Κάτω από τη σχεδόν εκατονταετή συκιά. Ήρθε μαζί με τον προπάππου τον δάσκαλο, την προγιαγιά και τη γιαγιά από τα απέναντι παράλια, μ' εκείνη την μεγάλη ανθρώπινη πλημμυρίδα του '22. Μάλλον μαζί δεν ήρθε αλλά φυτεύτηκε, μετά από πολύ λίγο, στον κήπο του μικρού πέτρινου σπιτιού, του μετέπειτα «εξοχικού» κάπου στην Εύβοια, στο μέρος που ξεβράστηκαν, για να το κάνουν πατρίδα. Μανία που την είχαν, να φυτεύουν αυτοί οι άνθρωποι! Γέμισαν τον κήπο δέντρα: λεμονιές, συκιές, πορτοκαλιές, μανταρινιές, νεραντζιές, μια ελιά, μια βερικοκιά, ροδιά, χώρια οι τριανταφυλλιές που πάνε χρόνια, τώρα, που σταμάτησαν να μπουμπουκιάζουν. Σαν για να ριζώσουν οι ίδιοι, έσκαβαν τα χώματα κι έριχναν το σπόρο τους.
Που να φαντάζονταν, ότι κοντά ενενήντα και βάλε χρόνια μετά κάτω από τη μεγάλη τη συκιά που σαν κάνει Αύγουστο ακόμα χαρίζει, γεμάτη γλύκα, τα σύκα της, θα ξεφύτρωνε ένας περίεργος απόγονος. Που σε τίποτα δε χρησιμεύει, παρά μοναχά δανείζεται wi-fi από τη γειτόνισσα, μια μάντρα απόσταση, και κάθεται με ένα μίνι λάπτοπ σε ένα πλαστικό πτυσσόμενο τραπεζάκι που αρνείται να στεριώσει καλά πάνω στο χώμα. Και εδώ που τα λέμε, με το δίκιο του. «Μα δεν είναι γι' αυτές τις δουλειές ο κήπος, παιδάκι μου» θα 'λεγε η γιαγιά και θα 'πιανε με την τσουγκράνα να μαζέψει τα πεσμένα σύκα και να ισιώσει, να στρώσει τα τούβλινα μονοπατάκια που πήγαιναν φιδωτά στο κάθε δέντρο, για να κάνουν έναν κύκλο γύρω του που γέμιζε νερά σαν ερχόταν η ώρα του ποτίσματος.
Η γιαγιά όμως, δεν είναι πια εδώ. Πάνε πάνω από είκοσι χρόνια που λείπει από τον κήπο. Τα τουβλάκια, όσα έμειναν από δαύτα, ατάκτως ερριμμένα κάτω από τη μεγάλη συκιά, σαν για να βρουν εκεί ένα τελευταίο καταφύγιο, πριν την οριστική εξαφάνιση. Η ίδια η συκιά χρόνο με το χρόνο όλο και χαμηλώνει, σαν κάτι να ψάχνει, ανήσυχη. Ίσως να βλέπει τον κήπο ασκούπιστο, ασυγύριστο, εν τη απουσία της γιαγιάς και να απορεί, τι να συνέβη.
* γράφτηκε για το thegreekcloud
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου