και ιδίως την Αρλέτα, την οποία ξεχωρίζω τόσο για την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της όσο και για τη μακριά απ' τα φώτα της εύκολης δημοσιότητας στάση ζωής της, θα προσποιηθώ ότι ούτε την είδα, ούτε την άκουσα. Θα την κρατήσω στη μνήμη μου όπως τη θυμόμουν. Της αξίζει.
24 Δεκ 2009
Όταν χάθηκε το μέτρο
Πριν 12 χρόνια, όταν πέθανε ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ένας άνθρωπος διεθνώς καταξιωμένος ως κορυφαίος διανοητής, ο θάνατός του πέρασε στα ‘ψιλά’ των ελληνικών εφημερίδων. Για την ακρίβεια, δεν ‘πέρασε’ καθόλου στις εφημερίδες ως είδηση. Παρότι μιλάμε για τον μεγαλύτερο Έλληνα φιλόσοφο του περασμένου αιώνα, που με τη σκέψη του υπήρξε ο καλύτερος πρεσβευτής των ελληνικών γραμμάτων ανά την υφήλιο. Άνθρωποι στα πέρατα της γης που δεν ήξεραν την Ελλάδα, γνώριζαν τον Καστοριάδη. Αλλά στην ίδια την Ελλάδα ήταν και παρέμεινε, μέχρι το θάνατό του, σε ένα περιθώριο, σε μια διαρκή και χαρακτηριστική σκιά. Αντιθέτως, από την ημέρα που έφυγε από τη ζωή ο Χρήστος Λαμπράκης, δεν προλαβαίνω να μαθαίνω από πρωτοσέλιδα στις εφημερίδες πόσο ‘μεγάλος Έλληνας’ ήταν, τι μεγέθους προσωπικότητα υπήρξε, τι τεράστια απώλεια για τον πολιτισμό μας ήταν ο θάνατός του. Ο άνθρωπος αυτός αναμφισβήτητα προσέφερε και έκανε πολλά, κυρίως στο χώρο των μέσων ενημέρωσης. Έδωσε δουλειά σε ανθρώπους μέσα από τα έντυπά του, δημιούργησε έναν μιντιακό κολοσσό, τον ΔΟΛ, άφησε ένα γερό χνάρι όπου πέρασε. Αλλά η αμετροεπής προβολή του μετά θάνατον ως πολιτιστικού γίγαντα, ως δυσθεώρητης σε μεγαλείο προσωπικότητας, ως ενός και μοναδικού αποδεικνύει πόσο έχουμε χάσει κάθε αίσθηση των πραγματικών διαστάσεων των πραγμάτων. Και πέραν αυτού, οι μεταθανάτιοι υμνητές του δεν φαίνονται να αντιλαμβάνονται ότι όσο ‘φουσκώνεις’ έναν άνθρωπο πέραν των αληθινών του διαστάσεων, τόσο εν τέλει τον μικραίνεις. Διότι ακόμη και οι πραγματικά μεγάλοι – ή ιδίως αυτοί – δεν έχουν ανάγκη από ακολούθους, υμνητές, τελάληδες του μεγαλείου τους. Αλλά αυτό δύσκολα μπορεί να το αντιληφθεί ο οιοσδήποτε ζει και εργάζεται σε μια χώρα όπως η σημερινή Ελλάδα.
22 Δεκ 2009
Τα όρια του χιούμορ
Ο Γιάννης Κότσιρας και ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας είναι δυο μουσικοί που πάντα μου άρεσαν. Τους ξεχώριζα και τους ξεχωρίζω για την αξιοπρέπειά τους, το καλό τους γούστο, τις όμορφες μελωδίες τους. Όμως φαίνονται να νομίζουν ότι ζουν σε μια χώρα της πλάκας, στην οποία ως εκ τούτου δικαιούνται να κάνουν την πλάκα τους ακόμα και με πράγματα που θα έπρεπε να το ξανασκεφτούν πριν τα πάρουν ελαφρά. Ακόμα και με τα αντικαπνιστικά μέτρα, που τόσο ανάγκη είχε αυτή η δύστυχη χώρα που βρωμοκοπάει ολόκληρη τσιγαρίλα. Δυστυχώς, με την παράστασή τους που τιτλοφορείται 'Νόου σμόκιν', οι δυο κατά τα άλλα εξαίρετοι μουσικοί γίνονται εκφραστές μιας πολύ συγκεκριμένης, χαβαλετζίδικης βιοθεωρίας, η οποία με βρίσκει αντίθετο. Διότι αυτό που χρειαζόμαστε για να πιάσουν τόπο μέτρα όπως αυτά κατά του καπνίσματος δεν είναι ακόμα περισσότερος χαβαλές - απ' αυτόν διαθέτουμε άφθονο ως χώρα-κοιτίδα του 'ευγενούς' αυτού σπορ - αλλά υπέρβαση των εαυτών μας. Και εκ βάθρων αλλαγή νοοτροπιών. Στην οποία αλλαγή νοοτροπιών συμπεριλαμβάνω και το να κατορθώσουμε να μη σέρνουμε ο ένας τον άλλο στα δικαστήρια για ψύλλου πήδημα. (Γι' αυτό διαφωνώ KAI με τις μηνύσεις που έγιναν σε βάρος των καλλιτεχνών από πολίτες.) Οι μηνύσεις δεν οδηγούν πουθενά, σε μια χώρα με δικομανείς κατοίκους. Όπως και 'χιουμοράκι' σαν αυτό των κυρίων Κότσιρα και Μαχαιρίτσα μόνο κακό μπορεί να κάνει σε μια χώρα βουτηγμένη μέχρι το λαιμό στα αποτσίγαρα και την 'πλακίτσα'.
19 Δεκ 2009
Hopenhagen
Η παγκόσμια διάσκεψη της Κοπεγχάγης – Hopenhagen βάφτισαν αυτές τις μέρες την πόλη κάποιοι, για να μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε τι διακυβεύεται, να μας ωθήσουν να συνειδητοποιήσουμε τη βαρύτητα της υπόθεσης που λέγεται ‘κλιματική αλλαγή’ – μόλις μας τελείωσε. Οι πρωταγωνιστές της, ο Ομπάμα με τον Κινέζο πρωθυπουργό, ηγέτες των δυο μεγαλύτερων ρυπαντών του πλανήτη ΗΠΑ και Κίνας, συναντήθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο μια-δυο φορές, τα είπαν και επέστρεψαν στις χώρες τους. Μέχρι να προσγειωθούν τα αεροπλάνα τους στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο θα έχουν ήδη αρχίσει να σκέφτονται άλλα, πιο φλέγοντα γι’ αυτούς ζητήματα. Διότι το να ηγείσαι μιας υπερδύναμης σημαίνει ότι έχεις πολλές, πάρα πολλές σκοτούρες, που δεν επιτρέπουν να ασχοληθείς ΚΑΙ με το περιβάλλον. Βεβαίως, για τα μάτια του κόσμου – του κόσμου στην κυριολεξία, για τα μάτια της υφηλίου που περίμενε να δει τι τέλος πάντων θα βγει από την Κοπεγχάγη – ο Ομπάμα, που ως έμπειρος σόουμαν προσπαθεί να μην απογοητεύει ποτέ το κοινό του, έφτασε, στο τελείωμα της διάσκεψης, σε μια άτυπη, μη δεσμευτική συμφωνία με μερικές άλλες χώρες – Κίνα, Ινδία, Νότιο Αφρική, Βραζιλία. Και όλοι – ή σχεδόν όλοι, αν σκεφτούμε τις περιβαλλοντικές οργανώσεις και ηγέτες ‘υπανάπτυκτων’ κρατών που πληρώνουν το λογαριασμό σε τσουνάμι, πλημμύρες, ξηρασίες, λιμούς για το φαγοπότι των ‘ανεπτυγμένων’ και οι οποίοι δεν έχουν κανένα λόγο να χαμογελούν – δήλωσαν με ένα αμήχανο, χαζοχαρούμενο χαμογελάκι ότι έγινε ένα ‘πρώτο βήμα’. Το ίδιο πρώτο βήμα, όπως εύστοχα επισημαίνει ο Richard Black του BBC, που είχε γίνει στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1992. Το ίδιο πρώτο βήμα που είχε γίνει και στο Μπαλί το 2007. Ένα πρώτο βήμα που επαναλαμβάνεται, από παγκόσμια περιβαλλοντική διάσκεψη σε παγκόσμια περιβαλλοντική διάσκεψη, για να οδηγήσει στην επόμενη, στην οποία θα γίνει ένα ακόμη ‘πρώτο βήμα’. Μέχρι να αντιληφθούμε ότι η ανθρωποφάγος και πλανητοφάγος κινητήριος ιδέα που λέγεται ‘ανάπτυξη’ στερείται δυστυχώς βαθύτερου νοήματος. Ότι δεν οδηγεί παρά σε ‘πρώτα βήματα’ αντιμετώπισης των συνεπειών της. Αλλά ως τότε μπορεί να είναι πολύ αργά. Θα έχουμε φοβάμαι ‘αναπτυχθεί’ τόσο, που δε θα υπάρχει γυρισμός.
18 Δεκ 2009
Φυγή από τη γελοιότητα
Υπάρχουν κάποια παιδιά που, στην μπερδεμένη αυτή εποχή των επαναστατών του καναπέ και των καναπεδάκηδων που σπάνε βιτρίνες, δεν το έχουν βάλει κάτω. Σκέφτονται διαφορετικά, ‘την έχουν δει’ διαφορετικά, προσπαθούν για το διαφορετικό. Γνωριστήκαμε θυμάμαι με κάποιους απ’ αυτούς σ’ ένα συνέδριο για τον Κορνήλιο Καστοριάδη, που αποτελεί και την κοινή μας αφετηρία. Ο μεγάλος αυτός διανοητής ενέπνευσε με το ρηξικέλευθο πνεύμα του τους άτακτους νεαρούς της ομάδας 'Αυτονομία ή Βαρβαρότητα' που επιμένουν να ταράζουν τα λιμνάζοντα νερά της πολιτικοκοινωνικά στάσιμης εποχής μας. Νεαρότεροι στην ηλικία από εμένα, δεν τους έχει χτυπήσει ακόμη κατάμουτρα η ματαιότητα των πραγμάτων, δεν τους έχει κυριεύσει η ηττοπάθεια που κατακτά όλους εμάς τους ‘μεγαλύτερους’ όσο περνάνε τα χρόνια – λειτουργώντας ως η καλύτερη πρόφαση για να την περνάμε στημένοι μπροστά σε μια τηλεόραση. Όπως και ο ίδιος ο Καστοριάδης, οι νεαροί της ομάδας 'Αυτονομία ή Βαρβαρότητα' δεν παύουν να πιστεύουν στο απίστευτο, να βάζουν με το νου τους το ασύλληπτο, να στοχεύουν στο άπιαστο. Κυκλοφορούν και ένα περιοδικό, το δικό τους μπουκάλι στον αχανή ωκεανό όπου επιπλέει και αυτό το blog, όπως δεκάδες άλλα περιοδικά και blogs. Τα μπουκάλια αυτά ταξιδεύουν προς άγνωστες κατευθύνσεις, έρμαια των κυμάτων, των ιδιοτροπιών του υγρού στοιχείου, της ρευστής πραγματικότητας που ζούμε. Μοναχικό το ταξίδι τους, το ταξίδι μας, όπως μοναχική η διαδρομή καθενός που έχει κάτι γνησίως δικό του να πει, που προτιμά την ανοιχτή θάλασσα από τα ξερονήσια της μαζικής κουλτούρας, τα κύματα από τις αμμουδερές παραλίες της εύκολης αποχαύνωσης. ‘Έχω την επιθυμία, και αισθάνομαι την ανάγκη, για να ζήσω, μιας άλλης κοινωνίας από αυτή που με περιβάλλει’ είχε πει ο ίδιος ο Καστοριάδης. Και πράγματι, ποιος από μας δεν έχει αυτή ακριβώς την ανάγκη και επιθυμία. Αλλά προτιμούμε την ευκολία της απραξίας από την προσπάθεια για ένα όραμα έστω ασχημάτιστο, από την εμπλοκή σε ένα εγχείρημα έστω καταδικασμένο. Ο Καστοριάδης έλεγε ότι προτιμούσε ‘την αποτυχία σε μια προσπάθεια που έχει ένα νόημα, παρά μια κατάσταση που μένει πριν ακόμα κι απ’ την αποτυχία ή τη μη αποτυχία, που μένει γελοία’. Οι περισσότεροι όμως – και δεν μπορούμε να κατηγορηθούμε γι’ αυτό, τι πιο ανθρώπινο από την παραίτηση – επιλέξαμε να εναγκαλιστούμε αυτού του είδους τη γελοιότητα, να γίνουμε ένα μαζί της. Παρότι σποραδικά μπορεί να κάνουμε κάποιες κινήσεις για να απελευθερωθούμε από αυτό το σφιχταγκάλιασμα. Κινήσεις δύσκολες, επίπονες, αβέβαιες. Μια τέτοια κίνηση βλέπουμε νομίζω και στην προσπάθεια που λέγεται 'Μάγμα', το περιοδικό που βγάζουν τα παιδιά αυτά που δεν θέλουν να ζήσουν αγκαζέ με την ατολμία.
16 Δεκ 2009
Κόντρα στα τηλεχριστούγεννα
Πλησιάζουν οι γιορτές, οι δρόμοι έχουν από μέρες γεμίσει Άγιους Βασίληδες, χριστουγεννιάτικα δέντρα, φωτάκια. Σιγά-σιγά θα αρχίσουν και τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ των ημερών για τις τιμές των μελομακάρονων και άλλων χριστουγεννιάτικων γλυκισμάτων. Από την τηλεόραση θα ενημερωθούμε και φέτος για το πόσο έχουν το κιλό οι δίπλες, που κυμαίνονται οι τιμές σε σχέση με πέρσι, που και πώς θα προμηθευτούμε τα εορταστικά μας γλυκίσματα στις πιο συμφέρουσες τιμές. Όλο αυτό δυστυχώς κανονοποιεί, μετατρέπει σε κανόνα ζωής, σε νόρμα που οφείλουμε να ακολουθήσουμε άπαντες, την εμπορευματοποίηση των γιορτών, την απώλεια μιας έστω και στοιχειώδους επαφής με τις χριστουγεννιάτικες παραδόσεις. Κάποτε, όχι πολλά χρόνια πριν, οι νοικοκυρές ή και οι νοικοκύρηδες αν το έλεγε η ψυχή τους έπλαθαν, έφτιαχναν μόνοι τους μελομακάρονα, βασιλόπιτες, τσουρέκια, κουλούρια και ένα σωρό άλλες παραδοσιακές νοστιμιές σε κάθε γωνιά της Ελλάδας: στα νησιά μας, στην Ήπειρο, τη Βόρειο Ελλάδα. Κάθε μέρος και με τις δικές του παραδοσιακές συνταγές. Συνταγές που έδιναν χρώμα και νόημα στην περίοδο των γιορτών, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα ξεχωριστή. Διότι όπως και να το κάνουμε είναι εντελώς άλλο πράγμα να μοσχοβολάει το σπίτι ολόκληρο από λιχουδιές που ετοιμάσαμε με τα χεράκια μας και εντελώς άλλο να έρχεται ένα απρόσωπο κουτί από το ζαχαροπλαστείο. Και όμως, αυτή την τεράστια απώλεια όχι μόνο δεν την πολυνιώθουμε, αλλά έχουμε και τα κανάλια να μας βομβαρδίζουν κάθε τέτοιες μέρες με ρεπορτάζ που φιλοδοξούν να δημιουργήσουν μια νέου είδους παράδοση: την ‘παραδοσιακή’ επίσκεψη στο ζαχαροπλαστείο για έτοιμα, προκατασκευασμένα γλυκά. Με τη δικαιολογία ότι οι σύγχρονοι εργαζόμενοι δεν έχουν χρόνο για να καθίσουν να ασχοληθούν οι ίδιοι με οτιδήποτε. Ενώ έχουν όλο το χρόνο που χρειάζεται για να παρακολουθούν τα σχετικά ρεπορτάζ και να γυρίζουν στα ζαχαροπλαστεία. Περισσότερο νομίζω αποτελεί ζήτημα προτεραιοτήτων και σκοπιμοτήτων η επαφή – ή η απώλειά της – με την πιο αυθεντική, πιο ανθρώπινη πλευρά των γιορτών, παρά οτιδήποτε άλλο. Γι’ αυτό και θα σας παρότρυνα, αυτά τα Χριστούγεννα, να γεμίσετε το σπίτι σας μυρωδιές χριστουγεννιάτικες. Το αξίζουμε όλοι. Κόντρα στο πνεύμα της εποχής και των τηλεχριστουγέννων.
15 Δεκ 2009
Καλές γιορτές με τον ΟΣΕ
Αναμφίβολα θα έχετε βαρεθεί να ακούτε από αυτό το blog για τον ΟΣΕ, για την ελλιπή καθαριότητα στα τρένα του και άλλα διάφορα προβλήματα που κατά καιρούς σας έχω εξιστορήσει. Όμως έχω τελευταία αναγκαστεί να χρησιμοποιώ τις υπηρεσίες του και διαπιστώνω ότι δυστυχώς πάνε από το κακό στο χειρότερο. Το τελευταίο κρούσμα; Εδώ και αρκετές εβδομάδες καλώ το 1110, τον τετραψήφιο αριθμό για τηλεφωνική κράτηση θέσεων και πληροφορίες γύρω από διαθεσιμότητα θέσεων, δρομολόγια, τιμές εισιτηρίων. Αλλά μια φωνή με ενημερώνει ότι για τεχνικούς λόγους η υπηρεσία ‘δε λειτουργεί προσωρινά’. Και αναρωτιέμαι, ΠΟΣΟ άραγε να διαρκεί αυτό το ‘προσωρινά’. Το ημερολόγιο λέει σήμερα 15 Δεκεμβρίου, έχουμε ήδη μπει στις γιορτές, πολύς κόσμος ταξιδεύει ή ετοιμάζεται να ταξιδέψει και ο ΟΣΕ ‘προσωρινά’ μας άφησε χωρίς τηλεφωνική εξυπηρέτηση. Θα μου πείτε πώς κάνεις έτσι; Ζούμε στην εποχή του internet, δεν έχεις παρά να μπεις στο site του οργανισμού και να βρεις ό, τι χρειάζεσαι. Αυτό ακριβώς και έκανα, δοκιμάζοντας με δυο διαφορετικούς τρόπους να βρω, από το site, δρομολόγια. ΚΑΙ με τους δυο τρόπους που δοκίμασα δεν μπορούσαν να βρεθούν δρομολόγια. Όχι γιατί δεν υπάρχουν, αλλά γιατί το site του ΟΣΕ είναι φτιαγμένο στο πόδι και δε λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Οπότε τι μένει; Η παλιά, δοκιμασμένη συνταγή: η επίσκεψη στον σταθμό και στα γκισέ έκδοσης εισιτηρίων, η αναμονή στην ουρά, οι καπνοί από το τσιγάρο του υπαλλήλου όταν φτάσεις επιτέλους μπροστά στο γκισέ, η επιστροφή από το σταθμό βρίζοντας. Βεβαίως, όλα αυτά δεν θα χρειαστεί να τα περάσω, γιατί, γνώστης πλέον της κατάστασης, φρόντισα να προμηθευτώ τα εορταστικά μου εισιτήρια καιρό πριν. Αλλά θέλησα - τι φιλοδοξία κι αυτή! - να αλλάξω την ώρα αναχώρησης, γι’ αυτό προσπάθησα να βρω αν υπάρχουν άλλα δρομολόγια διαθέσιμα την ημέρα που θα ταξιδέψω. Και προσέκρουσα στον ογκόλιθο που λέγεται ΟΣΕ. Καλές γιορτές!
14 Δεκ 2009
Έλληνας
‘Αγαπητέ μου Αντώνη, πανηγυρίζω κι εγώ μαζί σου στην θριαμβευτική σου νίκη που διανοίγει μια νέα προοπτική για την Ελλάδα μας! Με αγάπη, δικός σου, Μίκης.’ Με αυτά τα λόγια συνεχάρη ο Μίκης Θεοδωράκης τον φρεσκοεκλεγμένο στην αρχηγία της ΝΔ Αντώνη Σαμαρά. Και έκανε πολλούς, για μια ακόμη φορά, να αναρωτηθούν: ποιος είναι αλήθεια ο Μίκης Θεοδωράκης; Θα έλεγα ότι είναι ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης, ο ψηλός με τη λιονταρίσια χαίτη άνδρας που με τα τραγούδια του, τις μελωδίες του έγινε σύμβολο ενός ολόκληρου λαού. Σύμβολο αντίστασης, αντοχής σε χούντες, χωροφύλακες, δεξιά καθεστώτα, διώξεις, εξορίες. Τα τραγούδια του μίλησαν βαθιά στην ψυχή, ανέβηκαν στα χείλη κουβαλώντας ελπίδες, ανησυχίες, ευαισθησίες εκατομμυρίων ανθρώπων, προσφέροντάς τους παρηγοριά, αποκούμπι, ανάσα στα δύσκολα. Και δύσκολα υπήρξαν, τα ζήσαμε, τα έζησαν – γονείς, θείοι, παππούδες. Σήμερα όμως ζούμε στην εποχή της ευκολίας. Εύκολα αλλάζουμε κινητό, ρούχα, ερωτικούς συντρόφους, κανάλια στην τηλεόραση. Εύκολα μπορούμε και να χαρακτηρίσουμε, αφικνούμενοι εξ αριστερών, ‘προδότη’ τον Μίκη. Εύκολα μπορούμε να αναρωτηθούμε αν απλώς ‘τα ’χει χάσει’ λόγω γήρατος. Εύκολα μπορούμε να θεωρήσουμε ότι βλέπει κάτι στον Σαμαρά – όπως είδε και στον Καραμανλή του 1974 (του Θεοδωρακικής έμπνευσης ‘Καραμανλής ή τανκς’) ή τον Μητσοτάκη του 1990 – που δεν το είδαμε ποτέ ούτε το βλέπουμε όλοι οι υπόλοιποι, θεωρώντας τον, ως εκ τούτου, απλώς Δεξιό. Εύκολα όλα αυτά. Το δύσκολο είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι ο Μίκης απλώς λειτουργεί όπως κάθε νεοέλληνας. Αψυχολόγητα, απρόβλεπτα, απροσχεδίαστα. Δεν τον ενδιαφέρει η υστεροφημία του, δεν τον απασχολεί η ιστορία του, δεν πολυψάχνεται, δεν πολυσκοτίζεται. Απλώς συμπεριφέρεται όπως του έρχεται, λέει ό, τι του κατεβαίνει όποτε του κατεβαίνει, κατηγορεί τους κακούς Αμερικάνους και διάφορους άλλους μικρότερου γεωπολιτικού βεληνεκούς εχθρούς της Ελλάδος για όσα του χαλάνε το κέφι, παίρνει σπουδαιοφανές ύφος για να εκστομίσει κοινοτοπίες – στην περίπτωση του Μίκη αυτό το κάνει αντί για τον ίδιο ο Λάκης Λαζόπουλος, αναγιγνώσκοντας επιστολές του –, δεν αρνείται καμία παρέα αρκεί να νιώθει καλά. Αν καταφεύγαμε στην ευκολία να τον χαρακτηρίσουμε ‘προδότη’, ‘φυραμένο’, ‘Δεξιό’, θα σήμαινε ότι ξεχάσαμε ότι ο Μίκης τυγχάνει Έλληνας. Μεγάλος Έλληνας, χωρίς αμφιβολία, αλλά Έλληνας παρ’ όλα αυτά.
13 Δεκ 2009
Το παζλ της βίας
Τα τελευταία χρόνια και ιδίως από τον περσινό Δεκέμβρη παίζουμε ένα παιχνίδι: πρόκειται για ένα παζλ με δυο τεράστια κομμάτια. Η δαιμονοποίηση της αστυνομίας αποτελεί το πρώτο κομμάτι. Ασχολούμαστε υπερβολικά, σχολαστικά, με την αστυνομία, την οποία βάζουμε στο μικροσκόπιο για τις βίαιες μεθόδους της, αγνοώντας την καθημερινή δική μας βία, που κι αυτή καταπίνει στο διάβα της 15χρονα παιδιά. Και με αφορμή το θάνατο του 15χρονου Αλέξη, πέρσι το Δεκέμβρη, ανοίξαμε έναν μεγάλο κύκλο βίας που αφήνει βολικά απ’ έξω την αποξένωσή μας, τον κατακερματισμό της ανθρωπινότητάς μας, τις ματιές αδιαφορίας που ανταλλάσουμε καθημερινά μεταξύ μας όπου βρεθούμε, την εξαχρείωσή μας όταν μπαίνοντας σε ένα αυτοκίνητο βγαίνουμε στους δρόμους και μεταμορφωνόμαστε σε ανθρωποφάγα, λαμαρινένια θηρία. Οδηγούμαστε έτσι στο δεύτερο κομμάτι του παζλ, που ταιριάζει γάντι με το προηγούμενο και είναι η διατήρηση του πανεπιστημιακού Ασύλου, για να προστατευτεί υποτίθεται η φοιτητιώσα νεολαία μας από την αστυνομική βία. Ξεχνώντας ότι αυτοί που χρειάζονται προστασία και άσυλο δεν είναι οι φοιτητές αλλά καταρχήν οι ίδιοι οι πρυτάνεις των πανεπιστημίων, που δέρνονται ανελέητα αν τολμήσουν και πουν ή κάνουν πράγματα που δεν αρέσουν σε φοιτητές ή ‘αντιεξουσιαστές’. Όπως άσυλο χρειάζονται και τα ίδια τα πανεπιστήμια, από τους καταστροφείς τους. Τα δυο αυτά κομμάτια αυτού του παζλ βίας δε μπορούν, δυστυχώς, να υπάρξουν το ένα χωρίς το άλλο. Η χρονίζουσα, αθεράπευτη εμμονή με την αστυνομική βία, η δαιμονοποίηση του κακού, βάναυσου ‘μπάτσου’, που τόσο έχει βολέψει την ’Αριστερά’ - για να ξεχνά την αμηχανία της, την αλαλία της απέναντι σε μια κοινωνία, μια εποχή που την έχει αφήσει πίσω -, πάει χεράκι-χεράκι με την ταρίχευση νοοτροπιών, θεσμών, προβλημάτων του παρελθόντος που δε θέλουμε, δεν αφήνουμε να πεθάνουν. Διότι χωρίς κακή αστυνομία δε χρειάζεται Άσυλο. Και χωρίς Άσυλο οι διαφόροι αργόσχολοι, καφενόβιοι, τα χαμένα κορμιά που παράγει με ρυθμούς ανελέητους η νεοελληνική πραγματικότητα θα στερούνταν την παιδική χαρά τους. Αλλά υπάρχει και χειρότερο. Τα δυο αυτά κομμάτια του παζλ μας δεν τολμούν να τα πειράξουν όσοι θα μπορούσαν και θα έπρεπε να τα πειράξουν. Επί παραδείγματι, οι πολιτικοί. H υπουργός Παιδείας νίπτει τας χείρας της και μιλά για ‘μηδενική ανοχή’, ξεχνώντας ότι πλέον θα ταίριαζε περισσότερο να μιλήσουμε για μηδενική αντοχή σε τέτοιου είδους εξαθλίωση. Νομίζουν oι πολιτικοί μας ή κάνουν πως νομίζουν ότι μόλις βγήκαμε ή τώρα μόλις βγαίνουμε από τη δικτατορία, ότι ζούμε στην εποχή των παντοδύναμων χωροφυλάκων, των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων, των εξοριών, των διώξεων. Και δε βλέπουν ή κάνουν πως δε βλέπουν ότι οι μόνοι που υφίστανται διώξεις είναι, στα πανεπιστήμια, οι φοιτητές που δε χορεύουν το χορό της οργανωμένης ‘Αριστεράς’ ή οι πρυτάνεις που δέρνονται από τους κατά τα άλλα ανυπεράσπιστους φοιτητές. Και εκτός πανεπιστημίων άσχετοι περαστικοί ή καταστηματάρχες που ταλαιπωρούνται από συλλαλητήρια και κάθε είδους δημόσιες καταστροφές. Μήπως ήρθε ο καιρός, αφήνοντας την αστυνομία - που δεν αποτελεί άλλωστε παρά κομμάτι μας, καθρέφτη μας -, να κοιτάξουμε να εξαλείψουμε τη βία όλων μας εναντίον όλων στους δρόμους, στα κατειλημμένα από αυτοκίνητα πεζοδρόμια, σε κάθε γωνιά της πραγματικότητας που βιώνουμε;
11 Δεκ 2009
Για τον Σόλωνα
Εδώ και έναν χρόνο γίνονται αμέτρητες διαδηλώσεις, συζητήσεις, δημόσιες καταστροφές, καταλήψεις, διαμαρτυρίες για τον Αλέξη. Και δικαίως. Ήταν ένας έφηβος που έχασε τη ζωή του, μια ζωή που την είχε όλη μπροστά του, άδικα και αναίτια. Γι’ αυτό και έγινε σύμβολο μιας ολόκληρης γενιάς, μιας ολόκληρης χώρας. Καμία όμως διαδήλωση, καμία συζήτηση, καμία συγκίνηση, κανένας προβληματισμός για τον Σόλωνα. Καταρχάς αυτό καθεαυτό το όνομά του, σε αντίθεση με του συνομήλικού του Αλέξη, δεν προκαλεί κανένα συνειρμό. Πιθανότατα αυτή τη στιγμή θα αναρωτιέστε, ποιος είναι πάλι αυτός ο Σόλωνας. Ο Σόλωνας ήταν ένα παλικαράκι δεκαπέντε ετών. Ένα βράδυ πριν λίγες μέρες διέσχιζε με την παρέα του μια διάβαση πεζών στη λεωφόρο Κηφισίας. Και τον χτύπησε ένα αυτοκίνητο αφήνοντάς τον βαρύτατα τραυματισμένο. Λίγο αργότερα ο Σόλωνας ξεψύχησε. Και ο οδηγός του αυτοκινήτου που τον σκότωσε δε σταμάτησε καν για να δει τι έγινε, αν χτύπησε κάδο απορριμμάτων, ζώο ή άνθρωπο, αν το θύμα του είχε τραυματιστεί, αν ζούσε. Όπως και ο Αλέξης, ο Σόλωνας έπεσε θύμα μιας ολόκληρης κοινωνίας που έχει πάρει την κάτω βόλτα. Τα σώματα ασφαλείας της κοινωνίας αυτής αποτελούν απλώς μια ακόμη έκφανση της κρίσης αξιών, θεσμών, ιδανικών, που τη μαστίζει, όπως και οι δρόμοι της. Η έλλειψη οδικής παιδείας αποτελεί την πιο κραυγαλέα έκφραση της αποξένωσης, της κοινωνικής μας αποσάθρωσης. Στα πλαίσια αυτής της αποσάθρωσης και στην αρένα που λέγεται άσφαλτος ο πιο δυνατός, όποιος δηλαδή βρίσκεται πίσω από ένα τιμόνι, δεν υπολογίζει τίποτα και κανένα. Οι πεζοί αποτελούν παρασιτικές υπάρξεις, αδύναμους κρίκους που απλώς δεν αφήνουν τους παντοδύναμους οδηγούς να χορτάσουν ιπποδύναμη και ταχύτητα. Και οι άλλοι οδηγοί είναι ανταγωνιστές σε έναν ατέλειωτο, δίχως όρια και κανόνες, αγώνα ταχύτητας. Η εξαγρίωση αυτή, η εξαχρείωση όσων μπαίνοντας σε ένα αυτοκίνητο μετατρέπονται σε άψυχα, τροχοφόρα θεριά είχε θύμα της τον νεαρό Σόλωνα. Ένα παιδί που απλώς έμεινε τελευταίο στην παρέα εφήβων που διέσχιζε τη διάβαση και δεν πρόλαβε να γλυτώσει. Αλλά σε αντίθεση με την αστυνομική βία, η βία όλων μας εναντίον όλων στην ασφαλτόστρωτη αυτή ζούγκλα θεωρείται δεδομένη. Θεωρείται αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς μας. Γι’ αυτό και ο θάνατος του Σόλωνα, ο τόσο άδικος και αναίτιος, πέρασε στα ‘ψιλά’ των εφημερίδων - στα ‘ψιλά’ των συνειδήσεών μας.
9 Δεκ 2009
Περί ασύλου και όχι μόνο...
Ακούγονται πολλά και διάφορα τελευταία για τον κατά γενική ομολογία προβληματικό – το λιγότερο που θα μπορούσε να πει κανείς – θεσμό του πανεπιστημιακού ασύλου, που φαίνεται να έχει καταντήσει άσυλο για την άσκηση τυφλής, 'αντιεξουσιαστικής' βίας. Ένα ερώτημα που τίθεται, άμεσα συνδεδεμένο με το ζήτημα του ασύλου, είναι γιατί οι αρχές των πανεπιστημίων, δηλαδή οι πρυτανείες, τηρούν τόσο νερουλή στάση απέναντι σε ένα τόσο φλέγον ζήτημα. Ακόμα και για τον πολύ πρόσφατο σοβαρότατο τραυματισμό του πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών (που μόλις παραιτήθηκε), στην προσπάθειά του να αποτρέψει τους γνωστούς-άγνωστους κουκουλοφόρους από το να μπουκάρουν στους ιστορικούς χώρους του πανεπιστημίου, οι άλλοι πρυτάνεις εκφράστηκαν με τη συνηθισμένη τους ασάφεια και ατολμία. Άραγε που οφείλεται αυτή η απροθυμία τους να να μιλήσουν ανοιχτά, να πάρουν γενναίες αποφάσεις αλλαγών στο θεσμό του ασύλου, αλλαγών που τόσο χρειάζονται; Αντί άλλης απάντησης, θυμίζω ότι με τον ισχύοντα Νόμο 3549/2007 η εκλογή Πρυτάνεων και Αντιπρυτάνεων γίνεται σε ποσοστό 40% από τους φοιτητές. Μιλάμε δηλαδή για ανθρώπους – οι πρυτάνεις – που σε ποσοστό 40% οφείλουν την εκλογή τους σε νεαρούς και νεαρές στους οποίους (ως γνωστόν) κυριαρχούν πολιτικοϊδεολογικά οι υπερασπιστές του ασύλου και του 'συμβολισμού' του, διάφορες δηλαδή 'αριστερές' φοιτητικές οργανώσεις που με τον γνωστό συντηρητισμό τους – αριστεροί και συντηρητικοί ταυτόχρονα; Ω ναι! – μάχονται με νύχια και με δόντια κατά της κατάργησής του. Θα μπορούσαν λοιπόν ποτέ οι πρυτάνεις να πουν πράγματα, να εκφράσουν απόψεις, να πάρουν αποφάσεις που θα δυσαρεστούσαν όλους αυτούς; Ασφαλώς και όχι. Ένα ερώτημα όμως τίθεται και τίθεται, αν μου επιτρέπετε, κάπως βαριά: ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΛΟΓΟ συμμετέχουν οι φοιτητές στην εκλογή των πρυτανικών αρχών των πανεπιστημίων; Και μάλιστα σε τέτοιο μεγάλο ποσοστό; Νομίζω ότι δε θα έπρεπε να έχουν, οι φοιτητές, καμία μα καμία σχέση με την εκλογή πρυτάνεων, για τον απλούστατο λόγο ότι ΔΕΝ εργάζονται ούτε θα συνταξιοδοτηθούν ποτέ από το πανεπιστήμιό τους, σε αντίθεση με καθηγητές και λοιπό προσωπικό. Περαστικοί είναι και ως περαστικοί θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται, χωρίς αυτό να σημαίνει βεβαίως ότι δε θα έπρεπε να έχουν κάποια δικαιώματα. Αλλά από την παραδοχή αυτή μέχρι το να εκλέγουν τις πρυτανικές αρχές υπάρχει τεράστια, αγεφύρωτη απόσταση.
7 Δεκ 2009
Για ένα ακόμη άσκοπο συλλαλητήριο
Σήμερα έχουμε πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο. Αν το συλλαλητήριο αυτό γινόταν σε κάποια χώρα στην οποία δε γίνονται καθημερινά συλλαλητήρια, θα είχε κάποιο νόημα. Θα είχε κάτι να πει, δε θα περνούσε απαρατήρητο, θα συζητιόταν για μέρες. Όμως στην Ελλάδα ένα ακόμη συλλαλητήριο είναι ένα ακόμη συλλαλητήριο. Με μοναδικό αποτέλεσμα την καταστροφή δημόσιας περιουσίας, την ταλαιπωρία άσχετων πολιτών στις μετακινήσεις τους, τα πολλαπλά εμφράγματα στην κυκλοφοριακή ροή της πόλης. Με όλα αυτά δεδομένα, γνωστά, διαπιστωμένα από χρόνια, αναρωτιέται κανείς ΓΙΑΤΙ γίνονται ακόμη συλλαλητήρια. Ο χώρος της δημόσιας εκπαίδευσης κάθε επιπέδου νοσεί, πάσχει από σημαντικότατες ελλείψεις, παθογένειες, αγκυλώσεις. Αυτό κανείς δεν μπορεί να το αμφισβητήσει. Όπως δεν μπορεί να αμφισβητηθεί το ότι μεταξύ αυτών των χρονιζόντων προβλημάτων συγκαταλέγονται και οι καθιερωμένες πλέον – σε ετήσια βάση, με την έναρξη της σχολικής χρονιάς αλλά και σε ενδιάμεσες ‘θερμές’ συγκυρίες όπως η 17η Νοέμβρη ή η καινούργια επέτειος της 6ης Δεκέμβρη – καταλήψεις πανεπιστημιακών σχολών και σχολείων με τις συνεπακόλουθες καταστροφές σχολικών αιθουσών και λεηλασίες, την απώλεια μαθημάτων και χίλια δυο άλλα. Αποτελούν πλέον, οι ενέργειες αυτές, περισσότερο μέρος των προβλημάτων της δημόσιας παιδείας παρά της λύσης τους, από τη στιγμή που όχι μόνο δε συνεισφέρουν τίποτα στον έστω υποτυπώδη δημόσιο διάλογο μεταξύ κομμάτων και κοινωνικών εταίρων για τα ζητήματα της παιδείας αλλά δημιουργούν επιπλέον προβλήματα, ανοίγουν νέες εστίες αχρείαστης έντασης. Όλα αυτά δεν αποτελούν συμπεράσματα στα οποία χρειάζεται νομίζω μεγάλη σοφία για να φτάσει κανείς, αρκεί να ζει στην Ελλάδα. Αναρωτιέμαι λοιπόν πώς και γιατί, με τα φρέσκα, ανόθευτα ακόμη από την τριβή με την αδυσώπητη καθημερινότητα των ‘μεγάλων’ μυαλά τους, δεν τα έχουν τόσα χρόνια σκεφτεί τα ίδια τα παιδιά. Πώς και γιατί, με τις αγνές τους προθέσεις δεν σκέφτηκαν, ΑΝ και ΟΤΑΝ ένιωσαν την ανάγκη να διαμαρτυρηθούν, να το κάνουν δημιουργικά, διοργανώνοντας κάποιο πρωτότυπο, ευφάνταστο happening και όχι χάνοντας ημέρες ολόκληρες μαθημάτων, καταστρέφοντας, διαδηλώνοντας σε μια χώρα διαδηλώσεων.
6 Δεκ 2009
Διαλέγετε και παίρνετε
Προκειμένου να μπορούμε να παρακολουθούμε από κοντά τις ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις, αναρτώ το ευρετήριο σημαιών (πατώντας μεγαλώνει) των διαφόρων αναρχικών κινημάτων, που παρουσιάζει τις διάφορες σημαίες ανάλογα με τις μεταξύ των κινημάτων διαφορές. Αυτή τη στιγμή στο κτίριο του Πανεπιστημίου Αθηνών κυματίζει η πρώτη σημαία, με το κόκκινο και το μαύρο χρώμα. Το κόκκινο συμβολίζει τον σοσιαλισμό, το μαύρο τον αναρχισμό. Και η συνύπαρξή τους στη σημαία συμβολίζει τη συνύπαρξη αναρχικών και σοσιαλιστικών ιδεωδών, στα πλαίσια του κινήματος του αναρχοσυνδικαλισμού. Βρίσκω ταιριαστή την επιλογή της συγκεκριμένης σημαίας, δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή έχουμε στη χώρα μια 'σοσιαλιστική' κυβέρνηση. (Βεβαίως, αν ακόμη είχαμε τη ΝΔ στην κυβέρνηση, θα ταίριαζε περισσότερο να βλέπαμε την άλλη, την κιτρινόμαυρη σημαία να ανεμίζει στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, σύμβολο του αντίπαλου με το προηγούμενο κινήματος των αναρχοκαπιταλιστών.) Να πω με την αφορμή αυτή ότι όπως ξεκάθαρα βλέπετε κακώς μας κατηγορούν διάφοροι κακοί ξένοι ότι ως λαός είμαστε ανοργάνωτοι, χαώδεις, ασυμμάζευτοι: φαίνεται πέραν πάσης αμφιβολίας ότι έχει προβλεφθεί ένα αναρχικό κίνημα για κάθε κυβέρνηση. Τη βρίσκω ταιριαστή την επιλογή της σημαίας αυτής και για έναν ακόμη λόγο: διότι, μεταξύ άλλων, ο άναρχος συνδικαλισμός - αγροτών, λιμενεργατών, ΔΕΗτζήδων, φορτηγατζήδων και πολλών άλλων -, οδήγησε την Ελλάδα στα σημερινά της χάλια. Δε μένει λοιπόν παρά να κυριαρχήσει ολοκληρωτικά.
Ανεξέλικτοι
Παρακολούθησα την εβδομάδα που μας πέρασε στη Βουλή τον υφυπουργό Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής να ανταλλάσσει απόψεις με ένα βουλευτή του ΛΑΟΣ γύρω από την πρόοδο των δυο μεγάλων χαλιναριών που μας δένουν στο άρμα της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία: του πετρελαιαγωγού (ρωσικού βεβαίως πετρελαίου) Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης και του αγωγού ρωσικού φυσικού αερίου, του South Stream. Ο βουλευτής του ΛΑΟΣ ρωτούσε απαιτητικά, επιθετικά πότε επιτέλους θα λειτουργήσει ο ένας και πώς πάει ο άλλος. Και ο υφυπουργός τι έκανε; Ψέλλιζε διάφορα απολογητικά, προσπαθώντας να πείσει τον ωρυόμενο συνομιλητή του ότι κάνει ό, τι καλύτερο μπορεί. Όλα αυτά, τη στιγμή που η Ελλάδα θα μπορούσε όχι να εισάγει αλλά να εξάγει ενέργεια στην Ευρώπη εκμεταλλευόμενη τις ΑΠΕ, αξιοποιώντας τον ήλιο, τους ανέμους, φιλοδοξώντας να παράγει μια ώρα αρχύτερα το 20% (και πολύ περισσότερο, αν θέλαμε) της ενέργειάς της από ΑΠΕ, όπως της ζητά η ΕΕ να έχει κάνει μέχρι το 2020. Όμως σε αυτό τον μουντζωμένο τόπο είμαστε υποχρεωμένοι να αναμασάμε τα ίδια και τα ίδια, να αναλωνόμαστε σε ζητήματα για άλλους προ δεκαετιών ξεπερασμένα, να εγκλωβιζόμαστε σε νοοτροπίες που δε μας αφήνουν να απεξαρτηθούμε όχι μόνο από την ενεργειακή μέγγενη της Ρωσίας αλλά και από τα ίδια μας τα μικροσυμφέροντα, που δεν αφήνουν να αλλάξει τίποτα στην ενεργειακή μας πολιτική. Από τους συνδικαλιστές της ΔΕΗ που έχουν σφιχταγκαλιάσει το λιγνίτη και το πετρέλαιο και αλίμονο σε όποιον φιλοδοξήσει να τους χωρίσει μέχρι τις μικροκοινωνίες απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας που δε θέλουν ανεμογεννήτριες διότι τρομάζουν οι προβατίνες ή χαλάει το - ήδη θυσιασμένο στο βωμό της μεζονέτας - τοπίο τους, από τους βουλευτές του ΛΑΟΣ που βλέπουν τον πετρελαιαγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης κυρίως ως ανάχωμα που θα μας προστατέψει από την επιθετική Τουρκία, αγνοώντας όποια άλλη παράμετρο μέχρι τους φοβισμένους υφυπουργούς του ΠΑΣΟΚ που χάνουν τα λόγια τους μπροστά στις αγριοφωνάρες του κάθε αντιπολιτευόμενου βουλευτή φοβούμενοι ταυτόχρονα μήπως δυσαρεστήσουν ψηφοφόρους τους που δε γουστάρουν ΑΠΕ, μένουμε χαρακτηριστικά ανεξέλικτοι. Και εξαρτώμενοι ενεργειακά - με τη συνεπακόλουθη οικονομική αφαίμαξη - από χώρες όπως η Ρωσία, τη στιγμή που θα μπορούσαμε να το είχαμε δει εντελώς αλλιώς το πράγμα, όπως έκαναν συγκρίσιμοι με εμάς λαοί - επί παραδείγματι, οι Πορτογάλοι. Θα μπορούσαμε άραγε να ξεκολλήσουμε ποτέ από την κινούμενη άμμο της εγγεγραμμένης στα γονίδιά μας οπισθοδρομικότητας, από τον ιστό αράχνης που λέγεται ελληνική γραφειοκρατία, από το βούρκο των συμφεροντόπληκτων, άτολμων πολιτικών;
4 Δεκ 2009
Η αρχή του τέλους
Μετά την υπερπροβολή του από τα ΜΜΕ ως πατερούλη του λαού, αλλά και ως σεβάσμιας προεδρικής μορφής που θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει η άποψή του επί παντός επιστητού – αλησμόνητα θα μείνουν τα ‘κύριε πρόεδρε, πείτε μας για τούτο ή για τ’ άλλο’ του Νίκου Χατζηνικολάου, της Όλγας Τρέμη, του Νίκου Ευαγγελάτου και όλων των τηλεδημοσιογράφων που μυστηριωδώς τον θεωρούσαν και τον προέβαλλαν ως έγκριτο, έγκυρο συνομιλητή –, ο Γιώργος Καρατζαφέρης, που με την εκλογή Σαμαρά στην ηγεσία της ΝΔ βλέπει τους οπαδούς του να επιστρέφουν σε μια δεξιότερη ΝΔ, άρχισε να δείχνει το πραγματικό του πρόσωπο. Ειρωνευόμενος χοντροκομμένα την Κωνσταντίνα Κούνεβα στο Κοινοβούλιο και επιτιθέμενος με εξίσου άξεστο τρόπο στον ΣΥΡΙΖΑ, αποκαλύφθηκε ακόμη και στους πιο παραζαλισμένους, στους πιο παραπλανημένους από το αριστοτεχνικά σκηνοθετημένο πλασάρισμά του δια τηλεοράσεως ως αγαθούλη, φιλάνθρωπου αλλά και σεβαστού κυριούλη. Με περισσότερους βουλευτές στη Βουλή από όσους είχε ποτέ ονειρευτεί άρχισε πλέον, ρίχνοντας τη μάσκα του καλοκάγαθου κυρίου της διπλανής πόρτας, να γίνεται ο χειρότερος εχθρός του εαυτού του, θύμα της ίδιας του της κεκτημένης ταχύτητας, της ίδιας του της φύσης. Αφού έφτασε στο αποκορύφωμα της εφήμερης πολιτικής του δόξας, έχοντας καταφέρει να κυριαρχεί στα τηλεπαράθυρα, να έχει τα πρωτοπαλίκαρά του στη Βουλή, να συνδιαλέγεται με τα μεγάλα κόμματα παίζοντας πλέον χοντρότερο παιχνίδι, ρυθμίζοντας τις εξελίξεις ή φιλοδοξώντας να εξελιχθεί σε ρυθμιστή, άρχισε να παίρνει τον κατήφορο. Έναν κατήφορο, που θα τον επιστρέψει στην αρχική του ανυπαρξία, στο περιθώριο από το οποίο κατάγεται και στο οποίο ανέκαθεν ανήκε. Ώρα του καλή.
3 Δεκ 2009
Μια εξέγερση που δεν έγινε ποτέ
Έκλεισε η ΑΣΟΕΕ λόγω πολλαπλών κρουσμάτων γρίπης Α: Από την πρυτανεία του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (πρώην ΑΣΟΕΕ) ανακοινώθηκε ότι το Πανεπιστήμιο θα κλείσει επ' αόριστον λόγω των πολλαπλών κρουσμάτων γρίπης που παρουσιάστηκαν. Όπως διευκρινίζεται σε σχετική ανακοίνωση της πρυτανείας θα υπάρξει νεώτερη ανακοίνωση για την επαναλειτουργία του Πανεπιστημίου. Δυστυχώς ΔΕΝ ήταν αυτή η είδηση σήμερα από την ΑΣΟΕΕ. Η είδηση ήταν ότι αντιδρώντας σε αυτή την απόφαση της πρυτανείας για κλείσιμο της σχολής λόγω κρουσμάτων γρίπης, την οποία θεώρησαν πρόσχημα για να εμποδιστούν στις κινητοποιήσεις τους ένεκα της επετείου της 6ης Δεκεμβρίου, φοιτητές (υπό τη γνωστή, ελληνική, ευρεία έννοια της λέξεως) μετέτρεψαν την οδό Πατησίων στο ύψος της σχολής σε πεδίο μάχης. Εκτυλίχθηκαν δηλαδή οι τόσο οικείες σε όλους μας σκηνές απείρου κάλλους που βλέπετε και στη φωτογραφία, με τους φοιτητές να συγκρούονται με τα ΜΑΤ προκειμένου να μπουν στη σχολή και να προχωρήσουν στις προγραμματισμένες, ένεκα της ανωτέρω επετείου, ενέργειες. Για τι ενέργειες μιλάμε; Φυσικά όχι για κάποια καλαίσθητη, συμβολική, πρωτότυπη, ευφάνταστη, δημιουργική διαμαρτυρία που δεν θα προξενούσε ζημιές, αναστάτωση, ταλαιπωρία άσχετων πολιτών. Αλλά για κατάληψη της σχολής, σπασίματα, καψίματα, βρισίδια και μπουνίδια. Διότι κάπως έτσι λύνουν τις κατά τα άλλα λεπταίσθητες ιδεολογικές τους διαφορές με το σύγχρονο status quo οι φοιτητές μας. Πριν λίγες ώρες κατάφεραν, λόγω των εκτεταμένων επεισοδίων και για την αποφυγή περαιτέρω καταστροφών, να κλείσει και ο σταθμός ηλεκτρικού της πλατείας Βικτωρίας όπου θα κατέβαινα, αναγκάζοντάς με να περπατήσω ως την Ομόνοια, ελπίζοντας να έχει παραμείνει ανοιχτό το μετρό. Δεν ξέρω αν η ταλαιπωρία μου – και φαντάζομαι ότι δεν ήμουν ο μόνος ‘τυχερός’ – μπορεί να ερμηνευτεί, ιδωμένη μέσα από ένα πρίσμα φοιτητικής επαναστατικότητας, αντίστασης στις πάσης φύσεως εξουσίες που λυμαίνονται την Ελλάδα και απότισης φόρου τιμής στο νεκρό Γρηγορόπουλο, ως επιτυχία του φοιτητικού κινήματος. Αλλά προσωπικά, με τις φτωχές μου προσλαμβάνουσες, ένιωσα για μια ακόμη φορά ότι ζω σε μια χώρα-κοιτίδα του παραλόγου, σε μια χώρα-σκηνικό μιας κακόγουστης, σουρεαλιστικής φάρσας που καθημερινά επαναλαμβάνεται. Αυτοί οι φοιτητές, που μετακινούνται με τα αυτοκίνητα που τους αγόρασαν οι γονείς τους ως επιβράβευση για την εισαγωγή τους στο όποιο ΑΕΙ, που καπνίζουν βρωμίζοντας την πόλη με τις πεταμένες γόπες τους, που ως επί το πλείστον μιλάνε τα φτωχά ελληνικά της τηλεόρασης και των lifestyle περιοδικών, που στριμώχνονται σε κάθε φοιτητική εκδρομή για να πάρουν σειρά για τη Μύκονο, που θεωρούν τις ατέλειωτες ώρες ταβλιού και φραπεδιάς στις καφετέριες ως την ύψιστη, ευγενέστερη μορφή αντίστασης στον παγκόσμιο καπιταλισμό, πίστεψαν απ’ ό, τι φαίνεται ότι ταλαιπωρώντας με θα κατάφερναν ένα ακόμη χτύπημα σε αυτό ή αυτούς που φαντασιώνονται ως ιδεολογικό εχθρό. Λυπάμαι που θα τους απογοητεύσω, αλλά το μόνο που κατάφεραν, απ’ όσο μπορώ να κρίνω, ήταν να μας βάλουν να περπατήσουμε όσους θα κατεβαίναμε απόψε στον ηλεκτρικό της πλατείας Βικτωρίας.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)