30 Νοε 2009

Πίσω ολοταχώς

Τι κάνει ένα κόμμα όταν δεν έχει στελέχη; Αναδεικνύει αρχηγό έναν εξαφανισμένο για οκτώ ολόκληρα χρόνια – από το 1996 έως το 2004 –, ο οποίος στα δύσκολα προτίμησε να φτιάξει το δικό του κόμμα – την Πολιτική Άνοιξη, το 1993 – γυρνώντας την πλάτη στην παράταξή του. Και όταν πάλι ήρθαν τα δύσκολα και η Πολιτική Άνοιξη άρχισε να φθίνει σε εκλογικά ποσοστά, γνωρίζοντας δριμύτατους εκλογικούς χειμώνες, αποφάσισε, βγαίνοντας από την ηθελημένη αφάνεια, να ξαναγυρίσει στο μητρικό του κόμμα που ως συνήθως τον περίμενε, ελλείψει άλλων ηγετικών στελεχών, για να ενταχθεί για μια ακόμη φορά στις τάξεις των "πρωτοκλασάτων" του. 

Ένας άνθρωπος που ερχόταν και έφευγε από τη Νέα Δημοκρατία σαν κομήτης ή κατά διαστήματα εξαφανιζόταν και τελείως, ένας άνθρωπος που γκρέμισε τη μια και μοναδική κυβέρνηση του κόμματός του από το 1981 έως το 2004 εξαιτίας της στάσης της – διαφορετικής από την προτεινόμενη δική του – στο "Μακεδονικό", ψηφίστηκε, χθες, από εκατοντάδες χιλιάδες οπαδούς της Νέας Δημοκρατίας για αρχηγός τους. Τον έβγαλαν από τη ναφθαλίνη, τον ξεσκόνισαν από τη σκόνη που είχε μαζευτεί στις βάτες των βαθυγάλαζων σακακιών του, ξέχασαν τα παλιά του αμαρτήματα και θυμήθηκαν ότι ο διοπτροφόρος αυτός μεσήλικας με το baby face κάποτε αποτελούσε το λαμπρό αγόρι του κόμματός τους, το παιδί με το ΜΒΑ από το Χάρβαρντ και το γιάπικο στυλάκι που στα ’80s ήταν πολύ της μοδός. Από απελπισία; Από έλλειψη εναλλακτικών επιλογών; Θα έλεγα ότι πρόκειται για συνδυασμό των δυο. Ή, αν θέλετε, για απελπιστική έλλειψη βιώσιμων, αξιοπρεπών, στιβαρών παρουσιών που θα μπορούσαν να σταθούν στην ηγεσία ενός, όπως και να το κάνουμε, μεγάλου κόμματος με κάποια ελαφρώς ξεχαρβαλωμένα μεν, αξιοπρόσεκτα δε, ερείσματα στο εκλογικό σώμα. 

Η εκλογή Σαμαρά σηματοδοτεί το σημείο χωρίς γυρισμό ενός κόμματος που έχει μπει για τα καλά σε τροχιά φθοράς, παρακμής. Καθρεφτίζει την εκκωφαντική απουσία νέων, φερέλπιδων πολιτικών που θα ενέπνεαν, θα τολμούσαν, θα καινοτομούσαν. Θα έκαναν δηλαδή όσα τόση ανάγκη έχει η σύγχρονη ελληνική πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα, θα κινούνταν ρηξικέλευθα, ανοίγοντας νέους δρόμους, ανακαλύπτοντας λύσεις στα άλυτα προβλήματα. Όμως τέτοιους ανθρώπους δεν διαθέτει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, για τον απλούστατο λόγο ότι κανείς τέτοιος άνθρωπος δεν θα χαράμιζε τις ικανότητές του, τις δυνατότητές του για μια τελειωμένη κοινωνικά και πολιτικά παράταξη. Οπότε, δεν έμενε άλλη λύση από την επιστροφή στο λαμπρό παιδί του παρελθόντος. Δεν έμενε άλλη κατεύθυνση από το "πίσω ολοταχώς", όπως συνηθίζεται άλλωστε στη Νέα Δημοκρατία.

29 Νοε 2009

Κέντρο Πολιτισμού ή...;

Το σαββατοκύριακο που μας φεύγει το πέρασα στη Θεσσαλονίκη. Και, σήμερα το πρωί, έτυχε να περνάω με το λεωφορείο από το συνήθως μόνο κι έρημο, δίχως ίχνη ζωής, Κέντρο Πολιτισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης που εγκαινιάστηκε πριν λίγα χρόνια, όπως βλέπετε και στη φωτογραφία με τον καμαρωτό δήμαρχο. Έχω πει και παλιότερα ότι, σε αντίθεση με το γειτονικό του γήπεδο του ΠΑΟΚ, που σφύζει από ζωή όταν γίνονται αγώνες και όχι μόνο, το Κέντρο Πολιτισμού όποτε κι αν έτυχε να περάσω από κοντά του έμοιαζε και μοιάζει εγκαταλειμμένο. Ακόμα και όταν πριν λίγο καιρό φιλοξενούσε έκθεση ζωγραφικής: μαύρη ερημιά. Αυτά όλα μέχρι σήμερα. Διότι, περνώντας όπως έλεγα με το λεωφορείο, τι να δω: πλήθος ανθρώπων συνωστίζονταν έξω από την είσοδό του, περιμένοντας να περάσουν μέσα. Κοιτάζοντάς τους από μακριά, από το λεωφορείο, κάτι άστραψε μέσα μου. ‘Λες’, είπα στον εαυτό μου, να έγινε το θαύμα που ποτέ δεν περίμενες να γίνει, εσύ που μια ζωή γκρινιάζεις για το πολιτιστικό έλλειμμα της χώρας αυτής και να μαζεύτηκε όλο αυτό το πλήθος με κάποια πολιτιστική αφορμή - και όχι για να δουν μπάλα ή να φάνε σε κάποια ταβέρνα τα κυριακάτικα παϊδάκια; Βρε λες; Μου άναψε η περιέργεια και προσπάθησα να δω κάποια ταμπέλα, αφίσα, οτιδήποτε θα μου έδινε να αντιληφθώ τι τέλος πάντων γινόταν εντός του κτιρίου. Ώσπου, καθώς απομακρυνόταν πια το λεωφορείο, έπεσε το μάτι μου σε μια γαλάζια πινακίδα στην είσοδό του, με μεγάλα λευκά γράμματα. Και κατάφερα, μετ’ εμποδίων - ήταν όπως σας έλεγα και πολλοί οι συγκεντρωμένοι - να δω: ‘ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ’. Μονομιάς πάει το χαμόγελο, πάει και η απορία που έμενε άλυτη: τo Κέντρο Πολιτισμού είχε απλώς μετατραπεί σε εκλογικό κέντρο για τους νεοδημοκράτες που ψήφιζαν αρχηγό. Και μάλιστα, αν κρίνω από τους ουκ ολίγους μεσήλικες που περίμεναν απ’ έξω - τους ουκ ολίγους μπαρμπάδες -, αρκετοί έπαιρναν σειρά για να ψηφίσουν τον περιλάλητο νομάρχη, το αουτσάιντερ της αναμέτρησης…

22 Νοε 2009

Τα ρεμάλια ήρωες

Σήμερα έκανα μια βόλτα στο Μοναστηράκι. Στην είσοδό του, ο Νίκος Κοεμτζής πίσω από ένα τραπεζάκι με βιβλία απλωμένα, αντίτυπα του βιβλίου του. Μπροστά στο τραπεζάκι ένα νεαρό ζευγάρι έχει σταθεί και του μιλά. Ή μάλλον ο Κοεμτζής παραδίδει διδάγματα στην κοπέλα 'σε λόγο σχεδόν έμμετρο', όσo ο νεαρός της συνοδός βιντεοσκοπεί, με δέος και συστολή, την όλη διδασκαλία από το σοφό δολοφόνο με μια μικρή κάμερα. Αυτή είναι η Ελλάδα που τρέφεται με την ίδια της την παρακμή, σκέφτομαι, βλέποντας το νεαρό ζευγάρι να θαυμάζει μπροστά στον διάσημο φονιά ρουφώντας τα κηρύγματά του. Τον Νίκο Κοεμτζή τον έχρισαν ‘μικρό άρχοντα’, τον έκαναν αναγνωρίσιμο πρόσωπο, τον στήριξαν και υποστήριξαν δημοσίως, πάσχισαν να του επιτραπεί να πουλά νόμιμα, ως μικροπωλητής, τα βιβλία του. Ποιοι; Μεγαλόσχημοι πολιτικοί, μουσικοσυνθέτες, πανεπιστημιακοί, ηθοποιοί, δημοσιογράφοι. Δηλαδή όσοι, ‘επώνυμοι’ γαρ, νομίζουν ότι η χώρα αυτή τους ανήκει, ότι τους έχει παραχωρηθεί για να παίζουν τους κοινωνιολόγους, τους δικαστές, τους νομοθέτες, τους διαμορφωτές συνειδήσεων, αποφασίζοντας εν προκειμένω τι αποτελεί έγκλημα και τι κοινωνικοπολιτικό σχόλιο. Έχουν τη δύναμη να μυθοποιούν την ανθρώπινη βλακεία, να ηρωοποιούν τον κάθε θερμοκέφαλο. Κατάφεραν να αναδείξουν σε λαϊκό ίνδαλμα έναν τύπο που μαχαίρωσε τρεις ανθρώπους επειδή τόλμησαν να σηκωθούν να χορέψουν ένα ζεϊμπέκικο που είχε ‘παραγγείλει’ ο ίδιος. Μετέτρεψαν τον Κοεμτζή, εν μια νυκτί, σε ένα ιδιόμορφο, εντελώς νεοελληνικό είδος γκουρού. Παρουσιάζουν, οι ‘επώνυμοί’ μας, τους εκλεκτούς τους ως φυσιογνωμίες που με την απλότητά τους χαρίζουν διδάγματα – και όποιος δεν συνταράσσεται από τα βαθυστόχαστα μηνύματα του κάθε Κοεμτζή έχει ο ίδιος ελλειμματικές προσλαμβάνουσες –, βαφτίζουν ‘πολιτικές’ πράξεις εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου, καταδικάζουν την άτιμη την κοινωνία και όχι τους θερμόαιμους μαχαιροβγάλτες για τους νεκρούς που αφήνουν πίσω τους. Γι’ αυτούς τους ‘επώνυμους’ που έχουν μετατρέψει τη χώρα αυτή σε προσωπικό τους καμβά, πάνω στον οποίο μεγαλουργούν κάνοντας ό, τι τους κατέβει, κανοναρχώντας, νομιμοποιώντας, αποφασίζοντας και διατάσσοντας, ο Κοεμτζής δεν υπήρξε ποτέ κοινός δολοφόνος. Πήραν τον άνθρωπο αυτόν και τον μετέτρεψαν, για να περάσουν δημιουργικά την ώρα τους ως γνήσιοι άνθρωποι του πνεύματος, σε εκφραστή μιας ιδεολογίας, σε υπερασπιστή μιας ολόκληρης κοινωνικής τάξης, σε πρωταγωνιστή μιας πανανθρώπινης σταυροφορίας ενάντια σε πάσης φύσεως ‘εξουσίες’. Ως ερασιτέχνες αντιεξουσιαστές, ως χομπίστες επαναστάτες της ταβέρνας, ως αρλουμπολογούντες τσιμπουκοφόροι, οι ‘επώνυμοί’ μας αποφάσισαν ότι ο Κοεμτζής θα γινόταν μια μορφή συμβολική. And the rest is history.

21 Νοε 2009

H χώρα των καπνιστών

Κάθε μέρα που κυκλοφορώ στους αθηναϊκούς δρόμους, που περιμένω τα μέσα μαζικής μεταφοράς στις στάσεις τους, που χαζεύω τους περαστικούς, βλέπω ότι οι συντριπτικά περισσότεροι έχουν ένα κοινό συνήθειο: το κάπνισμα. Στα πεζοδρόμια νεαροί ή νέες κοπέλες, στους δρόμους οδηγοί βαν, φορτηγών ή ταξί, άνθρωποι κάθε ηλικίας έχουν κρεμασμένο στο χέρι τους ένα τσιγάρο. Προέκταση, έκφραση της προσωπικότητάς τους, το τσιγάρο αυτό καίει όσο διαρκεί η ανάγκη για χάσιμο χρόνου και ύστερα πετιέται σε πεζοδρόμια, δρόμους, όπου λάχει. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς φαίνονται να καπνίζουν χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο, από ανία, από ανάγκη να γεμίσουν κάποια κενά στο παζλ της ζωής τους. Το κάπνισμα πάντα μου φαινόταν συνήθεια που υποδηλώνει παραίτηση, ηττοπάθεια, εγκατάλειψη, απόγνωση, τεμπελιά, έλλειψη όρεξης για ζωή, αντικοινωνικότητα, διάθεση για απομόνωση, όλα αυτά δηλαδή που χαρακτηρίζουν πολλούς νεοέλληνες. Και μάλιστα ήδη από τα σχολικά τους χρόνια. Θυμάμαι, στα δικά μου σχολικά χρόνια, κάποιους συμμαθητές που κάπνιζαν κρυφά στα διαλείμματα και μπαίνοντας ύστερα στην τάξη βρωμούσαν ολόκληροι. Και αυτό, το κρυφό σχολικό κάπνισμα του διαλείμματος, αντιπροσώπευε γι’ αυτούς μια κάποια κοινωνική καταξίωση, αποτελούσε μια διαβατήρια τελετή που τους εισήγαγε μετά βαΐων και κλάδων στον κόσμο των ‘μεγάλων’ όπως οι ίδιοι τον ήξεραν ή τον φαντάζονταν. Έναν κόσμο ‘μεγάλων’ που όταν έρχονταν τα δύσκολα κλείνονταν στον εαυτό τους ανάβοντας ένα τσιγάρο, προτιμούσαν τη νωχελική απραξία του καπνιστή, τη μοναξιά του καπνού και του τσιγάρου από τη δράση ή ενδεχομένως την αντίδραση σε όσα τους στενοχωρούσαν. Και, σαν να μην πέρασε μια μέρα από τότε, που οι καπνιστές συμμαθητές μου έπαιρναν βρωμοκοπώντας τις θέσεις τους στα τελευταία θρανία μετά το διάλειμμα, βλέπω συνομήλικούς τους του σήμερα να επαναλαμβάνουν τις ίδιες πρακτικές, να συμμετέχουν στις ίδιες διαβατήριες τελετές για να κόψουν εισιτήριο για έναν κόσμο, μια κοινωνία ενηλίκων που ξέρουν ότι τους περιμένει παραιτημένη και η ίδια, καπνίζοντας, στους κόλπους της.

19 Νοε 2009

Ήξεις-αφίξεις

Χαζεύοντας χθες πρωτοσέλιδα κρεμασμένων εφημερίδων σ’ ένα περίπτερο, μου τράβηξαν την προσοχή κάτι τεράστια μαύρα γράμματα, στην πρώτη σελίδα της Ελευθεροτυπίας: ‘Παιδομάζωμα’. Έτσι περιέγραφε η εφημερίδα τις προσαγωγές που έγιναν από την αστυνομία, στην επέτειο του Πολυτεχνείου, μετά την πορεία προς την αμερικανική πρεσβεία. Κοιτώντας το ‘Παιδομάζωμα’, σκέφτηκα ότι αν γίνονταν, όπως άλλες χρονιές, εκτεταμένα επεισόδια, καταστροφές, λεηλασίες, εμπρησμοί, η εφημερίδα θα μιλούσε για την ανύπαρκτη, ανίκανη αστυνομία που άφησε, με την άτολμη στάση της, μια χούφτα ‘μπαχαλάκηδες’ να αναστατώσουν την Αθήνα. Με λίγα λόγια, είτε έτσι είτε αλλιώς, παίζεται ένα παιχνίδι εντυπώσεων από τη συγκεκριμένη εφημερίδα και όχι μόνο. Ένα παιχνίδι χωρίς κανόνες, χωρίς την παραμικρή υποψία υπευθυνότητας εκ μέρους των παικτών εκδοτών και δημοσιογράφων. Στόχος του παιχνιδιού; Να ασκηθεί κριτική εκ του ασφαλούς, κριτική για την κριτική, σε κυβερνήσεις, κράτος, κόμματα, for the sake of it. Μια κριτική που στόχο έχει να φέρει το όποιο ΜΜΕ κοντά στον ‘λαό’ και απέναντι στην εκάστοτε κυβέρνηση ή άλλου είδους ‘εξουσία’. Να λέγονται διάφορα απλώς για να λέγονται. Άλλωστε ποιος θα ζητούσε ποτέ το λόγο από το παντοδύναμο μιντιακό μας κατεστημένο και τους εκπροσώπους του; Στις αρχές του φθινοπώρου που μας τελειώνει, προεκλογικά δηλαδή, οι εργαζόμενοι μέσω Stage ήταν για τα ΜΜΕ τα ανυπεράσπιστα παιδιά-θύματα διαφόρων βουλευτών και κομματικών στελεχών αλλά και του ίδιου του κράτους, που για τρεις κι εξήντα τα έβαζε να εργάζονται ανασφάλιστα σε διάφορες δημόσιες υπηρεσίες. Με την μετεκλογική κατάργηση των Stage στο δημόσιο, άρχισαν να οδύρονται οι συνήθως κλαίοντες και οδυρόμενοι τηλεδημοσιογράφοι για τα άμοιρα τα παιδιά, που μένουν στο δρόμο δίχως μια αχτίδα φωτός στη ζωή τους, αγκαλιά με την ανεργία. Όταν κλείνουν οι επιδοτούμενοι αλλά και αγανακτισμένοι Έλληνες αγρότες τις εθνικές οδούς, μιλάμε, τη μια μέρα, για την ταλαιπωρία που προκαλούν σε χιλιάδες συμπολίτες τους. Και την άλλη, για τα δίκαια αιτήματά τους και τη δικαιολογημένη αγανάκτησή τους. Όταν λιμενεργάτες κλείνουν το λιμάνι του Πειραιά διαμαρτυρόμενοι για την παραχώρηση λιμενικών εγκαταστάσεων στην κινεζική Cosco, μιλάμε τη μια μέρα για τα δίκια των κακόμοιρων συνδικαλιστών λιμενεργατών και τους κακούς Κινέζους. Και, την άλλη, επισημαίνουμε την έλλειψη ξένων επενδύσεων στη χώρα μας, μιλώντας για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι ξένοι επενδυτές στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, ήξεις-αφίξεις. Ή, αν θέλετε, άρες μάρες κουκουνάρες. Ο κοινός παρανομαστής, ένας: ο λαϊκισμός, η κεκαλυμμένη δημαγωγία, η εντυπωσιοθηρία. Ό, τι πουλάει ή ‘περνάει’ σήμερα αξίζει, ασχέτως του τι λέγαμε χθες ή τι θα πούμε αύριο. Και αυτό λέγεται ενημέρωση. Κατ’ αυτούς τουλάχιστον. Διότι κατ’ εμέ λέγεται απλώς αρπαχτή.

18 Νοε 2009

Ζωή ή δουλειά;

Πριν μερικά χρόνια έφυγα, ένα πρωί Παρασκευής, από την Αθήνα για τη Θεσσαλονίκη. Ήταν να μείνω για ένα σαββατοκύριακο, αλλά γνώρισα τη σημερινή μου σύζυγο και έμεινα για αρκετά χρόνια. Δεν έβρισκα εύκολα δουλειά αλλά περνούσα – περνούσαμε – όμορφα. Με τη γυναίκα μου ταξιδεύαμε αρκετά έως πολύ σε όλη τη Βόρειο Ελλάδα. Τη γυρίσαμε απ’ άκρη σ’ άκρη, γευτήκαμε μυρωδιές από τα δάση της, τα ποτάμια, τα θερμά λουτρά της, τις κωμοπόλεις και τα χωριά της, χορτάσανε τα μάτια της από τις ομορφιές της. Και κυρίως τα μάτια τα δικά μου, στερημένα από τέτοιου είδους θεάματα, που δε βρίσκονται εύκολα στην Αθήνα και στα πέριξ της. Από τα Πομακοχώρια μέχρι τα Ζαγοροχώρια, από τις Πρέσπες μέχρι τα Γρεβενά και τα Βλαχοχώρια τους, από το αποκριάτικο καρναβάλι της Ξάνθης (η… Πάτρα της Βορείου Ελλάδος) μέχρι τα Ραγκουτσάρια της Καστοριάς και τις ‘Μπούλες’ της Νάουσας, από την παραπονεμένη, ακριτική Ορεστιάδα, τη μυρωδάτη, μαντιλοφορούσα – λόγω μουσουλμανικού πληθυσμού – Κομοτηνή μέχρι τον Προμαχώνα Σερρών, από τη Δράμα μέχρι την Έδεσσα, γνώρισα ανθρώπους, παραδόσεις, μουσικές, αρχιτεκτονικές, γεύσεις που μέχρι τότε ανήκαν σε ένα άλλο σύμπαν: ένα παράλληλο σύμπαν, που ο μέσος Αθηναίος αγνοεί και δεν πολυεπιθυμεί ή δεν πολυμπορεί να γνωρίσει. Όμως, η ζωή αυτή, όσο γεμάτη κι αν ήταν από πρωτόγνωρα θαύματα της φύσης και της ανθρώπινης δημιουργικότητας, σκόνταφτε μονίμως στο εμπόδιο που λεγόταν ‘δουλειά’. Διότι ερωτική πόλη η Θεσσαλονίκη, αλλά ως γνωστόν business και pleasure ποτέ δεν έκαναν καλή παρέα. Iδίως, όπως απεδείχθη, στη συμπρωτεύουσα. Έτσι θέλοντας και μη κατέβηκα, επέστρεψα στην Αθήνα, στην οποία δεν περίμενα ούτε υπολόγιζα ότι θα ξαναγύριζα. Και όπως ήταν αναμενόμενο, στην πρωτεύουσα δουλειές βρέθηκαν. Δουλειές πολύωρες, όχι τόσο καλά αμειβόμενες (μην ξεχνάμε ότι ζούμε στην Ελλάδα), αλλά εν πάση περιπτώσει δουλειές. Δουλειές οι οποίες δε σου επέτρεπαν, δεν άφηναν περιθώρια να ασχοληθείς με οτιδήποτε άλλο πέραν των στενά επαγγελματικών επιδιώξεων, καθηκόντων, υποχρεώσεων. Σα να λέμε ότι πλέον είχα δουλειά, αλλά χωρίς ζωή. Από εκεί που είχα ζωή χωρίς δουλειά, βρέθηκα να έχω γίνει ένας ακόμη εργαζόμενος χωρίς ζωή (και μάλιστα χωρίς την αξέχαστη ζωή που σας περιέγραψα παραπάνω). Αυτό το δίπολο ζωής-δουλειάς άρχισε μάλιστα, από κάποια στιγμή και ύστερα, να παίρνει σάρκα και οστά μπροστά στα μάτια μου όχι απλώς ως δίπολο, αλλά ως δίλημμα: ζωή χωρίς δουλειά ή δουλειά χωρίς ζωή; Δύσκολα μπορεί κανείς να ζήσει χωρίς μια πηγή χρημάτων που να του εξασφαλίζει τη δυνατότητα να προγραμματίσει τη ζωή του, να μη σκέφτεται το τι θα ξοδέψει, να κάνει όνειρα, να κάνει οικογένεια. Αλλά δύσκολο μου φάνηκε και να ζω χωρίς να προλαβαίνω να ζω, να στερούμαι όλα αυτά τα οποία ξέρω ότι αξίζουν περισσότερο από τα χρήματα, για ποιο λόγο; Για χάρη των χρημάτων.

16 Νοε 2009

Περί αμερικανικών δάκτυλων και άλλων δαιμονίων (αναδημοσίευση με αφορμή τη σημερινή καθιερωμένη πορεία στην αμερικανική πρεσβεία)

Με αφορμή την πορεία αυτή που 'παραδοσιακά' καταλήγει στην αμερικανική πρεσβεία, θυμήθηκα διάφορες περιστάσεις εντός και εκτός διαδικτύου στις οποίες άκουσα και ακούω να λέγονται διάφορα για το ποιον ή ποιους 'θέλουν οι Αμερικάνοι' για να κυβερνήσει ή να κυβερνήσουν την Ελλάδα (εξού και κουβέντες του στυλ 'κέρδισε τις εκλογές ο Γιωργάκης γιατί τον θέλουν οι Αμερικάνοι'), ποιους προτιμούν για πολιτικούς ηγέτες, πώς άραγε τους προωθούν και τους εκλέγουν. Θα ήθελα λοιπόν επιτέλους με αυτή την αφορμή, μια και χρόνια έχω αυτόν τον καημό κάποιος καλός και υπομονετικός άνθρωπος να μπει στον κόπο να μου εξηγήσει όσο καλύτερα μπορεί - ομολογώ αβίαστα ότι σε αυτό το ζήτημα με θεωρώ άνθρωπο χαμηλής νοημοσύνης - ΠΩΣ ΑΚΡΙΒΩΣ οι Αμερικανοί επιλέγουν και προωθούν πολιτικούς ηγέτες στην Ελλάδα. Μέσω ποιων μηχανισμών, θεσμών, πολιτικών και προσώπων καταφέρνουν δηλαδή να παίζουν εδώ και δεκαετίες και εν έτει 2009 καθοριστικό ρόλο - όπως φαίνεται να πιστεύουν πολλοί - στην ελληνική πολιτική ζωή. Χρηματοδοτώντας μυστικά και συστηματικά επί σειρά ετών τους εκλεκτούς τους πολιτικούς με εκατομμύρια δολάρια προεκλογικά προκειμένου να τους οδηγήσουν στη νίκη; Μήπως εξαγοράζοντας, πάλι μυστικά, με άλλα τόσα εκατομμύρια δολάρια τη σιωπή των αντιπάλων τους ούτως ώστε να προωθηθούν οι 'δικοί τους'; Δωροδοκώντας - μυστικά πάντα, εννοείται - δεκάδες, εκατοντάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες κομματικά μέλη και στελέχη προκειμένου να εκλέξουν για αρχηγό ενός μεγάλου κόμματος τον υποψήφιο της επιλογής τους (εξού και κουβέντες του στυλ 'θα κερδίσει η Ντόρα/ο Σαμαράς την αρχηγία της ΝΔ γιατί την/τον θέλουν οι Αμερικάνοι'); Ή μήπως δωροδοκώντας μυστικά εκατομμύρια ψηφοφόρους προκειμένου κάθε τέσσερα χρόνια να εκλέγεται η κυβέρνηση της αρεσκείας τους; Χρηματοδοτώντας μυστικά πρωθυπουργούς, υπουργούς και βουλευτές ούτως ώστε να προωθούν πολιτικές και πολιτικούς της επιλογής τους; Ας μου εξηγήσει κάποιος παρακαλώ θερμά, έχω όλη την καλή διάθεση να πειστώ για την υποχθόνια, κακόβουλη, δολερή και καταστρεπτική για την πτωχή πλην τίμια Ελλάδα αμερικανική επιρροή, για τον ανυποχώρητο, αδίστακτο αμερικανικό δάκτυλο που δεκαετίες τώρα μέχρι και σήμερα επιμένει σαδιστικά, εξακολουθεί να κινεί τα νήματα της πολιτικής μας ζωής και να παίζει με τους Έλληνες πολιτικούς σαν να ήταν μαριονέτες του.

Αν όσα υποστηρίζονται περί αυτής της καθοριστικής αμερικανικής πολιτικής επιρροής αποδειχτούν αναπόδεικτα, τότε θα επιβεβαιωθεί η υποψία μου ότι κάτι τέτοιες αντιλήψεις περί ξένων δάκτυλων μπορεί να ακούγονταν με ενδιαφέρον στη δεκαετία του '60 αλλά εδώ και δυο-τρεις δεκαετίες απλώς μας βοηθούν ως λαό να ρίχνουμε το φταίξιμο για όσα μας πάνε στραβά μακριά από μας, όσο πιο μακριά γίνεται: σε 'ανθελληνικά', ξένα κέντρα επιρροής που άλλη δουλειά δεν είχαν από το να πασχίζουν να επηρεάσουν τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα - μια χώρα διεθνώς ασήμαντη, όπως θα αντιληφθεί όποιος ζήσει έστω και λίγο εκτός των συνόρων της -, συνυφαίνοντας συνωμοσίες και υποσκάπτοντας την κατά τα άλλα υγιή πολιτική μας ζωή. Λυπάμαι, αλλά μέχρις αποδείξεως του εναντίου - και όπως είπα είμαι όλος αυτιά για να διαψευστώ - θα παραμείνω από δύσπιστος έως καχύποπτος απέναντι σε τέτοιες αντιλήψεις.

13 Νοε 2009

Περί (κοινωνικών) ταυτοτήτων

Παρακολουθώ τελευταία το σίριαλ με την παραίτηση και την παραλίγο αποζημίωση με 500.000 ευρώ, αν την έπαιρνε, του προέδρου της ΕΡΤ, Χρήστου Παναγόπουλου. Και συνειδητοποιώ ότι πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο που πριν κανένα χρόνο, όταν μερικοί πολίτες είχαν ‘καταλάβει’ για λιγάκι το στούντιο από όπου έβγαινε στον αέρα το δελτίο ειδήσεων, ‘σαμποτάροντας’ την εικόνα του τότε πρωθυπουργού Καραμανλή που εκείνη τη στιγμή μιλούσε από τηλεοράσεως, βγήκε από τα προεδρικά ρούχα του δηλώνοντας δημοσίως την οργή του για την ενέργεια αυτή. Έκανε τότε κάποιες δηλώσεις με τις οποίες καταδίκαζε την ευφυή αυτή και πρωτότυπη διαμαρτυρία, υπό το πρόσχημα ότι οι άνθρωποι αυτοί που τόλμησαν να του τη φέρουν (του ίδιου και ολόκληρης της ΕΡΤ) στερούνταν ‘κοινωνικής ταυτότητας’. Τι να σημαίνει άραγε ‘κοινωνική ταυτότητα’, αναρωτήθηκα τότε. Εννοούσε ο κύριος πρόεδρος ότι δεν εκπροσωπούσαν οι πολίτες αυτοί κάποιο κόμμα; Κάποιον συνδικαλιστικό φορέα; Κάποιο, εν ολίγοις, από όλα αυτά τα δημιουργήματα της βαριά πάσχουσας κοινωνίας πολιτών μας που σκοπό έχουν να πνίγουν τον όποιο αυθορμητισμό, να καλουπώνουν και να τυποποιούν την όποια υγιή δράση και δημιουργικότητα, να φρενάρουν τις οιεσδήποτε προσπάθειες οποιουδήποτε για να αλλάξει οτιδήποτε; Μάλλον κάτι τέτοιο εννοούσε ο κύριος πρόεδρος. Ο πρώτος τη τάξει δηλαδή υπάλληλος της κρατικής ραδιοτηλεόρασης, που υποτίθεται ότι σκοπό έχει να διευρύνει, δια των προβαλλόμενων προγραμμάτων της, τους ορίζοντες, τις προσλαμβάνουσες των πολιτών που τη χρηματοδοτούν μέσω των φόρων που πληρώνουν, αιφνιδιάστηκε από μια αθώα έκφραση αγανάκτησης κάποιων πολιτών, που θέλησαν να διαμαρτυρηθούν όχι κλείνοντας δρόμους, λιμάνια, εθνικές οδούς ή ταλαιπωρώντας με άλλους τρόπους τους συμπολίτες τους, αλλά ‘σαμποτάροντας’ μια τηλεοπτική μετάδοση. Χτυπώντας δηλαδή κατευθείαν στην καρδιά του πολιτικομιντιακού κατεστημένου και μάλιστα στην κρατική του εκδοχή. Αυτούς τους πολίτες θεώρησε ο κύριος πρόεδρος – σοκαρισμένος τότε είχε δηλώσει: ‘αυτοί … οι άνθρωποι δεν ήρθαν οργανωμένοι στην ΕΡΤ και τους καταγγέλλω, ήρθαν σε πολύ μικρές ομάδες’ – ότι είχε κάθε δικαίωμα να καταδικάσει, ως μη φέροντες τις κοινωνικές τους ταυτότητες εντός του στούντιο. Πέραν των υπέρογκων απολαβών του ως προέδρου, που τελευταία είδαν το φως της δημοσιότητας, πέραν της αντιπαθητικής του εμφάνισης και της αλαζονικής του συμπεριφοράς, πέραν της κατάντιας της κρατικής τηλεόρασης κατά τη διάρκεια της προεδρίας του – υπενθυμίζω ενδεικτικά το ‘κόψιμο’ της καλύτερης πιθανώς εκπομπής της, του ‘Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα’ του Στέλιου Κούλογλου και την ταυτόχρονη ανάδειξη της Γιουροβίζιον σε κορυφαίο πολιτιστικό τηλεθέαμα -, ο άνθρωπος αυτός, ακόμη και αν τον δούμε ως απλό πολίτη ξεχνώντας όλα αυτά τα υπόλοιπα, δεν είχε κανένα μα κανένα δικαίωμα να ζητά κανενός είδους ταυτότητες – πόσο δε ‘κοινωνικές’ – από κανέναν. Και μάλιστα ως ένας πολίτης ο οποίος, στην εποχή αυτή οξείας οικονομικής κρίσης και γενικευμένης ένδειας, αμειβόταν ‘μόνο’ με 340.000 ευρώ τον χρόνο, έχοντας προφανώς τιμήσει στο έπακρο την ‘κοινωνική του ταυτότητα’ – γιατί ως γνωστόν για να διοριστεί κανείς πρόεδρος της ΕΡΤ χρειάζεται ακόμη και σήμερα έγκυρη, ενημερωμένη, αχτύπητη ‘κοινωνική ταυτότητα’. Δυστυχώς.

11 Νοε 2009

Θα ήθελα...

Υπάρχουν στη ζωή μου κάποια πράγματα που δεν έχω κάνει και το έχω καημό κάποια στιγμή, πριν αρχίσουν οι κλειδώσεις να σκουριάζουν και τα χρόνια να με καρφώνουν στον καναπέ μπροστά σε μια τηλεόραση, να κάνω. Θα ήθελα να μάθω ιστιοπλοΐα, μια και μου αρέσει πολύ η θάλασσα (είμαι σταθερά το τελευταίο κεφάλι μέσα στο νερό όπου τύχει να κολυμπάω τα καλοκαίρια), κάτι που πλέον δε βρίσκεται και τόσο μακριά ως όνειρο (ένας Ιστιοπλοϊκός Όμιλος πέφτει λίγες στάσεις με το τραμ πιο πέρα από εκεί που ζω). Θα ήθελα επίσης να επισκεφτώ τη Νέα Υόρκη, τα υπόγεια jazz clubs της, το Greenwich Village της, το Central Park, τις γειτονιές της, το ΜΕΤ. Βεβαίως μετά από ένα τέτοιο εγχείρημα θα ήταν δύσκολο να επιστρέψω (οικειοθελώς τουλάχιστον!) στην Αθήνα και στην Ελλάδα, αλλά αυτό θα ήταν εν πάση περιπτώσει ένα προβληματάκι που θα μπορούσα να αντιμετωπίσω. Έχω κι άλλα, πολλά ταξίδια κατά νου που ελπίζω κάποια στιγμή να καταφέρω να κάνω, μια και διαφωνώ με τη ρήση του Καρτέσιου ότι τα ταξίδια διευρύνουν το νου αλλά δεν τον βαθαίνουν. Πιστεύω ότι η επαφή, ο συγχρωτισμός μας με άλλες κουλτούρες και τους ανθρώπους τους ΚΑΙ διευρύνει ΚΑΙ βαθαίνει τον τρόπο που σκεφτόμαστε και βλέπουμε τα πράγματα, αν διαθέτουμε τις κατάλληλες προσλαμβάνουσες. Θα ήθελα ακόμη να βγάλω ένα δεύτερο (και τρίτο και τέταρτο) βιβλίο, για να μη μείνω ο συγγραφέας του ενός βιβλίου. Η αλήθεια είναι βεβαίως ότι το δεύτερο βιβλίο έχει σχεδόν ετοιμαστεί, απλώς βαριέμαι να ασχοληθώ. (Θα ήθελα λοιπόν να ήμουν και λιγότερο τεμπέλης.) Θα ήθελα να μεγαλώσει η οικογένειά μου, να βλέπω διάφορα πιτσιρίκια να τρέχουν γύρω μου τραβώντας με και ζητώντας μου πράγματα, μη αφήνοντάς με να πραγματοποιήσω κανένα από τα τρία προηγούμενα ‘θέλω’ μου. Και αν, μέσα σε όλον αυτόν τον οικογενειακό χαμό, κατάφερνα να δω και να κάνω πράξη έστω και στο ελάχιστο αυτά τα προηγούμενα όνειρα, θα ήμουν, νομίζω, ευτυχής. :-)

10 Νοε 2009

Μαθητευόμενοι μπαρμπάδες

Αν κάτι με ενοχλεί όταν ταξιδεύω, όταν κάθομαι κάπου περιμένοντας, όταν απολαμβάνω την ησυχία οπουδήποτε μπορεί να βρεθεί λίγη ησυχία τη σήμερον ημέρα, είναι το κομπολόι. Αυτό το εφεύρημα που σκοπό έχει να ηρεμήσει όποιον το πηγαινοφέρνει ανάμεσα στα δάχτυλά του εκνευρίζοντας ταυτόχρονα τους γύρω του. Και αν υπάρχει μια τάξη, μια κατηγορία κομπολογιοφόρων που πραγματικά μου τη δίνει, δεν είναι οι μπαρμπάδες με το μακρύ νυχάκι στο μικρό δαχτυλάκι, το λιγδιασμένο φαλακρωμένο μαλλί και την εν γένει παρακμιακή εμφάνιση. Οι άνθρωποι αυτοί καλώς ή κακώς την έζησαν τη ζωή τους, ταλαιπωρήθηκαν, μόχθησαν (λέμε τώρα) και κατέληξαν σε μια άλφα ηλικία μη έχοντας κάτι καλύτερο να κάνουν από το να περνάνε τη ζωή τους παίζοντας μέρα-νύχτα το εκνευριστικό κομπολόι. Αυτοί που δεν αντέχω δεν είναι λοιπόν οι μπαρμπάδες αλλά οι μαθητευόμενοι μπαρμπάδες, δηλαδή διάφοροι νεαροί κομπολογιοφόροι με πιο σπορ μοντέλα ανά χείρας – τα λεγόμενα μπεγλέρια ή όπως αλλιώς τα λένε οι γνωρίζοντες – οι οποίοι, παίρνοντας και την ανάλογη πόζα βαριεστημένης μαγκιάς ή μάγκικης βαριεστημάρας, ποζάρουν όπου βρεθούν κι όπου σταθούν με μπεγλέρια ή μπεγλεράκια ανά χείρας, παίζοντας με καμάρι και επιδεξιότητα τις χάντρες ανάμεσα στα δάχτυλα. Η εικόνα που παρουσιάζουν αντικατοπτρίζει όλη τη διεστραμμένη ψυχοσύνθεση του νεοέλληνα σε κάθε της πτυχή: τεμπελιά συνδυασμένη με θρασύτητα, πονηριά, τυχοδιωκτισμός (μοιάζει να περιμένουν πότε θα κάτσει αυτή η καλή θεσούλα στο δημόσιο που τους υποσχέθηκε ο θείος), έλλειψη όρεξης για οτιδήποτε, αναισθησία, στασιμότητα. Και βλέποντάς τους βλέπω τους μπαρμπάδες του αύριο, που χτυπημένοι σαν χταπόδια από τη ρημάδα τη ζωή θα ψάχνουν κάπου να σταθούν, να ακουμπήσουν για να αφοσιωθούν στην αγαπημένη τους ασχολία: το μπεγλέρι.

9 Νοε 2009

Χρόνια μας πολλά



Σήμερα συμπληρώνονται αισίως 20 χρόνια από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, που χώριζε τους ανθρώπους-πειραματόζωα του μεγαλύτερου ιδεολογικού πειράματος στην ιστορία από όλους τους υπόλοιπους. Στα πλαίσια αυτού του πειράματος, του πρώτου και μοναδικού που έγινε για να διαπιστωθεί η ορθότητα μιας πολιτικής φιλοσοφίας που έγινε ιδεολογία και εν συνεχεία κρατική ιδεολογία - ενός πειράματος που πραγματοποιήθηκε σε λάθος εργαστήριο, όχι σε μια δυτική βιομηχανική κοινωνία όπως προέβλεπε ο εμπνευστής του αλλά σε μια ασιατική αγροτική -, δοκιμάστηκε ή εξής υπόθεση: άραγε τα πειραματόζωα θα αντιδρούσαν στη στέρηση της ελευθερίας τους προκειμένου να επιτευχθεί μια μεγαλύτερη μεταξύ τους ισότητα; Απεδείχθη ότι δεν άντεχαν ούτε λεπτό χωρίς την ανθρώπινη ελευθερία τους και δεν έδιναν δεκάρα για την υπεσχημένη από το πείραμα ισότητα - που άλλωστε ούτε και αυτή υπήρχε. Έτσι σιγά σιγά ροκάνισαν τα κάγκελα των κλουβιών τους και ξεχύθηκαν στον 'ελεύθερο' κόσμο. Εκεί διαπίστωσαν ότι λάμβανε χώρα ένα άλλο πείραμα. Στα πλαίσια αυτού του πειράματος αναζητούνταν η απάντηση στο ερώτημα: υπό συνθήκες απεριόριστης ελευθερίας, ΠΟΣΟ χαμηλά θα έφταναν οι άνθρωποι-πειραματόζωα με την ελευθερία τους αυτή ζώντας υπό ένα συνεχή καταιγισμό ασημαντότητας κάθε μορφής, χωρίς ιδεολογίες, ιδέες, ιδανικά, αξίες; Το πείραμα συνεχίζεται...

5 Νοε 2009

Γελάκια


-Θυμάσαι που τους λέγαμε προεκλογικά ότι θα τα πάρουμε από τους πλούσιους για να βοηθήσουμε τους οικονομικά ασθενέστερους;
-Με κάτι τέτοια πάντα τσιμπάνε!

3 Νοε 2009

O ΟΣΕ ξαναχτυπά...

Αν θυμάστε πριν κάτι λιγότερο από ένα μήνα είχα ανεβάσει αυτή την ανάρτηση, στην οποία μιλούσα για τη διαμαρτυρία μας, των επιβατών της Α' Θέσης ενός τρένου που θα μας μετέφερε από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, για τις απαράδεκτες συνθήκες καθαριότητας εντός του. Απ’ ό, τι φαίνεται η έγγραφη εκείνη διαμαρτυρία μας εστάλη από κάποιον αποφασισμένο επιβάτη στον ΟΣΕ, μια και σήμερα μου ήρθε απαντητική επιστολή από τον οργανισμό. Ξεκινά ζητώντας μας συγνώμη για την ‘ταλαιπωρία που υποστήκαμε’ εξαιτίας της ‘εμφάνισης εντόμων στο χώρο των επιβατών’. (Φυσικά πουθενά δε λέει ότι τα εν λόγω έντομα δεν ήταν μυρμηγκάκια, ακρίδες ή πεταλούδες αλλά κατσαρίδες.) Συνεχίζει διευκρινίζοντας ότι (τα ελληνικά δικά τους): ‘Παρά τον καθημερινό καθαρισμό και της απολύμανσης που πραγματοποιείται στους συρμούς του ΟΣΕ … είναι πιθανόν λόγω συνεχούς χρήσης των ίδιων φαρμάκων, να μην υπάρχει αποτελεσματικότητα εξαιτίας της αντοχής των εντόμων (είπαμε, κατσαρίδες, αλλά ο ΟΣΕ προτιμά εν προκειμένω τις γενικόλογες διατυπώσεις) σε αυτά. Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο απευθυνθήκαμε πλέον σε ειδικούς εντομολόγους του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών (!!!), προκειμένου να εξευρεθούν μέθοδοι αποτελεσματικότερης αντιμετώπισης των ερπόντων εντόμων (γιούχου, κατσαρίδες είπαμε), εκτός των μεθόδων εκείνων που εφαρμόζονται μέχρι σήμερα στις αμαξοστοιχίες μας.’ Έχοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ομολογήσει ότι οι κατσαρίδες ταξιδεύουν αρκετό καιρό (μάλλον χρόνια) με τα τρένα του ΟΣΕ, η επιστολή περνά εν συνεχεία στο ζήτημα των πανβρώμικων καθισμάτων που αντικρίσαμε μπαίνοντας στο βαγόνι μας και μας ενημερώνει ότι: ‘… ο ΟΣΕ ήδη έχει ξεκινήσει (τα τελευταία χρόνια…) για το συγκεκριμένο τύπο συρμών την αντικατάσταση καθισμάτων, κουρτινών και μοκετών γεγονός που θα συμβάλει στη γενικότερη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών της ΤΡΑΙΝΟΣΕ (οπωσδήποτε, το να μη σιχαίνεται κανείς να καθίσει σε ένα λιγδιασμένο από αρχαία βρωμιά κάθισμα θα αποτελέσει βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών...). Έως σήμερα οι εργασίες αυτές έχουν ολοκληρωθεί (μιλάμε για οχτώ τρένα όλα κι όλα, ΠΟΣΟΣ άραγε καιρός χρειάζεται για τη δουλειά αυτή;) σε 4 συρμούς (τυχεράκηδες, όσοι πέσετε σ’ αυτούς αν και όταν χρειαστεί να ταξιδέψετε) και συνεχίζονται και για τους υπόλοιπους 4 (όσοι τύχει να ταξιδέψετε με αυτούς απλώς την πατήσατε, καλή τύχη την επόμενη φορά).’ Αφού πει μερικά ακόμη πραγματάκια που φιλοδοξούν να δικαιολογήσουν τη δυσανάλογα υψηλή εν σχέσει με την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών τιμή των εισιτηρίων, η επιστολή καταλήγει: ‘Ζητώντας σας και πάλι συγνώμη για το δυσάρεστο και μεμονωμένο (εμένα μου λες!) περιστατικό, είμαστε στη διάθεση σας για οποιαδήποτε πρόσθετη πληροφορία ή διευκρίνιση.’ Νομίζω ότι σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα που σέβεται τους πολίτες της θα είχαμε απλώς πάρει τα χρήματά μας πίσω, αντί για μια φλύαρη, ανούσια, βαρετή ‘απολογητική’ επιστολή. Αλλά δυστυχώς ζούμε στη χώρα που ζούμε και, ως γνωστόν, μετά την απομάκρυνση από το ταμείο ουδέν λάθος αναγνωρίζεται. Στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να βρούμε μια μέρα στο γραμματοκιβώτιό μας μια τέτοια επιστολή.

1 Νοε 2009

Τολμήστε κύριε Παπακωνσταντίνου!

Σύμφωνα με τα σχετικά δημοσιεύματα ο τριπλός στόχος του υπουργείου Οικονομικών πριν την κατάθεση του φετινού προϋπολογισμού είναι η μείωση των δαπανών, η αύξηση των δημοσίων εσόδων και η στήριξη των ασθενέστερων. Θα ήθελα να δώσω έμφαση στον δεύτερο στόχο, βοηθώντας τον κύριο Παπακωνσταντίνου να δει, ως υπουργός Οικονομικών μιας φρεσκοεκλεγμένης και πολλά υποσχόμενης κεντροαριστερής κυβέρνησης, αυτό που προηγούμενοι υπουργοί Οικονομικών παλαιότερων κυβερνήσεων αδυνατούσαν ή αρνούνταν να δουν. Η αύξηση των δημοσίων εσόδων μπορεί να επιτευχθεί με τον απλούστερο και καλύτερο δυνατό τρόπο φορολογώντας τον μεγαλύτερο και μακροβιότερο φοροφυγάδα αυτής της χώρας. Αν το κάνει, εκατοντάδες εκατομμύρια ανείσπρακτων ευρώ θα εισέλθουν στα κρατικά ταμεία, δίνοντας το φιλί της ζωής στην καταρρακωμένη ελληνική οικονομία. Ποιος είναι αυτός ο φοροφυγάδας; Μα... ποιος άλλος από την Εκκλησία. Mια Εκκλησία που διακηρύσσει ότι βρίσκεται κοντά στον 'απλό λαό', ενώ ταυτόχρονα αρνείται να πληρώσει φράγκο σε φόρους για την ανυπολόγιστη περιουσία της, όπως κάνει ο κακόμοιρος ο 'απλός λαός' που κατά τα άλλα η Εκκλησία αυτή αγαπά και στηρίζει. Όπως μας θυμίζει η blogger 50ft queenie που το… έψαξε το πράγμα, στο συγκεκριμένο ζήτημα (της φορολόγησης της Εκκλησίας) ακολουθούνται πιστά και απαρέγκλιτα οι εξής Δέκα Εντολές:

1. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας
2. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρους για Κληροδοτήματα
3. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρους Δωρεάς
4. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρους Μεταβίβασης
5. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει Φόρο Εισοδήματος
6. Η Εκκλησία ΔΕΝ υποβάλλει νόμιμο και υποχρεωτικό Ε9
7. Η Εκκλησία ΔΕΝ υποβάλλει το νόμιμο και υποχρεωτικό Κτηματολόγιο
8. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει το συνολικό ποσό των εισφορών για το ταμείο των εργαζομένων της (κληρικών)
9. Η Εκκλησία ΔΕΝ πληρώνει τους μισθούς των εργαζομένων της (κληρικών)
10. Και κηδεύει Δημοσία Δαπάνη τους Αρχιεπισκόπους της.


Βέβαια, για να κατορθωθεί το μέχρι σήμερα ακατόρθωτο, για να παραβιαστούν δηλαδή αυτές οι αυστηρά τηρούμενες Δέκα Εντολές, θα πρέπει να γίνει – επιτέλους! – σαφής διαχωρισμός μεταξύ Eκκλησίας και Κράτους, όπως έχει ήδη γίνει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες από δεκαετίες (στη Γαλλία, επί παραδείγματι, στην περίπτωση της οποίας μιλάμε και για την πανίσχυρη Καθολική Εκκλησία, υπάρχει
ήδη από το... 1905). Θα πρέπει δηλαδή ο κύριος Παπακωνσταντίνου να γίνει αυτός που θα χωρίσει αυτά τα κακομαθημένα σιαμαία που λέγονται Kράτος και Eκκλησία, αφήνοντας το καθένα να ακολουθήσει το δικό του δρόμο. Κάνοντάς το, θα έχει πετύχει μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια: ΚΑΙ θα έχει καταφέρει να αυξήσει ραγδαία τα δημόσια έσοδα, εξυγιαίνοντας την ελληνική οικονομία ΚΑΙ θα έχει απαλλάξει το ελληνικό Κράτος από ένα παρασιτικό σιαμαίο αδερφάκι που μέχρι σήμερα ζούσε σε βάρος του, απομυζώντας τα ζωτικά του όργανα. Θα το τολμήσει; Νομίζω ότι ήρθε η ώρα, περισσότερο από ποτέ στο παρελθόν, να γίνει αυτό το μεγάλο βήμα.


ΥΓ: Όσοι έχετε όρεξη μπορείτε να δείτε κι αυτή την ενδιαφέρουσα σχετική εκπομπή του ΤVXS, μια εκπομπή από αυτές που δεν προβλέπεται να δούμε ποτέ στην 'κανονική' τηλεόραση, η οποία αποτελεί δυστυχώς περισσότερο μέρος του προβλήματος των αξεχώριστων αυτών σιαμαίων παρά της λύσης του.

Περί όνου σκιάς

Εδώ μπορείτε να δείτε το βίντεο του εικονιζόμενου τραγουδιστή, ηθοποιού, performer Πάνου Μουζουράκη που προκάλεσε την επίθεση εναντίον του από μέλη εθνικιστικών ομάδων και οργανώσεων, που τον περίμεναν έξω από τη μουσική σκηνή όπου εμφανίζεται για να τον ‘περιποιηθούν’ με σπρέι στο πρόσωπο και ξυλοδαρμό. Παρακολουθώντας το βίντεο βλέπουμε το Μουζουράκη με ένα φίλο του να κάνουν εμφανώς την πλάκα τους – να επιδίδονται δηλαδή σε αυτό το τόσο δημοφιλές στη σημερινή Ελλάδα σπορ που λέγεται χαβαλές –, αστειευόμενοι πάνω στην 28η Οκτωβρίου, το συμβολισμό της ελληνικής σημαίας, τις παρελάσεις και άλλα τέτοια. Είναι εμφανής ο στόχος τους, μέσα από την πλάκα, να προκαλέσουν, να τραβήξουν την προσοχή. Και μάλιστα την προσοχή όσων πιστεύουν φανατικά σε οντότητες και σύμβολα όπως η σημαία, το ‘έθνος’, η ‘πατρίδα’ και ούτω καθ’ εξής. Παρότι γνωρίζουν ότι βιντεοσκοπούνται, οι δυο νεαροί μιλάνε σα να βρίσκονται μόνοι τους, κάνοντας ό, τι μπορούν για να δείξουν την αδιαφορία τους απέναντι σε κάποια πράγματα που κάποιοι άλλοι θεωρούν ‘ιερά’. Και ο τρόπος με τον οποίο λένε όσα λένε στο βίντεο ήταν αναπόφευκτο νομίζω να προκαλέσει την αντίδραση και την επίθεση από τους ‘θιγόμενους’ εθνικιστές. Είναι σαν να πήγαν ο Μουζουράκης με το φίλο του έξω από το Στάδιο Καραϊσκάκη λίγο πριν από ένα μεγάλο αγώνα – και μάλιστα έξω από τη θύρα των φανατικών – και να στάθηκαν εκεί με κασκόλ της αντίπαλης ομάδας εκτοξεύοντας προσβλητικά συνθήματα κατά του Ολυμπιακού, κοροϊδεύοντας την ομάδα του Πειραιά και χλευάζοντας τους φιλάθλους που πήγαιναν να δουν τον αγώνα. Η Ελλάδα είναι ο Ολυμπιακός κάποιων, και σε αυτούς τους κάποιους απευθύνθηκαν οι δυο performers μέσα από το εν λόγω βίντεο, προσβάλλοντας την ομάδα τους. Τίποτα περισσότερο. Τίποτα περισσότερο δηλαδή από δυο νεαρούς που για να σπάσουν πλάκα προκάλεσαν κάποιους φανατικούς, οι οποίοι αντέδρασαν όπως θα αντιδρούσε κάθε φανατικός: με ύβρεις και βία. Και οι μεν πήγαιναν γυρεύοντας και οι δε έκαναν ό, τι ακριβώς θα περιμέναμε από αυτούς. Θα μου πείτε, για μια στιγμή, τι θα πει ‘πήγαιναν γυρεύοντας’; Δεν υπάρχει ελευθερία λόγου στη χώρα αυτή; Ασφαλώς και υπάρχει, όση και έξω από τη θύρα των φανατικών στο Στάδιο Καραϊσκάκη πριν από ένα μεγάλο αγώνα του Ολυμπιακού. Με άλλα λόγια, όταν βάζεις στόχο να μπεις στο μάτι του κάθε φανατικού κοροϊδεύοντας, ξέρεις ότι κάποια στιγμή αυτός θα ξεχάσει και ελευθερίες λόγου και άλλα τέτοια ψιλά γράμματα για τον ίδιο, θα του ανέβει το αίμα στο κεφάλι και θα σε βρίσει ή θα σε δείρει. Και από τη στιγμή που το ξέρεις, είτε επιλέγεις να παίξεις το παιχνίδι αυτό για να τραβήξεις την προσοχή του και να τον προκαλέσεις, είτε τον αγνοείς. Οι περισσότεροι επιλέγουμε το δεύτερο. Ο Μουζουράκης, για να τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας επάνω του, επέλεξε το πρώτο και κατάφερε να τραβήξει την προσοχή όχι μόνο των φανατικών, αλλά και ολόκληρης της Ελλάδας. Σπουδαίο κατόρθωμα.