Αυτό το καλοκαίρι μοιάζει μ’ έναν μεγάλο, δροσερό ευτυχώς, θάλαμο αναμονής. Η δεξιά κυβέρνηση ανόητων που μας έλαχε έκλεισε και τα ραδιόφωνα ώστε να μείνουμε μόνοι, αμείλικτα μόνοι με την αμηχανία και τα αδιέξοδά μας χωρίς μεσάζοντες, χωρίς εξόδους κινδύνου. Πετώντας δυόμισι χιλιάδες ανθρώπους στο δρόμο και πολλούς περισσότερους, ακροατές της ελληνικής ραδιοφωνίας, στα δυσβάσταχτα, αυτές τις ώρες, μονοπάτια της ραδιοφωνικής σιωπής που σαν ν’ αδειάζει ακόμη περισσότερο τις ήδη αδειανές μέρες ενός δύσκολου καλοκαιριού αναμονής. Αναμονής του έργου που θα συνεχιστεί από Σεπτέμβρη, της κοινωνικής έκρηξης που όλα αυτά τα πικρά, άχαρα καλοκαίρια προβλέπουν με δραματικές εξάρσεις οι παλμογράφοι της νεοελληνικής κοινωνίας και κάθε φορά διαψεύδονται.
Έτσι και αυτή τη φορά. Τίποτα το θεαματικό δεν θα συμβεί κόντρα στα προγνωστικά διψασμένων για συγκινήσεις προφητών. Η κοινωνία του θεάματος, το κοινό των τούρκικων, του Λάκη και του Θέμου δεν έχει την παραμικρή όρεξη να λερωθεί με πραγματικότητα. Γι’ αυτό, για μια ακόμη φορά θα ευχόμαστε να κάνει μαλακό χειμώνα, θα αστειευόμαστε στα social media, θα σχολιάζουμε την τελευταία δήλωση του τάδε ή δείνα σκυλά, θα γράφουμε – κάποιοι – προσπαθώντας να ξορκίσουμε τα φαντάσματα των ενοχών, της ματαίωσης που χτύπησε αλύπητα μια ολόκληρη γενιά που νόμιζε ότι η ζωή είναι ένα χαρούμενο τρενάκι που θα σε πάει μέχρι τέλους, φτάνει να έχεις πληρώσει το εισιτήριό σου. Και το χειρότερο; Θα τα κάνουμε αυτά σαν να σιχαινόμαστε ο ένας τον άλλο, εξ αποστάσεως. Δακτυλογραφώντας από την καρέκλα ή τον καναπέ, στο facebook. Ίσως επειδή ακόμη βρισκόμαστε καβάλα στο τρενάκι και ελπίζουμε, ότι το κακό όνειρο σύντομα θα τελειώσει και το τρενάκι θα συνεχίσει αμέριμνο τη διαδρομή του χωρίς να χρειαστεί να κατέβουμε, να λερωθούμε ψάχνοντας τη βλάβη.
Μια γενιά τουμπαρισμένη, μια ολόκληρη κοινωνία ευνουχισμένη, ακυρωμένη, πολιτικά. Που αδυνατεί να αντιδράσει σε αυτά που της συμβαίνουν. Σε σημείο να βγαίνει ένας άθλιος τύπος, να κλείνει εν μια νυκτί την ελληνική ραδιοφωνία και τηλεόραση κι εσύ να κάθεσαι σαστισμένος μπροστά στο πληκτρολόγιό σου προσπαθώντας να σκεφτείς κάτι έξυπνο, πρωτότυπο για το twitter ή το facebook σου. Αδυνατώντας να κάνεις κάτι, να κατέβεις από το ακινητοποιημένο πλέον τρενάκι να δεις τι στο καλό συμβαίνει. Να ενωθείς με άλλους, που θα έχουν κατέβει κι αυτοί σαστισμένοι, να δείτε τι θα μπορούσατε να κάνετε. Αλλά δεν κατεβαίνεις. Δεν έχεις, άλλωστε, κατέβει ποτέ. Απλώς περιμένεις, υπομονετικά, μαζί με τους άλλους. Εθισμένοι στην παθητικότητα, την αδράνεια, την υπομονή, η αναμονή μοιάζει ο φυσικός σας προορισμός. Πάντα κάποιοι έσπευδαν και διόρθωναν τις βλάβες, έβαζαν ξανά το τρενάκι σε τροχιά, κατέβαζαν κάποιους τζαμπατζήδες κι όλα συνέχιζαν το δρόμο τους. Όμως, αυτή η αναμονή τραβάει. Και αυτοί οι κάποιοι, άφαντοι. Το ακινητοποιημένο πλήθος περιμένει έχοντάς τα χαμένα, σαν παιδί που οι γονείς το άφησαν, άξαφνα, μόνο και κοιτά τριγύρω, αδυνατώντας να καταλάβει τι του συνέβη. Τι μας συνέβη;
*γράφτηκε για την Parallaxi και δημοσιεύτηκε εδώ
Έτσι και αυτή τη φορά. Τίποτα το θεαματικό δεν θα συμβεί κόντρα στα προγνωστικά διψασμένων για συγκινήσεις προφητών. Η κοινωνία του θεάματος, το κοινό των τούρκικων, του Λάκη και του Θέμου δεν έχει την παραμικρή όρεξη να λερωθεί με πραγματικότητα. Γι’ αυτό, για μια ακόμη φορά θα ευχόμαστε να κάνει μαλακό χειμώνα, θα αστειευόμαστε στα social media, θα σχολιάζουμε την τελευταία δήλωση του τάδε ή δείνα σκυλά, θα γράφουμε – κάποιοι – προσπαθώντας να ξορκίσουμε τα φαντάσματα των ενοχών, της ματαίωσης που χτύπησε αλύπητα μια ολόκληρη γενιά που νόμιζε ότι η ζωή είναι ένα χαρούμενο τρενάκι που θα σε πάει μέχρι τέλους, φτάνει να έχεις πληρώσει το εισιτήριό σου. Και το χειρότερο; Θα τα κάνουμε αυτά σαν να σιχαινόμαστε ο ένας τον άλλο, εξ αποστάσεως. Δακτυλογραφώντας από την καρέκλα ή τον καναπέ, στο facebook. Ίσως επειδή ακόμη βρισκόμαστε καβάλα στο τρενάκι και ελπίζουμε, ότι το κακό όνειρο σύντομα θα τελειώσει και το τρενάκι θα συνεχίσει αμέριμνο τη διαδρομή του χωρίς να χρειαστεί να κατέβουμε, να λερωθούμε ψάχνοντας τη βλάβη.
Μια γενιά τουμπαρισμένη, μια ολόκληρη κοινωνία ευνουχισμένη, ακυρωμένη, πολιτικά. Που αδυνατεί να αντιδράσει σε αυτά που της συμβαίνουν. Σε σημείο να βγαίνει ένας άθλιος τύπος, να κλείνει εν μια νυκτί την ελληνική ραδιοφωνία και τηλεόραση κι εσύ να κάθεσαι σαστισμένος μπροστά στο πληκτρολόγιό σου προσπαθώντας να σκεφτείς κάτι έξυπνο, πρωτότυπο για το twitter ή το facebook σου. Αδυνατώντας να κάνεις κάτι, να κατέβεις από το ακινητοποιημένο πλέον τρενάκι να δεις τι στο καλό συμβαίνει. Να ενωθείς με άλλους, που θα έχουν κατέβει κι αυτοί σαστισμένοι, να δείτε τι θα μπορούσατε να κάνετε. Αλλά δεν κατεβαίνεις. Δεν έχεις, άλλωστε, κατέβει ποτέ. Απλώς περιμένεις, υπομονετικά, μαζί με τους άλλους. Εθισμένοι στην παθητικότητα, την αδράνεια, την υπομονή, η αναμονή μοιάζει ο φυσικός σας προορισμός. Πάντα κάποιοι έσπευδαν και διόρθωναν τις βλάβες, έβαζαν ξανά το τρενάκι σε τροχιά, κατέβαζαν κάποιους τζαμπατζήδες κι όλα συνέχιζαν το δρόμο τους. Όμως, αυτή η αναμονή τραβάει. Και αυτοί οι κάποιοι, άφαντοι. Το ακινητοποιημένο πλήθος περιμένει έχοντάς τα χαμένα, σαν παιδί που οι γονείς το άφησαν, άξαφνα, μόνο και κοιτά τριγύρω, αδυνατώντας να καταλάβει τι του συνέβη. Τι μας συνέβη;
*γράφτηκε για την Parallaxi και δημοσιεύτηκε εδώ