Σάλος από δημοσκόπηση μεγάλης εφημερίδας, επ’ αφορμή της συμπλήρωσης 46 χρόνων από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, στην οποία 30% των ερωτηθέντων είπε ότι επί επταετίας τα πράγματα ήταν καλύτερα απ’ ό, τι σήμερα. Βέβαια, αν καλοκοιτάξουμε, το ίδιο το ερώτημα της δημοσκόπησης προδιαθέτει, καθοδηγεί: «Σε λίγες μέρες θα έχουμε 21η Απριλίου. Ορισμένοι λένε ότι στη δικτατορία ήταν καλύτερα τα πράγματα από ό, τι σήμερα. Εσείς προσωπικά συμφωνείτε ή διαφωνείτε με την άποψη αυτή;» Ερώτημα απαράδεκτο από μόνο του, ανόητο, ανιστόρητο και άκρως υπαινικτικό. Ένα ερώτημα-διαπίστωση που καθοδηγεί τον ερωτώμενο να «σκοτώσει» μέσα του τη δημοκρατία, να αποδεχτεί τη χρεοκοπία όχι μόνο την οικονομική αλλά και την πολιτική του νεότερου ελληνικού κράτους και να νοσταλγήσει χωρίς δισταγμούς τη δικτατορία. Καθοδηγούμενος, όπως έχει συνηθίσει να καθοδηγείται σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς από opinion leaders τύπου και επιπέδου Χάρρυ Κλυνν ή Λάκη Λαζόπουλου, από πολιτικάντηδες τύπου Παύλου Χαϊκάλη. Τυχοδιώκτες λαοπατέρες, που έχουν πείσει τους τηλεθεατές ή τους διαδικτυακούς ανορθόγραφους σχολιαστές τους ότι έχουμε, στην Ελλάδα, μια ιδιότυπη χούντα «δοσίλογων».
Λαοπατέρες που βρήκαν και κάνουν, αναμφίβολα. Η ασταμάτητη ανεργία, η μαζική εξαθλίωση, τα διογκούμενα οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά αδιέξοδα έφεραν για κερασάκι μια ιδιόμορφη, αλλά βαθιά διαβρωτική φασιστοποίηση της ελληνικής κοινωνίας. Έβγαλαν στην επιφάνεια έναν μαινόμενο και σίγουρο για τα δίκαιά του όχλο που κυνηγά με διαδικτυακές κρεμάλες και κατάρες τους «δοσίλογους» που θεωρεί υπεύθυνους για την δική του παρακμή. Μια άμορφη μάζα ανθρώπων που εκλέγει λούμπεν νεοναζί στο Κοινοβούλιο, που αναδεύει τον φραπέ της στους φτηνούς πλαστικούς καναπέδες με τις άνετες μαξιλάρες κάποιου παρακμιακού καφέ ακούγοντας καψουροτράγουδα και βρίζοντας, ορκιζόμενη εκδίκηση. Γιατί δεν μπορεί, τρία χρόνια τώρα, να κάνει τίποτα περισσότερο. Γιατί δεν ξέρει, δεν έμαθε ποτέ να κάνει κάτι περισσότερο.
Ζουν, όλοι αυτοί οι οργισμένοι, σε μια χώρα που έχει υποστεί μια τραγική αποβιομηχάνιση, μια πραγματική οικονομική καθίζηση και προσπαθεί – ακόμα! – να καλύψει τα θεόρατα χάσματα στα θεμέλια της οικονομίας της ανοίγοντας κομμωτήρια, γυράδικα, ζαχαροπλαστεία, καφέ-μπαρ, βρακάδικα με σέξι εσώρουχα. Αρνείται αυτή η κοινωνία να δει την πραγματικότητα, όπως έκανε χρόνια τώρα. Κι ας μετρούσε ανάποδα το χρονόμετρο. Το οποίο χρονόμετρο, κάποια στιγμή πριν τρία χρόνια στο γραφικό Καστελόριζο, μηδένισε. Και αντί να κάτσει αυτή η κοινωνία να σκεφτεί τι της συνέβη και να ανασκουμπωθεί, να σοβαρευτεί, πήρε μια κατηφόρα χωρίς τελειωμό. Παραδομένη σε ιεροκήρυκες μίσους που της εμφύσησαν, εκμεταλλευόμενοι το χαμηλό μορφωτικό της επίπεδο, μια νοοτροπία «θύματος» των απανταχού Κακών, εντός και εκτός ΕΕ, που έχουν βάλει στόχο να μας εξοντώσουν σαν λαό για να μας εκδικηθούν, που όλα αυτά τα χρόνια τρώγαμε με χρυσές κουτάλες χωρίς να παράγουμε. Και κάπου εδώ, αφού τρία χρόνια ακούει, αυτό το μαινόμενο, εξαθλιωμένο, ανιστόρητο πλήθος από όλους αυτούς τους «φίλους του λαού» που ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια με στεντόρειες φωνές ότι ούτε επί επταετίας δεν γίνονταν αυτά, δεν θέλει και πολύ για να απαντήσει στον δημοσκόπο ότι ναι, τότε ήταν καλύτερα τα πράγματα. Και είναι τυχερός ο οργισμένος αυτός όχλος. Γιατί δεν ζει ο Σπύρος Μουστακλής ή ο Αλέκος Παναγούλης. Να του ρίξουν μια κλωτσιά.
γράφτηκε για το φρι πρες Parallaxi και ανέβηκε εδώ
γράφτηκε για το φρι πρες Parallaxi και ανέβηκε εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου