18 Ιαν 2014
Γυρίζοντας στο σήμερα
Απαγόρευση καπνίσματος στην Ελλάδα. Μια σαπουνόπερα όχι όπως τα γνωστά «τούρκικα» αλλά αμιγώς ελληνικής παραγωγής. Με άγνωστο μέχρι στιγμής αριθμό επεισοδίων και μεγάλο, εντυπωσιακό καστ θεριακλήδων. Και μια ακόμη αντικαπνιστική εγκύκλιο να φεύγει αυτό τον καιρό από το υπουργείο Υγείας προς άπαντες τους «αρμόδιους φορείς», για να εφαρμοστεί μια ανεφάρμοστη νομοθεσία.
Ελλείψει δημοτικών αστυνομικών που δεν υφίστανται πλέον, το βάρος των ελέγχων θα πέσει σε «κλιμάκια ελέγχου» διαφόρων ανά τη χώρα υγειονομικών υπηρεσιών. Και το έργο, συνεχίζεται. Ένα έργο που ξεκίνησε πριν αρκετά χρόνια, με την Ελλάδα που «έσβηνε το τσιγάρο». Και πέρασε μια περίοδο ακμής με υποτιθέμενους ελεγκτικούς μηχανισμούς που θα απλώνονταν στη χώρα, μέτρα περιορισμού των καπνιζόντων μέχρι και στους ναούς αυτούς του νεοελληνικού πολιτισμού που λέγονται κέντρα διασκέδασης, με φουτουριστικές διαχωριστικές κατασκευές. Μια περίοδος όπου πραγματικά θαμπώνονταν κανείς από τις εξαγγελίες, τις λεπτομέρειες στις οποίες έφταναν τα λαμβανόμενα μέτρα, τις προσεκτικές διατυπώσεις της νομοθεσίας, τους μικρούς στρατούς φροντισμένων ελεγκτών. Αλλά που ύστερα από τη σύντομη αυτή λάμψη, ήρθε η κατάπτωση. Αργά αλλά με βαριά, καθοριστικά βήματα τα κρυμμένα τασάκια ξαναβγήκαν στην επιφάνεια, οι έλεγχοι ατόνησαν μέχρι που μας άφησαν χρόνους, οι καπνιστές με φρέσκια όρεξη ανακατέλαβαν, μετά από ένα πολύ σύντομο διάλειμμα εφαρμογής του νόμου, τους δημόσιους χώρους. Πανηγυρικά και άνευ ιδιαίτερης φασαρίας.
Το χειρότερο με όλα αυτά; Ανήκουν, σύσσωμα, σε έναν χρόνο τετελεσμένο. Παρελθόντα. Ένα κράτος, που λειτουργεί με χρονοβόρες στην εφαρμογή τους, βαρετές και αλλεπάλληλες εγκυκλίους. Μια χώρα, οι πολίτες της οποίας περιμένουν από εγκυκλίους. Και ύστερα τα κλιμάκια. Τα πρόστιμα, τους καβγάδες. Τους συνδέσμους εστιατόρων, ιδιοκτητών καφέ ή όποιους άλλους να φωνάξουν στα ΜΜΕ ότι αν εφαρμοστεί η αντικαπνιστική νομοθεσία οι επιχειρήσεις τους θα μαραθούν. Παρότι στην υπόλοιπη Ευρώπη, ΗΠΑ και Αυστραλία θα βρει κανείς και κράτη που λειτουργούν. Νόμους που εφαρμόζονται. Πολίτες που δεν περιμένουν κλιμάκια και πρόστιμα. Επαγγελματίες, εστιάτορες, ιδιοκτήτες καφέ ή μπαρ που κι αυτοί ως πολίτες σέβονται τους νόμους που ψηφίζονται από τους εκλεγμένους εκπροσώπους τους – ιδίως όταν αφορούν στη δημόσια υγεία. Χωρίς να παίρνουν την όποια δυσάρεστη νομοθεσία στα χέρια τους, για να την ξανασερβίρουν σαν εξωτικό κοκτέιλ: πασπαλισμένη με εκφράσεις και δάκρυα απόγνωσης, εμπλουτισμένη με κραυγές διαμαρτυρίας, διανθισμένη με σενάρια καταστροφής.
Μια υπόθεση του χθες – η αντικαπνιστική νομοθεσία – που με κάθε της επανάκαμψη σαν να μας γυρίζει ακόμα πιο πίσω, σ’ ένα παρωχημένο προχθές. Μια χώρα – η Ελλάδα – σ’ ένα δύσκολο μεταίχμιο, μεταξύ ενός ανεξάντλητου παρελθόντος κι ενός παρόντος που όλο και φεύγει μπροστά. Και, στη μέση, όσοι, καπνιστές ή μη, θα ήθελαν να γυρίσουν τα ρολόγια τους στο σήμερα. Και ξέρουν ότι αν δεν βάλουν κι αυτοί ένα χεράκι, δεν θα τα γυρίσει καμία εγκύκλιος, κανένα κλιμάκιο ή βλοσυρός ελεγκτής για λογαριασμό τους.
*γράφτηκε για την Parallaxi εδώ
Ελλείψει δημοτικών αστυνομικών που δεν υφίστανται πλέον, το βάρος των ελέγχων θα πέσει σε «κλιμάκια ελέγχου» διαφόρων ανά τη χώρα υγειονομικών υπηρεσιών. Και το έργο, συνεχίζεται. Ένα έργο που ξεκίνησε πριν αρκετά χρόνια, με την Ελλάδα που «έσβηνε το τσιγάρο». Και πέρασε μια περίοδο ακμής με υποτιθέμενους ελεγκτικούς μηχανισμούς που θα απλώνονταν στη χώρα, μέτρα περιορισμού των καπνιζόντων μέχρι και στους ναούς αυτούς του νεοελληνικού πολιτισμού που λέγονται κέντρα διασκέδασης, με φουτουριστικές διαχωριστικές κατασκευές. Μια περίοδος όπου πραγματικά θαμπώνονταν κανείς από τις εξαγγελίες, τις λεπτομέρειες στις οποίες έφταναν τα λαμβανόμενα μέτρα, τις προσεκτικές διατυπώσεις της νομοθεσίας, τους μικρούς στρατούς φροντισμένων ελεγκτών. Αλλά που ύστερα από τη σύντομη αυτή λάμψη, ήρθε η κατάπτωση. Αργά αλλά με βαριά, καθοριστικά βήματα τα κρυμμένα τασάκια ξαναβγήκαν στην επιφάνεια, οι έλεγχοι ατόνησαν μέχρι που μας άφησαν χρόνους, οι καπνιστές με φρέσκια όρεξη ανακατέλαβαν, μετά από ένα πολύ σύντομο διάλειμμα εφαρμογής του νόμου, τους δημόσιους χώρους. Πανηγυρικά και άνευ ιδιαίτερης φασαρίας.
Το χειρότερο με όλα αυτά; Ανήκουν, σύσσωμα, σε έναν χρόνο τετελεσμένο. Παρελθόντα. Ένα κράτος, που λειτουργεί με χρονοβόρες στην εφαρμογή τους, βαρετές και αλλεπάλληλες εγκυκλίους. Μια χώρα, οι πολίτες της οποίας περιμένουν από εγκυκλίους. Και ύστερα τα κλιμάκια. Τα πρόστιμα, τους καβγάδες. Τους συνδέσμους εστιατόρων, ιδιοκτητών καφέ ή όποιους άλλους να φωνάξουν στα ΜΜΕ ότι αν εφαρμοστεί η αντικαπνιστική νομοθεσία οι επιχειρήσεις τους θα μαραθούν. Παρότι στην υπόλοιπη Ευρώπη, ΗΠΑ και Αυστραλία θα βρει κανείς και κράτη που λειτουργούν. Νόμους που εφαρμόζονται. Πολίτες που δεν περιμένουν κλιμάκια και πρόστιμα. Επαγγελματίες, εστιάτορες, ιδιοκτήτες καφέ ή μπαρ που κι αυτοί ως πολίτες σέβονται τους νόμους που ψηφίζονται από τους εκλεγμένους εκπροσώπους τους – ιδίως όταν αφορούν στη δημόσια υγεία. Χωρίς να παίρνουν την όποια δυσάρεστη νομοθεσία στα χέρια τους, για να την ξανασερβίρουν σαν εξωτικό κοκτέιλ: πασπαλισμένη με εκφράσεις και δάκρυα απόγνωσης, εμπλουτισμένη με κραυγές διαμαρτυρίας, διανθισμένη με σενάρια καταστροφής.
Μια υπόθεση του χθες – η αντικαπνιστική νομοθεσία – που με κάθε της επανάκαμψη σαν να μας γυρίζει ακόμα πιο πίσω, σ’ ένα παρωχημένο προχθές. Μια χώρα – η Ελλάδα – σ’ ένα δύσκολο μεταίχμιο, μεταξύ ενός ανεξάντλητου παρελθόντος κι ενός παρόντος που όλο και φεύγει μπροστά. Και, στη μέση, όσοι, καπνιστές ή μη, θα ήθελαν να γυρίσουν τα ρολόγια τους στο σήμερα. Και ξέρουν ότι αν δεν βάλουν κι αυτοί ένα χεράκι, δεν θα τα γυρίσει καμία εγκύκλιος, κανένα κλιμάκιο ή βλοσυρός ελεγκτής για λογαριασμό τους.
*γράφτηκε για την Parallaxi εδώ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)