Στο πρώτο μπάνιο ξανοίξου, εκεί που δεν φτάνουν φωνές και παραφωνίες της ακτής κι άφησε το νερό, να σε παρασύρει - να σε παρασύρει στο παρελθόν. Άκου τη θάλασσα καθώς σπάει μαλακά, ευγενικά πάνω στο κορμί σου και τον αέρα που σφυρίζει στ’ αυτιά σου, φαλτσάροντας στα βρεγμένα σου μαλλιά. Έχουν να σου πουν πολλά. Ρίξε στο νερό κι αγαπημένα πρόσωπα που σ’ αυτά ή σ’ άλλα, συγγενικά νερά βαφτίσατε φιλίες, παρέες κι έρωτες, χτίσατε με μαστοριά και όρεξη καλοκαίρια ολόκληρα, ξέροντας ότι με την πρώτη στάλα φθινοπωρινής μελαγχολίας θα έπαιρναν ήσυχα-ήσυχα κι αδιαμαρτύρητα τη θέση τους σ’ ένα απ’ τα πολλά, ξεχαρβαλωμένα πια συρτάρια της μνήμης . Ένα απ’ αυτά τα καλοκαιρινά συρτάρια με τα ξεβαμμένα αλλά ακόμα ζωντανά πρασινογάλαζα χρώματα της θάλασσας, στην πρόσοψή τους. Άνοιξε δειλά-δειλά τα πιο παλιά απ’ αυτά, τα παιδικά, τα εφηβικά και άφησε, ανοίγοντας, να ακουστούν ξανά για λίγο οι φωνές, να ξαναζήσουν τα πρώτα άγουρα, αμήχανα, απελπιστικά φλερτ.
Άμα θες μπορείς, πριν ξαναβγείς στην ακτή και στην πραγματικότητα που περιμένει στεγνή κι ασάλευτη, πριν τη σκληρή σου προσεδάφιση, να πας και λίγο παρακάτω. Για να δεις πώς θα βαφτούν γύρω σου τα νερά πορτοκαλιά, ολοκόκκινα σχεδόν - θέαμα πραγματικά μοναδικό - στα δειλινά της ζωής σου. Να ξαναφέρεις μπροστά σου εκείνα τα τελευταία μπάνια της νιότης που μοιάζουν πια τόσο απόμακρα αλλά και μ’ έναν δικό τους, περίεργο τρόπο χτεσινά, λίγο πριν μπεις στη μεγάλη αυτή ευθεία του ανθρώπινου βίου που έπρεπε να δεις στα σοβαρά τι θα κάνεις με σένα, να εξορίσεις αμείλικτα τα άμυαλα καλοκαίρια που απορημένα σ’ έβλεπαν, χωρίς να ξέρουν το λόγο, να τ’ αποδιώχνεις σε τόπους μακρινούς για ν’ αφοσιωθείς στα φθινόπωρά σου και τους χειμώνες σου συγκεντρωμένος κι απερίσπαστος. Ποτέ δεν έμαθαν, ποτέ δεν τους είπες. Αλλά πάντα θα το περιμένουν εκείνο το αντάμωμα, σαν και πρώτα, όποτε το θελήσεις. Όμως, κάπου εδώ, ήρθε η ώρα να βγεις. Πρέπει.
*γράφτηκε για το thegreekcloud
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου