«Γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 10 Οκτωβρίου, προκειμένου να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη για τα ψυχικά νοσήματα», μαθαίνουμε.
Έχοντας εργαστεί και ζήσει, στα πλαίσια της δουλειάς μου, για μερικούς μήνες σε ίδρυμα για άτομα με νοητική στέρηση και ψυχικές ασθένειες – να διευκρινίσω ότι πολλά τέτοια ιδρύματα λειτουργούν ως ταυτόχρονα γηροκομεία, ψυχιατρεία και ιδρύματα για άτομα με νοητική αναπηρία, τρία σε ένα – έχω να πω ότι στις σημερινές, πολιτισμένες κοινωνίες, η ποινή του θανάτου δια της ρίψης στον Καιάδα που επέβαλλαν οι σκληροί, απολίτιστοι Σπαρτιάτες σε όσους γεννιούνταν διαφορετικοί, έχει πλέον μετατραπεί μετά από δυόμισι χιλιάδες χρόνια «προόδου», σε ποινή ισόβιας κάθειρξης σε ευαγή ιδρύματα. Ιδρύματα όπου «φιλοξενούνται» σχιζοφρενείς μαζί με άτομα με αυτισμό ή με σύνδρομο Down, έχοντας σαν παρέα ανθρώπους με καθαρή νοητική στέρηση (χωρίς δηλαδή κάποια ψυχική πάθηση) ή απλά κοινωνικά απόβλητους: όλοι οι «καλοί» χωράνε, ιδίως αν δεν νοιάζεται κανείς γι’ αυτούς, και πρώτοι απ’ όλους οι δικοί τους.
Τα προβλήματα, απ’ όσο είδα ιδίοις όμμασι, πολλά: προσωπικό ανειδίκευτο, ακατάλληλο και πλήρως «ιδρυματοποιημένο» – η δουλειά σε ένα τέτοιο ίδρυμα αποτελεί για πολλούς το πλησιέστερο υποκατάστατο της εξασφάλισης στο δημόσιο, νιώθουν και λειτουργούν σαν δημόσιοι υπάλληλοι με όλα τα αρνητικά που αυτό συμπεριλαμβάνει, όπως η απέχθεια για κάθε είδους αλλαγές ή εκσυγχρονισμούς –, διοικήσεις άσχετες ή με τα εντελώς δικά τους συμφέροντα – πολύ συχνά τέτοιοι χώροι γίνονται πεδία παιχνιδιών εξουσίας και σκοπιμοτήτων, στις «πλάτες» των τροφίμων και εν ονόματί τους –, αδιάφορους ή εγκληματικά αμελείς (αν δεν μιλάμε και για περιπτώσεις σεξουαλικής ή άλλης κακοποίησης από βρεφική ηλικία) γονείς και συγγενείς, που «πετάνε» σε αυτά τα ιδρύματα τα παιδιά τους, τα αδέρφια τους, τα ανίψια τους, εκτός αν έχουν συμφέρον να τα κρατήσουν σπίτι για να εισπράττουν επιδόματα.
Όσον αφορά το προσωπικό, επειδή οι συνθήκες τόσο από άποψης απολαβών όσο και γενικότερα – φαντάζεστε τι εννοώ – δεν είναι και οι καλύτερες, τα ιδρύματα αυτά δύσκολα θα προσελκύσουν το απαιτούμενο εξειδικευμένο προσωπικό. Με συνέπεια να μαζεύουν σαν προσωπικό κάθε καρυδιάς – ανειδίκευτο – καρύδι, που δεν γνωρίζει πώς να χειριστεί, πώς να αντιμετωπίσει, τους τροφίμους: άνθρωποι, περισσότερο γυναίκες, μέτριας μόρφωσης που πιστεύουν ακράδαντα ότι με μοναδικό όπλο την «αγάπη» όλα θα λυθούν, όλα θα βρουν το δρόμο τους. Αντιμετωπίζοντας, βολικά για τις ίδιες, τους τροφίμους που φροντίζουν σαν μωρά (στο ίδρυμα που ο ίδιος εργάστηκα έτσι τους αποκαλούσαν) χωρίς ιδιαίτερες ανθρώπινες ανάγκες, πέραν αυτών ενός βρέφους. Ακόμα και άτομα με ελαφρότερης μορφής στέρηση, νέα παιδιά με αυτό που θα λέγαμε ψυχοκοινωνικά προβλήματα, θύματα περισσότερο κακών γονιών και ατυχιών στη ζωή τους τσουβαλιάζονται και ιδρυματοποιούνται ακόμα και αν διαμένουν σε «σπίτια στην κοινότητα» ή σε άλλους χώρους εκτός ιδρυμάτων, εξαιτίας, ξανά, του ανειδίκευτου, ανυποψίαστου προσωπικού, που μπορεί κι αυτά να τα αντιμετωπίζει σαν υπερμεγέθη βρέφη ή απλώς να μην ξέρει τι να κάνει.
Όσον αφορά τις διοικήσεις, βρίσκονται σε έναν διαρκή αγώνα δρόμου για εξεύρεση πόρων με κύριο αντίπαλο ένα αδιάφορο, απρόσωπο, ανάλγητο κράτος αλλά πολλές φορές και γονείς και συγγενείς που αρνούνται να συνεργαστούν ή να βοηθήσουν, έχοντας τα χίλια δυο δικά τους προβλήματα. Υπό αυτές τις συνθήκες οικονομικής λιμοκτονίας, οι δυνατότητες ακόμα και της πιο υγιούς και φιλόδοξης διοίκησης σε ένα τέτοιο ίδρυμα παραμένουν, το λιγότερο που θα μπορούσε να πει κανείς, περιορισμένες, εξαναγκάζοντάς την απλώς να προσπαθεί να μην ισχύει το «κάθε πέρσι και καλύτερα». Αν βεβαίως μιλάμε για διοικήσεις που ενδιαφέρονται πραγματικά για αυτούς τους ανθρώπους και όχι με τις δικές τους μικροπολιτικές επιδιώξεις, που πολλές φορές βλέπουν ένα τέτοιο ίδρυμα απλώς και μόνο ως σκαλοπάτι για κάτι «ψηλότερο».
Αν τώρα έρθουμε στους γονείς και τους λοιπούς οικείους, μιλάμε για ανθρώπους που πολλές φορές αδυνατούν να βοηθήσουν τα ίδια τους τα παιδιά ή ευθύνονται οι ίδιοι κατά μεγάλο μέρος για την κατάστασή τους. Και στις περιπτώσεις αυτές αποτελούν περισσότερο μέρος του προβλήματος παρά της λύσης. Περιπτώσεις δηλαδή παιδιών με ήπιας μορφής νοητική στέρηση που εξαιτίας της έπεσαν θύματα γονεϊκής εκμετάλλευσης (οικονομικής, σεξουαλικής ή άλλης) με συνέπεια η κατάστασή τους να χειροτερέψει ή να συνοδευτεί από κάποια ψυχική πάθηση ή βαριά ψυχολογικά προβλήματα (και από εκεί και πέρα αυτοτραυματισμούς και άλλα που επιβαρύνουν την υγεία τους και δυσκολεύουν την αντιμετώπισή τους). Υπάρχουν βέβαια και οι γονείς που πραγματικά αγαπάνε τα παιδιά τους και ενδιαφέρονται, ψάχνουν απελπισμένα πώς να τα βοηθήσουν, αλλά βρίσκονται και νιώθουν μόνοι απέναντι στο προαναφερθέν ανύπαρκτο έως εντελώς αδιάφορο κράτος και μια επίσης αδιάφορη έως ρατσιστική, απέναντι σε κάθε τι διαφορετικό, κοινωνία.
Πάντα πίστευα ότι ο πολιτισμός μιας κοινωνίας αντανακλάται στο πώς φέρεται σε αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη, στους «πιο αδύναμους κρίκους» της. Εκεί φαίνεται κατά πόσον αυτή η κοινωνία ακολουθεί στενές, εργαλειακές λογικές ή βαθύτερες, ουσιαστικότερες, ανθρώπινες. Και νομίζω μπορεί ο καθένας να βγάλει ως προς αυτό τα συμπεράσματά του, από τα δείγματα που μέχρι σήμερα έχουμε.
γράφτηκε για το free press Parallaxi και δημοσιεύτηκε εδώ
1 σχόλιο:
Έτσι ακριβώς.
Ο πολιτισμούς μίας κοινωνίας φαίνεται από το πώς φέρεται στα παιδιά της, τους ηλικιωμένους της και τους αρρώστους/ΑΜΕΑ της.
Δημοσίευση σχολίου