Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχουν κυρίαρχες δυο ιδεολογίες βάσει των οποίων καλούμαστε να βγούμε από την πολυπλόκαμη κρίση που μας καταπίνει κάθε μέρα βαθύτερα. Απ’ τη μια, αυτή της λεγόμενης Αριστεράς, που παίζει το εύκολο παιχνίδι της ‘ανθρωπιστικής’ ανευθυνότητας σε όλες του τις εκφάνσεις και προεκτάσεις. Ισχυρίζεται, λόγου χάριν, ότι το μεταναστευτικό πρόβλημα θα λυθεί μέσα από την απέραντη αγάπη και αδελφοσύνη των λαών: αν αγαπήσουμε και συμπονέσουμε τους μετανάστες, αυτομάτως όλα θα γίνουν καλύτερα. Ύστερα, βλέπουμε. Αυτή η ιδεολογική μεταχείριση του μεταναστευτικού προβλήματος εκ μέρους της ‘Αριστεράς’ αποτελεί μικρογραφία της εν γένει στάσης της: μιας στάσης ανευθυνότητας. Επιπλέον, έχουμε τη φανατική εκ μέρους της, φονταμενταλιστική υπεράσπιση νοοτροπιών και θεσμών του παρελθόντος όπως το πανεπιστημιακό ‘άσυλο’ ή ο αθάνατος αντιαμερικανισμός. Και την κραυγαλέα απουσία εναλλακτικών προτάσεων, οραμάτων, ιδεών. Η κυριότερη απουσία; Η ρηξικέλευθη σκέψη, που θα μπορούσε, χωρίς τις μεταπολιτευτικές αγκυλώσεις των ‘αριστερών’ κομμάτων, να αρθρώσει έναν λόγο πραγματικά φρέσκο, ακομπλεξάριστο, απαλλαγμένο από στεγανά που έχουν χαντακώσει γενιές και γενιές σκεπτόμενων νιάτων, εγκλωβίζοντάς τα σε μια στασιμότητα, μια στειρότητα που δεν αρμόζει σε ανθρώπους νέους.
Απ’ την άλλη, από το 1989 και μετά, με την πτώση του Τείχους - και μαζί του την πτώση των όποιων προσχημάτων κρατούσαν μέχρι τότε οι 'φιλελεύθεροι' υπέρμαχοι του καπιταλισμού ως ιδεολογίας και ουτοπίας ταυτόχρονα - ανθεί και στην Ελλάδα, στην πιο γκροτέσκα εκδοχή του όπως συνήθως γίνεται, ένας νεόκοπος, θριαμβεύων φιλελευθερισμός. Ο οποίος δεν έμεινε μόνος, να βολοδέρνει: παντρεύτηκε έναν αντιλαϊκισμό, όπως στην περίπτωση των ταλαντούχων αρθρογράφων της ‘Καθημερινής’ και έφερε, ο γάμος αυτός, εκπληκτικά αποτελέσματα και ακόμα περισσότερο κοσμάκη στις αγκάλες όλων αυτών των 'φιλελεύθερων' συστημικών 'διανοουμένων'. (Και έφερε κόσμο διότι σε μια χώρα που αν δεν υπήρχε ο πελατειακός λαϊκισμός θα μπορούσε να τον είχε εφεύρει, ο αντιλαϊκισμός αυτός αποτελεί το δυνατότερο χαρτί τους.) Η συνταγή που μας σερβίρεται περιλαμβάνει κάποια πολύ συγκεκριμένα συστατικά: 'δημοκρατικά' φρονήματα (σε αντίθεση με όσους τολμούν να υποτιμήσουν την αξία της 'αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας' και να οραματιστούν αμεσότερες δημοκρατίες), αντιλαϊκισμό (για να ξεχωρίζει από όλους δυστυχώς τους υπόλοιπους), 'φιλελευθερισμό' (αυτόν τον νέας κοπής, επιθετικό, πανηγυρικό φιλελευθερισμό) και, βεβαίως, έναν αέρα νικητή που χαρίζει το πεσμένο Τείχος σαν υπέρτατο 'ρεαλιστικό' επιχείρημα όλων αυτών των ιδεολόγων του (θα τον έλεγα) ωμού ρεαλισμού.
Έχουμε δηλαδή απ’ τη μια τη Σκύλα ενός ανεύθυνου, αερολόγου ‘αριστερισμού’ προσκολλημένου σε ιδεολογίες, τακτικές και ρητορικές του παρελθόντος. Ενός ‘αριστερισμού’ που δεν αντέχει την παραμικρή παρέκκλιση από τη θρησκεία αγάπης την οποία έχει αναγάγει σε ιδεολογική του βάση όπως στο πρόβλημα των μεταναστών και τις γνώριμές του ρητορικές που 35 χρόνια τώρα αναμασά και ανακυκλώνει με καταπληκτική συνέπεια και αφοσίωση. Και, απ’ την άλλη, τη Χάρυβδη ενός ισοπεδωτικά ρεαλιστικού στις βαθιές του ιδεολογικές καταβολές κεντροδεξιού ‘φιλελευθερισμού’ που, εκμεταλλευόμενος την απουσία συγκροτημένης ιδεολογικής αντιπολίτευσης ιδίως εξ αριστερών και τη ‘ρεαλιστική’ του επιβεβαίωση από την πτώση του ‘Υπαρκτού Σοσιαλισμού’, καλπάζει σίγουρος για την ιστορική του δικαίωση, για την ιστορική δικαίωση δηλαδή του δόγματος ότι οι ιδέες οφείλουν να ακολουθούν την πραγματικότητα και όχι το αντίθετο.
Σε μια τέτοια δύσκολη, αδιέξοδη συγκυρία όπως αυτή που ζει η Ελλάδα σήμερα, έχει να πορευτεί στριμωγμένη ανάμεσα σε αυτές τις δυο ανεξέλικτες, παγιωμένες, μισαλλόδοξες, αναχρονιστικές η κάθε μια με τον τρόπο της, ιδεολογίες. Θα μπορούσε υπό αυτές τις συνθήκες να βλαστήσει, να ανθίσει μια άλλη γενιά, μια άλλη μορφή πολιτικού σκέπτεσθαι που δε θα χρωστούσε τίποτα στη Σκύλα και τη Χάρυβδη του μεταμφιεσμένου σε παρόν παρελθόντος μας; Δεν μπορούμε, νομίζω, παρά να το ελπίζουμε. Δεν έχουμε καν το δικαίωμα να μην το ελπίσουμε.
Απ’ την άλλη, από το 1989 και μετά, με την πτώση του Τείχους - και μαζί του την πτώση των όποιων προσχημάτων κρατούσαν μέχρι τότε οι 'φιλελεύθεροι' υπέρμαχοι του καπιταλισμού ως ιδεολογίας και ουτοπίας ταυτόχρονα - ανθεί και στην Ελλάδα, στην πιο γκροτέσκα εκδοχή του όπως συνήθως γίνεται, ένας νεόκοπος, θριαμβεύων φιλελευθερισμός. Ο οποίος δεν έμεινε μόνος, να βολοδέρνει: παντρεύτηκε έναν αντιλαϊκισμό, όπως στην περίπτωση των ταλαντούχων αρθρογράφων της ‘Καθημερινής’ και έφερε, ο γάμος αυτός, εκπληκτικά αποτελέσματα και ακόμα περισσότερο κοσμάκη στις αγκάλες όλων αυτών των 'φιλελεύθερων' συστημικών 'διανοουμένων'. (Και έφερε κόσμο διότι σε μια χώρα που αν δεν υπήρχε ο πελατειακός λαϊκισμός θα μπορούσε να τον είχε εφεύρει, ο αντιλαϊκισμός αυτός αποτελεί το δυνατότερο χαρτί τους.) Η συνταγή που μας σερβίρεται περιλαμβάνει κάποια πολύ συγκεκριμένα συστατικά: 'δημοκρατικά' φρονήματα (σε αντίθεση με όσους τολμούν να υποτιμήσουν την αξία της 'αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας' και να οραματιστούν αμεσότερες δημοκρατίες), αντιλαϊκισμό (για να ξεχωρίζει από όλους δυστυχώς τους υπόλοιπους), 'φιλελευθερισμό' (αυτόν τον νέας κοπής, επιθετικό, πανηγυρικό φιλελευθερισμό) και, βεβαίως, έναν αέρα νικητή που χαρίζει το πεσμένο Τείχος σαν υπέρτατο 'ρεαλιστικό' επιχείρημα όλων αυτών των ιδεολόγων του (θα τον έλεγα) ωμού ρεαλισμού.
Έχουμε δηλαδή απ’ τη μια τη Σκύλα ενός ανεύθυνου, αερολόγου ‘αριστερισμού’ προσκολλημένου σε ιδεολογίες, τακτικές και ρητορικές του παρελθόντος. Ενός ‘αριστερισμού’ που δεν αντέχει την παραμικρή παρέκκλιση από τη θρησκεία αγάπης την οποία έχει αναγάγει σε ιδεολογική του βάση όπως στο πρόβλημα των μεταναστών και τις γνώριμές του ρητορικές που 35 χρόνια τώρα αναμασά και ανακυκλώνει με καταπληκτική συνέπεια και αφοσίωση. Και, απ’ την άλλη, τη Χάρυβδη ενός ισοπεδωτικά ρεαλιστικού στις βαθιές του ιδεολογικές καταβολές κεντροδεξιού ‘φιλελευθερισμού’ που, εκμεταλλευόμενος την απουσία συγκροτημένης ιδεολογικής αντιπολίτευσης ιδίως εξ αριστερών και τη ‘ρεαλιστική’ του επιβεβαίωση από την πτώση του ‘Υπαρκτού Σοσιαλισμού’, καλπάζει σίγουρος για την ιστορική του δικαίωση, για την ιστορική δικαίωση δηλαδή του δόγματος ότι οι ιδέες οφείλουν να ακολουθούν την πραγματικότητα και όχι το αντίθετο.
Σε μια τέτοια δύσκολη, αδιέξοδη συγκυρία όπως αυτή που ζει η Ελλάδα σήμερα, έχει να πορευτεί στριμωγμένη ανάμεσα σε αυτές τις δυο ανεξέλικτες, παγιωμένες, μισαλλόδοξες, αναχρονιστικές η κάθε μια με τον τρόπο της, ιδεολογίες. Θα μπορούσε υπό αυτές τις συνθήκες να βλαστήσει, να ανθίσει μια άλλη γενιά, μια άλλη μορφή πολιτικού σκέπτεσθαι που δε θα χρωστούσε τίποτα στη Σκύλα και τη Χάρυβδη του μεταμφιεσμένου σε παρόν παρελθόντος μας; Δεν μπορούμε, νομίζω, παρά να το ελπίζουμε. Δεν έχουμε καν το δικαίωμα να μην το ελπίσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου