31 Μαρ 2012

Γεροντοχώρα

H περιοχή που ζω τα τελευταία χρόνια είναι η Πυλαία Θεσσαλονίκης. Τρία λεπτά από εκεί που μένω, ο Δήμος έφτιαξε κάτι που πρέπει να είναι το πιο πολυτελές ΚΑΠΗ όλης της επικράτειας (το βλέπετε στη φωτογραφία). Εκατοντάδες χιλιάδες σπαταλημένα ευρώ για να φτιαχτεί ένα υπερλουξ καφενείο ηλικιωμένων ανδρών που έρχονται με τα αυτοκίνητά τους (ας σημειωθεί ότι δεν είχε προβλεφθεί η ανάπλαση του περιβάλλοντος χώρου, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε ένα μεγάλο πάρκινγκ αυτοκινήτων που όταν βρέχει γίνεται λασπότοπος), πίνουν τον καφέ τους, παίζουν την πρέφα τους και επιστρέφουν σπίτια τους για τηλεόραση ή υπνάκο. Στον πάνω όροφο οι γιαγιάδες της περιοχής μαθαίνουν ζωγραφική και αγιογραφία. Καλά και άγια θα πει κανείς όλα αυτά, να φροντίσουμε και την τρίτη ηλικία. Την ίδια στιγμή όμως η περιοχή, που τα τελευταία χρόνια κατοικήθηκε από πολλά νέα ζευγάρια που επέλεξαν να μεγαλώσουν σε αυτή τα παιδιά τους, δεν διαθέτει ούτε μια παιδική χαρά. Και η εντύπωσή μου είναι ότι όταν όλοι αυτοί οι νέοι άνθρωποι, χτυπημένοι από την ανεργία, από την έλλειψη κοινωνικού κράτους, από πόσα άλλα, θα φύγουν για άλλες χώρες, η Ελλάδα θα μείνει με τους ηλικιωμένους της και τα υπερπολυτελή ΚΑΠΗ της. Ηλικιωμένους που αντί, όπως γίνεται σε άλλες χώρες του εξωτερικού, να προσφέρουν κοινωνικό έργο, βοηθώντας ας πούμε νέα ζευγάρια να αντιμετωπίσουν χίλιες δυο δυσκολίες της καθημερινότητας, προτιμούν το χαρτάκι ή τη… ζωγραφική. Αλήθεια πόσα νεαρά ζευγάρια δεν γνωρίζω που για τον άλφα ή βήτα λόγο δεν διαθέτουν παππούδες και γιαγιάδες, να παίρνουν τα παιδιά από το σχολείο. Αυτές οι κυρίες-επίδοξοι αγιογράφοι αλλά και οι κύριοι της χαρτοπαιξίας θα μπορούσαν, εθελοντικά, να βοηθάνε νέες μαμάδες και μπαμπάδες που δεν έχουν κάποια βοήθεια με το μεγάλωμα των παιδιών. Και σε πόσες άλλες περιπτώσεις, να προσφέρουν εθελοντικές υπηρεσίες στη δημοτική βιβλιοθήκη, στις παιδικές χαρές (αν κάποτε φτιαχτούν), σε δημοτικούς παιδικούς σταθμούς ή όπου αλλού. Αλλά έτσι ξέρουν, έτσι κάνουν. Και κάτι που δεν φαίνονται να έχουν συνειδητοποιήσει οι Έλληνες πολιτικοί, τόσο της κεντρικής πολιτικής σκηνής όσο και των τοπικών κοινωνιών, είναι ότι κάποια στιγμή όλοι αυτοί οι ηλικιωμένοι που τους ψηφίζουν και τους οποίους έχουν σαν πρώτη προτεραιότητα θα πάνε να συναντήσουν τον Κύριό τους ή δεν θα μπορούν πια να ανεβαίνουν με τα πι τις σκάλες των εκλογικών κέντρων για να τους ρίξουν την ψήφο τους. Τότε όμως θα ’ναι αργά.

30 Μαρ 2012

Προβοκάτσια αγάπη μου

«Προβοκάτσια: η σκόπιμη πρόκληση, η ενέργεια του προβοκάτορα και το αποτέλεσμά της», λέει το λεξικό. Όταν ακούω αυτή τη λέξη, κάτι παθαίνω. Για μένα αντιπροσωπεύει, συμπυκνώνει ολόκληρη την τραγικά, παθολογικά ανεξέλικτη πολιτική ζωή αυτής της χώρας στις βαθύτερές της αγκυλώσεις. Και χρησιμοποιείται ως πρόχειρο αλλά αποτελεσματικό ανάχωμα όποτε απειλείται η καθεστηκυία τάξη όπως την ξέρουμε και την αγαπάμε, δημιουργώντας την οικεία φιγούρα του «προβοκάτορα» που για να εξυπηρετήσει τα σκοτεινά του σχέδια σε βάρος των υγιών πολιτικοκοινωνικών δυνάμεων αυτού του τόπου (εδώ γελάμε), κάνει τα δικά του.

Μικρός, ακούγοντάς την, νόμιζα ότι είχε να κάνει με προβοσκίδες ή πρόβατα (βλέπε φωτογραφία). Αλλά μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα ότι είχε ένα πολύ βαθύτερο και, θα έλεγα, πολύ πιο αρρωστημένο νόημα. Αποφάσισα, στο εξής, να καταγράφω τις εμφανίσεις της στο δημόσιο λόγο, για τους ιστορικούς του μέλλοντος που από επαγγελματική διαστροφή θα ενδιαφερθούν για κάποιες μικρές, αλλά αποκαλυπτικές λεπτομέρειες στο ψηφιδωτό της κατάρρευσης αυτής της χώρας.

Χθες, είχαμε δυο εμφανίσεις της λέξης-κλειδί για την αποκωδικοποίηση της πολιτικοκοινωνικής μας κατάντιας. Πρώτος, ο υπουργός Παιδείας χαρακτήρισε «προβοκατόρικα» όσα του καταλογίζονται από διάφορες πλευρές, ότι προσπαθεί με διάφορα κόλπα να «παγώσει» την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Η δεύτερη εμφάνισή της, ήταν με τις άγριες χθεσινές συμπλοκές στην πανεπιστημιούπολη του Ζωγράφου, όπου (άκουσον άκουσον) η Χρυσή Αυγή έκανε λόγο για «προεκλογικές προβοκάτσιες» καθώς μέλη της κατηγορήθηκαν ότι πρωταγωνίστησαν στις βιαιότητες. Και έπεται συνέχεια...

29 Μαρ 2012

Ένα σκάνδαλο στο σεντούκι

 «...ο Χριστόδουλος προβληματιζόταν και είχε το χάρισμα να περνά τον προβληματισμό του στους αναγνώστες του, ενώ κινούνταν σε αξίες που τις ξεχάσαμε και φθάσαμε εδώ που φθάσαμε, αξίες όπως η πατρίδα, η παράδοση, η πίστη, η κληρονομιά μας, η οικογένεια και άλλα»... «συνδύαζε την γλυκύτητα με την μαχητικότητα, ενώ σφράγισε την ιστορική παρουσία και παρέμβαση της Εκκλησίας στα πράγματα της Ελλάδος. Ο λόγος του ήταν αποκαλυπτικός, ζωντανός, ευθύβολος, χυμώδης. Είχε το χάρισμα να λέει τα πράγματα με το όνομά τους…». Τάδε έφη ο νέος μας υπουργός Παιδείας, κος Μπαμπινιώτης, για τον αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, τον οποίο χαρακτηρίζει «μορφή νεοέλληνα Διαφωτιστή και Χριστιανό διανοητή, ο οποίος υπηρέτησε με πιστότητα το δίπολο Ορθοδοξία – Ελληνισμός». Ένας υπουργός Παιδείας, που το πρώτο πράγμα που έκανε άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του ήταν να επισκεφτεί τον αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο για να δηλώσει «τη βαθιά του πίστη αλλά και την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία και την παράδοσή της». Και ότι «η επίσκεψη δεν είναι εθιμοτυπική, αλλά ουσιαστική», καθώς «η Παιδεία δεν μπορεί να αφίσταται από την Ορθοδοξία».

Θα μου πείτε, η πίστις σώζει λέγανε και οι παλιοί. Όμως δεν ζούμε στο παρελθόν. Ζούμε (ελπίζω) στο παρόν, σε μια υποτίθεται σύγχρονη, όχι θρησκόληπτη, ευρωπαϊκή χώρα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά θέλουμε να έχουμε και μέλλον. Βιώνουμε ομολογουμένως ένα παρόν δύσκολο, τρικυμιώδες. Πολύς κόσμος τρέχει ανήσυχος, στις τράπεζες, για να σώσει ό, τι μπορεί, να σώσει τις καταθέσεις του. Σεντούκια, στρώματα, πατάρια, συρτάρια, ντουλάπια, έχουν γεμίσει τσαλακωμένα χρήματα, ιδρωμένα, «λεκιασμένα» με τους κόπους μια ζωής. Όμως η μεγαλύτερη, η ουσιαστικότερη κατάθεση δεν ήταν ποτέ τα χρήματα. Ανέκαθεν ήταν η Παιδεία. Ο πολιτισμός μας. Από εκεί θα ξαναξεκινήσει, αν και όποτε γίνει αυτό, η Ελλάδα, όταν θα φτάσει στον απώτατο βαθμό κατάρρευσης. Μέσα από την Παιδεία θα αναδυθούν οι δυνάμεις που θα τη σπρώξουν, θα τη βοηθήσουν, θα την αναγκάσουν να πάει επιτέλους παρακάτω.

Όμως την ίδια στιγμή που όλοι ασχολούνται με την οικονομία και τους χρηματοοικονομικούς όρους που μπήκαν στην καθημερινότητά μας, με spreads, ομόλογα, ισοτιμίες, χρηματαγορές, κάποιοι απεργάζονται την επιστροφή της Παιδείας δεκαετίες πίσω. Και ταυτόχρονα συμβαίνει κάτι αν όχι ακριβώς περίεργο, πάντως αξιοσημείωτο. Κανένας πανεπιστημιακός ή «πνευματικός άνθρωπος» δεν αντιδρά σε όλο αυτό, στο «κούρεμα» της Παιδείας με την «ψιλή», στην ελληνοχριστιανική οπισθοδρόμηση που λαμβάνει χώρα με καταιγιστικούς ρυθμούς. Ο υπουργός Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων «παγώνει» την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, αποδεικνύεται περισσότερο υπουργός Θρησκευμάτων - για την ακρίβεια ενός συγκεκριμένου θρησκεύματος που λέγεται Ορθοδοξία – παρά Παιδείας αλλά κανείς δεν μιλά, δεν αντιδρά.

Η Παιδεία αποτελεί έναν εξαιρετικά «ευαίσθητο», αδιάψευστο δείκτη της παρακμής, της κατάρρευσης μιας χώρας. Περισσότερο από την οικονομία. Και αυτή τη στιγμή τα μαντάτα δεν είναι καθόλου καλά.

γράφτηκε για το περιοδικό Parallaxi και δημοσιεύτηκε εδώ

23 Μαρ 2012

Σημαιοκουβαλητές

Όπως λέμε νεροκουβαλητές. Αναφέρομαι σε αυτούς τους 230.000 που πληρώνοντας 2 ευρώ ψήφισαν τον ένα και μοναδικό υποψήφιο πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ. Τα "παιδιά" για τα θελήματα των κομμάτων εξουσίας, εργατικά μυρμήγκια που αγόγγυστα κουβαλάνε, εδώ και πολλά χρόνια, τις πλαστικές τους σημαίες στις συγκεντρώσεις, που επωμίζονται αδιαμαρτύρητα το άχαρο καθήκον να αποτελούν τη λαϊκή βιτρίνα, την ανθρωπόμορφη βάση δυο κομμάτων που έχουν προ πολλού απολέσει την επαφή τους με την κοινωνία.

Κάτι μου λέει ότι δεν διαφέρουν και πολύ από κάποιους άλλους – που ίσως να μην είναι καθόλου άλλοι -, που εισέπρατταν χιλιάδες επιδόματα "μαϊμού", απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας, από την Κρήτη μέχρι τις Σέρρες. Ψευτοτυφλούς, ψευτοανάπηρους, ψευτοκωφάλαλους, ψευτονεφροπαθείς: ανθρώπους που εν μια νυκτί απεμπόλησαν τα δικαιώματα και κυρίως τις υποχρεώσεις τους ως πολιτών, για να βολευτούν στο βρώμικο ένδυμα του καταχραστή επιδομάτων.

Η ψήφος αυτή σε μια παρωδία εκλογών, που προσέφερε ένα "δημοκρατικό" επίχρισμα σε μια διαδικασία στέψης ενός προεπιλεγμένου κομματικού εκλεκτού τους κρατάει, φίλους και μέλη του κομματικού πολυκαταστήματος, σε επαφή με κάποιους "δυνατούς", που όταν έρθει η ώρα, με τη σειρά τους, θα τους θυμηθούν. Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι ο ενάρετος πολίτης πρέπει να ξέρει τόσο να κυβερνά όσο και να κυβερνάται. Νομίζω ο Έλληνας δεν ξέρει ούτε το πρώτο (όταν του λάχει κάποια εξουσία) και σίγουρα ούτε το δεύτερο. Όταν του τύχει να κυβερνήσει δεν θα κοιτάξει το κοινό καλό και πώς θα διορθώσει κάποια κακώς κείμενα, αλλά πώς θα διατηρηθεί στην εξουσία, με κάθε τρόπο, αποκομίζοντας εν τω μεταξύ τα μέγιστα για τον ίδιο οφέλη. Και δεν δέχεται να κυβερνηθεί από τη στιγμή που και σαν πολίτης δεν ενδιαφέρεται για την πόλη, υπό την ευρεία έννοια, της οποίας αποτελεί ζωντανό κύτταρο αλλά κυρίως για τον εαυτό του, τα παιδιά του (όπως η κυρία που έκλεβε το ΙΚΑ "για τα παιδιά της"), τα κατοικίδιά του, το αυτοκίνητό του, το εξοχικό του.

Σε ένα μήνα και κάτι θα έχουμε εκλογές. Κάτι μου λέει ότι οι σημαιοκουβαλητές – με σαφώς χαμηλότερο προφίλ, ελαφρώς τσακισμένα φτερά, λιγότερους ενθουσιώδεις νεοσύλλεκτους στις τάξεις τους αλλά πιστοί στο καθήκον – θα επανακάμψουν, για να δώσουν το στίγμα, το ‘χρώμα’ του προεκλογικού αγώνα. Η μεγάλη πρόκληση θα είναι για τα ουκ ολίγα νέα μικρότερα κόμματα να ρίξουν και αυτά στην προεκλογική αρένα τους δικούς τους σημαιοφόρους, για να κονταροχτυπηθούν σαν ίσος προς ίσο με τους βετεράνους των παλιών, μεγαλύτερων κομμάτων. Και η μεγάλη σιωπηρή μάζα των αδιάφορων, των κυνικών, των απογοητευμένων, θα παρακολουθεί, θα σχολιάζει, θα καταδικάζει, από τα θεωρεία των social media ή όπου αλλού. Στο ίδιο έργο θεατές; Μπορεί και όχι.

γράφτηκε για το περιοδικό Parallaxi και δημοσιεύτηκε εδώ

21 Μαρ 2012

Όταν οι ποιητές διαδηλώνουν...


Mικρής έκτασης επεισόδια σημειώθηκαν σήμερα σε μια κατά τα άλλα ειρηνική πορεία διαμαρτυρίας ποιητών στο κέντρο της Αθήνας. Οι συμβολιστές έσπασαν το μπλοκ των σουρρεαλιστών με αποτέλεσμα μικροσυμπλοκές, ενώ οι μοντερνιστές πραγματοποίησαν ξεχωριστή συγκέντρωση στην πλατεία Ομονοίας. Εν τέλει, τα πνεύματα ηρέμησαν με τη μεσολάβηση κάποιων 'ρεαλιστών'.

19 Μαρ 2012

Το μαγαζάκι του τρόμου



Μια φωτογραφία, λένε, χίλιες λέξεις. Περνώντας σήμερα το πρωί από την τοπική οργάνωση του ΠΑΣΟΚ της περιοχής μου: το μαγαζάκι, όπως το βλέπετε, τρε μιζεράμπλ θα λέγαμε σε άπταιστα γαλλικά. Στη μαρκίζα σκονισμένος, κακοκαρφωμένος μουσαμάς που κάνει 'νερά', όπως νερά κάνει το ίδιο το κόμμα, σκονισμένο κι αυτό, χρόνια τώρα. Απ' έξω, πρόχειρα στημένος ξυλοπίνακας. Πάνω του, κολλημένο με σελοτέιπ χαρτί που ενημερώνει: 'ΕΚΛΟΓΕΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ'. Ελλάς, το μεγαλείο σου (σε προχειρότητα, μιζέρια, στασιμότητα).

ΥΓ: Σε δεύτερο χρόνο αναρωτιέμαι, αφού ήθελαν, σώνει και καλά, να κάνουν το πανηγυράκι τους, αυτή την παρωδία 'εκλογών', γιατί δεν το έκαναν τουλάχιστον ιντερνετικά;

16 Μαρ 2012

Τι με ενοχλεί με τον κύριο Μπαμπινιώτη

Δεν με ενοχλεί με τον κύριο Μπαμπινιώτη που έγινε τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, περνώντας εν ριπή οφθαλμού από τη μια βαθμίδα στην άλλη, επί δικτατορίας. Στο κάτω κάτω αυτή η περίοδος του έλαχε του ανθρώπου όταν εξελισσόταν ακαδημαϊκά, σε αυτή αναγκάστηκε να προσαρμοστεί και να δουλέψει. Για να καταξιωθεί εν συνεχεία ως 'κύριος καθηγητής' από την μετέπειτα κομμουνίστρια Λιάνα Κανέλλη, στην εκπομπή της 'Ομιλείτε Ελληνικά;' (ναι, τα έχει αυτά η ελληνική πραγματικότης, μια κομμουνίστρια να καθιερώνει έναν άνθρωπο που έγινε 'κύριος καθηγητής' επί επταετίας - δε βγάζεις άκρη).

Δεν με ενοχλεί με τον κύριο Μπαμπινιώτη η βιομηχανία λεξικών του, τα προϊόντα της οποίας διαφημίζει όπου και όπως μπορεί, εκμεταλλευόμενος την τηλεοπτική δημοσιότητα που κέρδισε από την προαναφερθείσα κομμουνίστρια. Άλλωστε η Ελλάδα χρειάζεται την επιχειρηματικότητα, ιδίως όταν πρόκειται να μάθουμε να μιλάμε και καλύτερα ελληνικά (παρότι ο ίδιος ο κύριος καθηγητής προτιμά να μιλά στην καταργημένη καθαρεύουσα, καθότι ακόμα δεν έχει περάσει ολόκληρος στη δημοτική).

Δεν με ενοχλεί που ο κύριος Μπαμπινιώτης εμμέσως πλην σαφώς πρότεινε τις προάλλες, ως υπουργός Παιδείας πλέον, τη μονιμοποίησή του ως υπουργού, μια και 'γνωρίζει τα θέματα', όπως είπε. Έτσι ώστε να μην επηρεάζεται από τις αλλαγές κυβερνήσεων αλλά να μας φωτίζει με τη σοφία των 73 του χρόνων για πολλά, πολλά ακόμη χρόνια. Δεν είναι κακό να είναι κανείς φιλόδοξος, να έχει στόχους. Και να θέλει να τους πετυχαίνει.

Δεν με ενοχλεί που το πρώτο που έκανε ως υπουργός Παιδείας ο κύριος Μπαμπινιώτης ήταν να επισκεφτεί τον αρχιεπίσκοπο, για να δηλώσει 'τη βαθιά του πίστη αλλά και την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία και την παράδοσή της'. Και ότι 'η επίσκεψη δεν είναι εθιμοτυπική, αλλά ουσιαστική', καθώς 'η Παιδεία δεν μπορεί να αφίσταται από την Ορθοδοξία'. Η πίστις σώζει, λέγανε και οι παλιοί.

Με ενοχλεί όμως που βγήκε σήμερα να κουνήσει το δάχτυλο για τις παρελάσεις της 25ης Μαρτίου (θεσμό, ειρήσθω εν παρόδω, ξεπερασμένο και εντελώς χαρακτηριστικό στρατοκρατικών καθεστώτων και κοινωνιών) με ανακοίνωση, στην οποία τονίζεται ότι 'το ιστορικό γεγονός πρέπει να εορτάζεται στα σχολεία με καθολική συμμετοχή μαθητών και εκπαιδευτικών ενώ προέκταση των ενδοσχολικών εκδηλώσεων είναι οι μαθητικές παρελάσεις'. Και ότι 'οτιδήποτε αμαυρώνει «χωρίς περίσκεψιν» αυτή την ιστορική μνήμη και την οφειλόμενη από όλους μας τιμή δεν προσβάλλει μόνο τη μνήμη των ηρώων, αλλά απαξιώνει πρωτίστως εμάς που αποδεικνυόμαστε ανάξιοι της θυσίας τους'. Ε, ναι, εδώ ενοχλήθηκα. Γιατί κανένας δεν θα μου υποδείξει πώς θα αποδειχτώ άξιος της θυσίας κάποιων ανθρώπων, που έχυσαν το αίμα τους για να δημιουργηθεί αυτό που λέγεται Ελλάδα, όπως το βλέπουμε να έχει καταντήσει σήμερα. Και λιγότερο από όλους αυτός ο παλαιών, αραχνιασμένων αρχών κύριος με τις παρελάσεις του.

15 Μαρ 2012

Πώς φτάσαμε ως εδώ; Kάπως έτσι...

...οι πολιτικές κατατάξεις και διαιρέσεις [εννοείται στην Ελλάδα] είναι συχνά σχετικές με τα πρόσωπα των "αρχηγών" και όχι με ιδέες, με προγράμματα, ούτε καν με "ταξικά" συμφέροντα. Ένα ακόμη χαρακτηριστικό είναι η στάση απέναντι στην εξουσία. Στην Ελλάδα, μέχρι και σήμερα, το κράτος εξακολουθεί να παίζει τον ρόλο του ντοβλετιού, δηλαδή μιας αρχής ξένης και μακρινής, απέναντι στην οποία είμαστε ραγιάδες και όχι πολίτες. Δεν υπάρχει κράτος νόμου και κράτος δικαίου, ούτε απρόσωπη διοίκηση που έχει μπροστά της κυρίαρχους πολίτες. Το αποτέλεσμα είναι η φαυλοκρατία ως μόνιμο χαρακτηριστικό. Η φαυλοκρατία συνεχίζει την αιωνόβια παράδοση της αυθαιρεσίας των κυρίαρχων και των "δυνατών": ελληνιστικοί ηγεμόνες, Ρωμαίοι ανθύπατοι, Βυζαντινοί αυτοκράτορες, Τούρκοι πασάδες, κοτζαμπάσηδες, Μαυρομιχάληδες, Κωλέττης, Δηλιγιάννης...

Τάδε έφη Κορνήλιος Καστοριάδης πολλά χρόνια πριν, σε μια συνέντευξη γύρω από την ελληνική πραγματικότητα και την δύσκολη, περιπετειώδη πορεία ανά τους αιώνες που μας έφτασε, όσους θέλουμε να λεγόμαστε Έλληνες, απόγονοι ένδοξων ή λιγότερο ένδοξων προγόνων, ως το σήμερα (ολόκληρη η συνέντευξη εδώ). Ταυτόχρονα, προεκλογικός "πυρετός" επικρατεί στο ΠΑΣΟΚ για να σπεύσουν να ψηφίσουν τα μέλη του κόμματος en masse τον ένα και μοναδικό υποψήφιο, Ευάγγελο Βενιζέλο, για "αρχηγό" που θα πάρει το κόμμα στις στιβαρές πλάτες του για να το οδηγήσει ξανά σε υψηλά δημοσκοπικά ποσοστά και εκλογικές νίκες. Εν τω μεταξύ, η φαυλοκρατία, σε κάθε επίπεδο, κάθε πτυχή της ελληνικής δημόσιας ζωής, καλά κρατεί. Καθημερινά βγαίνουν στην επιφάνεια συντάξεις ή επιδόματα "μαϊμού", μικρά ή μεγαλύτερα σκάνδαλα, μίζες, σπατάλες δημόσιου χρήματος, διεφθαρμένοι μηχανισμοί εύκολου πλουτισμού. Με μια λέξη, αδιέξοδο. Ένα αδιέξοδο που όσα γιαούρτια κι αν πεταχτούν, όσα καινούργια κόμματα, αποκόμματα, κινήματα, άρματα, "συμφωνίες" πολιτών κι αν ξεφυτρώσουν για να δώσουν το βροντερό παρόν σ' αυτές τις θλιβερές, καταθλιπτικές εκλογές που πλησιάζουν, αν γίνουν ποτέ ή όπως θα γίνουν, για να εξασφαλιστεί η "σταθερότητα" που απαιτείται για μεταρρυθμίσεις που θα γίνουν για τα μάτια της "πεθεράς" Ευρωπαϊκής 'Ενωσης, αφήνοντας άθικτα τα συνήθη στεγανά ή "οχυρά", δεν προβλέπεται να αλλάξει. Μόνο να γίνει βαθύτερο, πολυπλοκότερο, δυσκολότερο. Η χώρα αυτή δεν θα αλλάξει, δεν μπορεί να αλλάξει, για τους ίδιους λόγους που ένας ζων οργανισμός δεν μπορεί να αλλάξει, να μεταβάλλει το γενετικό του υλικό, όπως το έχει κληρονομήσει από τους προγόνους του, γενεές επί γενεών. Μπορεί μονάχα να προσπαθήσει να δείξει έναν κάπως καλύτερο εαυτό, αν προσπαθήσει κάθε κύτταρό της, δηλαδή κάθε πολίτης της, να κάνει, να δείξει το καλύτερο δυνατό από εκεί που βρίσκεται, όπως και όσο μπορεί. Εφόσον δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα επιβίωσης.

13 Μαρ 2012

Η επανάσταση του γιαουρτιού

Όσοι όλα αυτά τα χρόνια που κάποιοι ζούσαν το «όνειρο» – ένα ως επί το πλείστον καταναλωτικό όνειρο, απότοκο της εκκωφαντικής απουσίας οποιουδήποτε άλλου προσανατολισμού πλην του εύκολου πλουτισμού, της καλοπέρασης, της ευκολίας ως συνθήκης ζωής –, προσπαθούσαμε να κρούσουμε έναν κώδωνα κινδύνου, νιώθουμε μια πικρή δικαίωση. Όσοι δηλαδή προειδοποιούσαμε ότι μια κοινωνία παρασυρμένη, παραδομένη σε έναν τρόπο ζωής βασισμένο σε έναν πλούτο χωρίς θεμέλια, σε ένα lifestyle που συναντώντας παρθένο έδαφος σάρωσε τα πάντα, δεν είχε ούτε παρόν ούτε μέλλον. Η άφιξη αυτής της προαναγγελθείσας κρίσης, προαναγγελθείσας γιατί απλώς ακολούθησε μια πολιτιστική και ηθική χρεοκοπία που είχαν προ πολλού εδραιωθεί, μας βρήκε σαν έτοιμους από καιρό. Κυριαρχεί όμως και μια μεγάλη απογοήτευση για το πόσο τυφλά και κυρίως ανέξοδα, με κινητήριο δύναμη τα γιαούρτια, επιχειρείται η όποια αλλαγή πλεύσης.

Βλέπουμε ότι ακόμα και τώρα, ακόμα και την ύστατη στιγμή, οι δοκιμαζόμενοι Έλληνες αδυνατούν να εκφραστούν σαν ώριμοι, συνειδητοποιημένοι πολίτες. Γι’ αυτό και οδηγούμαστε, με μαθηματική ακρίβεια, στο χάος: σε κάτι παρόμοιο με αυτό που ο Thomas Hobbes περιέγραφε ως bellum omnium contra omnes, έναν πόλεμο όλων εναντίον όλων. Μια κατάσταση δηλαδή προπολιτική, προκοινωνική. Σχεδόν προϊστορική. Έναν πόλεμο με αμέτρητες «παράπλευρες απώλειες», βεβαίως. Ανθρώπους, που δε συμμετείχαν στα δυο μεγάλα, ατελείωτα πάρτι που όλοι παρακολουθήσαμε τα τελευταία χρόνια: στο πελατειακό πάρτι, με ανοιχτοχέρηδες οικοδεσπότες αμέτρητες συντεχνίες ή συνδικαλιστικές φατρίες σε ανοιχτή συνδιαλλαγή με το κράτος και στο μεγάλο καταναλωτικό πάρτι, με επίσημους διοργανωτές τράπεζες που πρόσφεραν αφειδώς δάνεια και πρόθυμους συμμετέχοντες διαρκώς περισσότερους. Οι άνθρωποι που δεν πέρασαν από αυτά τα δυο πάρτι, ούτε καν για να πουν, στα όρθια, ένα «γεια», αποτελούν τα πραγματικά και τραγικά θύματα αυτού του τυφώνα.

Πώς όμως φτάσαμε ως εδώ; Ίσως επειδή οι Έλληνες ποτέ δεν καταφέραμε να γίνουμε, παρά τις πλείστες ευκαιρίες που μπορεί να δόθηκαν, συνειδητοποιημένοι πολίτες. Αντ’ αυτού κατά τη μεταπολίτευση κυριάρχησε και απλώθηκε σε όλα τα κοινωνικά στρώματα μια, θα λέγαμε, πελατειακή αγέλη ψηφοφόρων δυο μεγάλων κομμάτων που μεταπολιτευτικά νέμονταν μονοπωλιακά και προνομιακά την κυβερνητική εξουσία. Μια μεγάλη μάζα πελατών που έμαθε, εθίστηκε σε μια ανίερη συνδιαλλαγή με την εξουσία αυτή και το κράτος που είχε στα χέρια της: σας προσφέρουμε την ψήφο μας και με τη σειρά σας μας διορίζετε, μας βγάζετε άδειες, μας δίνετε επιδοτήσεις, επιδόματα, «κλειστά» επαγγέλματα. Μια ανθρωπομάζα που, ως πελάτης, περίμενε και εξακολουθεί να περιμένει τα υποσχεθέντα. Όταν, όμως, βλέπει ότι όχι μόνο δεν τα λαμβάνει αλλά υποχρεώνεται να πληρώσει σπασμένα δικά της και των πολιτικών της «πατέρων» δεκαετιών – να πληρώσει τα σπασμένα αυτής της αλλοτριωμένης σχέσης με την πολιτική της ελίτ, τις κυβερνήσεις της –, γίνεται πυρ και μανία.

Φοβάμαι ότι η επανάσταση του γιαουρτιού δεν εκφράζει, παρά ακριβώς αυτό: μια τυφλή οργή που δεν πηγάζει από μια βαθύτερη ενδοσκόπηση, μια ειλικρινή συνειδητοποίηση των σφαλμάτων που αθροιστικά οδήγησαν στο σήμερα μέσα από νοοτροπίες ευκολίας, ιδιώτευσης, συμφεροντοκρατίας, δούναι και λαβείν. Μιλάμε περισσότερο για μια εκτόνωση, ένα «ξεφόρτωμα» απωθημένων που αφήνει άθικτα όσα δεν θα έπρεπε να μείνουν άθικτα σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία. Φοβάμαι ότι ακόμα και αν «σωθούμε», αν με την επιτυχία του PSI σώθηκε λογιστικά αυτό το κουρελιασμένο ελληνικό κράτος, από τα κουρέλια του οποίου κρέμονται, απαιτώντας, εκατομμύρια δυσαρεστημένοι πολίτες-πελάτες ενωμένοι σε μια ασυνάρτητη αλλά αποφασισμένη πελατειακή γροθιά, δεν θα έχουμε σωθεί από τις καταστροφικές νοοτροπίες που μας έφτασαν ως εδώ. Και θα βαδίσουμε προς το αύριο μερικά γιαούρτια ελαφρύτεροι, αλλά όχι σοφότεροι.

γράφτηκε για το περιοδικό Parallaxi και δημοσιεύτηκε εδώ - ευχαριστώ για την εμπνευσμένη εικονογράφηση!

4 Μαρ 2012

Για ένα κίνημα της πατάτας στην πολιτική

Πλέον, η ελληνική πολιτική ζωή διαθέτει απ' όλα: εκατομμύρια που στέλνονται στο εξωτερικό με μυστηριώδεις αποστολείς, ηρωικά «ναι» και «όχι», νέα κόμματα, κινήματα ή πρωτοβουλίες πολιτών, μέχρι και «δεξαμενές σκέψης» όπως αυτή που ίδρυσε ο πρώην περιφερειάρχης και νυν δεξαμενάρχης Παναγιώτης Ψωμιάδης. Ακόμη, «αρχηγική εμφάνιση Βενιζέλου με επίθεση κατά Σαμαρά», ανασχηματισμούς στο εσωτερικό των κομμάτων, μεταγραφές, νεύρα, κούρσες διαδοχής. Το μόνο που της λείπει, ένα στοιχειώδες: η πολιτική σκέψη. Ένα αγριολούλουδο, που δεν ευδοκιμεί στα κομματικά φυτώρια από τα οποία προέρχονται οι περισσότεροι πολιτικοί μας. Αλλά μόνο σε απόκρημνες πλαγιές έξω από τα στρωμένα, περπατημένα μονοπάτια της πολιτικής, εκεί που ποτέ δεν βρέθηκαν οι εθνοπατέρες ή οι εθνομητέρες μας. Γι’ αυτό και τα παραπολιτικά κουτσομπολιά περνάνε για πολιτικές συζητήσεις, φλέγοντα ζητήματα αφήνονται στην άκρη για να δοθεί έμφαση σε πρόσωπα, στα κιλά του ενός, τη φαλάκρα του άλλου, το ύφος της κυρίας, ποιος θα φωνάξει πιο δυνατά στο τηλεπαράθυρο, ποιον θα «ταπώσει», ποιοι θα αλληλοκατασπαραχθούν.

Τι εννοώ, όμως, όταν λέω πολιτική σκέψη; Τι είναι πάλι ετούτο το εξωτικό φρούτο και τι θα μπορούσε, άραγε, να σημαίνει; Ένας μεγάλος διανοητής του περασμένου αιώνα, ο Κορνήλιος Καστοριάδης, είχε τιτλοφορήσει την τελευταία δημόσια παρέμβασή του, λίγους μήνες πριν φύγει από τη ζωή, «Παγκόσμια δημοκρατική αναγέννηση ή κάποια εφιαλτική ουτοπία». Είχε δει το τεράστιο, αναπόφευκτο δίλημμα που θα συναντούσε σύσσωμος ο δυτικός πολιτισμός στην αυγή του εικοστού πρώτου αιώνα. Τι δίλημμα ήταν αυτό; Το σταυροδρόμι στο οποίο σήμερα βρισκόμαστε καθηλωμένοι, έχοντας να επιλέξουμε μεταξύ δυο αντίθετων, ασυμβίβαστων κατευθύνσεων: της προσκόλλησης, από τη μία στα επαναλαμβανόμενα και διαρκώς πιο ασφυκτικά, απάνθρωπα αδιέξοδα ενός παγκοσμιοποιημένου κερδοσκοπικού καζίνο, που οδηγεί σε οικονομική, πολιτική, πολιτισμική χρεοκοπία και εξαθλίωση ολόκληρους λαούς. Και, από την άλλη, των πρώτων δειλών αλλά σταθερών βημάτων προς μια παγκόσμια δημοκρατική αναγέννηση μέσα από μια αμεσοδημοκρατική στροφή που θα έδινε δυνατότερη φωνή, μεγαλύτερη απήχηση, ισχυρότερα «πατήματα» στις σιωπηρές μάζες, βγάζοντάς τις από τον παραδοσιακό τους, μέχρι σήμερα, παθητικό ρόλο του ψηφοφόρου.

Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Καταρχήν καταργώντας κάποιους, ουκ ολίγους, καλοθελητές μεσάζοντες: επαγγελματίες συνδικαλιστές με το ένα πόδι στο κομματικό τους στρατόπεδο και το άλλο να μην πατάει ποτέ στη δουλειά τους, παρατρεχάμενους, κρατικοδίαιτους συμβούλους, γραμματείς, ακολούθους. Με μια λέξη τα κάθε λογής παρακλάδια ενός πολυπλόκαμου, σάπιου συστήματος εξουσίας, ενός συστήματος αμέτρητων και ακαταπόνητων μεσαζόντων, που έχει ως αποτέλεσμα οι πολίτες να βλέπουν στους εκλεγμένους αντιπροσώπους τους στο Κοινοβούλιο, κάποιους που σε τίποτα δεν θυμίζουν τους ίδιους. Και μια λαϊκή βούληση να έχει γίνει αληθινά αγνώριστη στο μακρύ ταξίδι της από την κάλπη μέχρι τα βουλευτικά έδρανα. Σα να λέμε, ένα κίνημα της πατάτας. Αλλά στην πολιτική.

γράφτηκε για το σάιτ του περιοδικού Parallaxi (εδώ)