Ήμουνα σήμερα το πρωί στη Νέα Φιλαδέλφεια, για μια δουλειά. Επιστρέφοντας πήρα ένα λεωφορείο για το κέντρο της Αθήνας, που τερμάτιζε στη Χαλκοκονδύλη. Διασχίζοντας την Οδό Αχαρνών, περνώντας από άγνωστές μου γειτονιές και συνοικίες, όπως ο Άγιος Ελευθέριος, από δρόμoυς και πλατείες που ήξερα μόνο από λαϊκά τραγούδια, όπως η Πλατεία Βάθης, έβλεπα από το παράθυρο δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες ανθρώπους όλων των φυλών, κάθε ηλικίας, αλλά με έναν κοινό παρανομαστή: το μεροκάματο που δεν έρχεται κι όλο το κυνηγάνε, την εξαθλίωση που τους χτυπά καθημερινά την πόρτα της ζωής τους, σαν επίμονος δοσατζής. Έτρεχαν σαν μυρμήγκια από δω κι από κει, στις δουλειές τους, στους αγαπημένους τους, ποιος ξέρει που αλλού. Μια κοπέλα πιθανότατα από τις Φιλιππίνες σε ένα μπαλκόνι παλιάς πολυκατοικίας επί της Αχαρνών, μιλούσε σε ένα τηλέφωνο, με το άλλο χέρι στο αυτί της για να αφήνει απ’ έξω τη φασαρία του δρόμου. Ίσως αυτή η κοπέλα να μιλούσε με τους δικούς της στη μακρινή της πατρίδα, περιγράφοντάς τους τη ζωή στην Ελλάδα, στην Οδό Αχαρνών. Άλλοι πάλι κάθονταν σε καφέ, περίμεναν στη σειρά έξω από στεγνοκαθαριστήρια για να πλύνουν τα ρούχα τους, παιδιά με σχιστά μάτια μπαινόβγαιναν βιαστικά και μόνα τους στο λεωφορείο.
Όλους αυτούς τους ανθρώπους δεν τους είχα δεί ποτέ στα δελτία ειδήσεων ή σε άλλες εκπομπές της τηλεόρασης. Δεν πρωταγωνιστούν στα δημοφιλή σίριαλ των καναλιών, δεν απασχολούν τις κουτσομπολίστικες εκπομπές, δεν ασχολούνται μαζί τους ούτε καν τα πρωινάδικα, που ως γνωστόν δεν τους ξεφεύγει τίποτα από πλευράς θεμάτων. Ούτε τους έχω δει ποτέ στις εφημερίδες ή στα blogs. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι αυτοί απλώς δεν υπάρχουν για τα μέσα επικοινωνίας και ενημέρωσης, παλιά και νεότερα. Τους βλέπει κανείς μόνο άμα τύχει, άμα τον φέρει ο δρόμος του, να περάσει από τα μέρη τους. Αλλιώς παραμένουν ανύπαρκτοι.
Μάλιστα χωρίς να ξέρω γιατί, εκεί στο κάθισμα του λεωφορείου, καθώς έριχνα κλεφτές ματιές από το παράθυρο, κάπως τους ζήλεψα. Μου φάνηκε ότι αυτοί οι άνθρωποι, οι αγνοημένοι, οι αόρατοι για όλους «εμάς» τους υπόλοιπους, είχαν μια πιο αυθεντική ζωή. Δεν ανησυχούσαν για το πώς φαίνονται, αφού κανένας δεν τους έβλεπε. Μπορούσαν να πάνε οπουδήποτε αόρατοι, χωρίς να νιώθουν τα αδιάκριτα βλέμματα των άλλων επάνω τους, γλιστρώντας σαν σκιές από λεωφορείο σε στάση και από στάση σε άλλο λεωφορείο. Δεν ανησυχούσαν για την κατηφόρα που έχει πάρει αυτή η χώρα, δεν τους έσκαγαν όλα αυτά που μας σκάνε κάθε μέρα και μας κάνουν να γκρινιάζουμε. Δεν ένιωθαν εργασιακά αδικημένοι από την αναξιοκρατία, δεν ήταν τσαντισμένοι που κάποιοι φίλοι τους με καλύτερο «μέσο» είχαν βρει καλύτερη δουλειά. Δεν ζήλευαν που κάποιοι γνωστοί τους θα πήγαιναν το σαββατοκύριακο στο τάδε βουνό ή στη δείνα θάλασσα ενώ αυτοί θα έμεναν στην πόλη. Δεν τους ενοχλούσαν οι μετανάστες που με τον ερχομό τους «μαγάρισαν» την μέχρι πριν μια-δυο δεκαετίες αγνή και παρθένα πατρίδα τους. Με μια λέξη, ήταν ελεύθεροι.
Όλους αυτούς τους ανθρώπους δεν τους είχα δεί ποτέ στα δελτία ειδήσεων ή σε άλλες εκπομπές της τηλεόρασης. Δεν πρωταγωνιστούν στα δημοφιλή σίριαλ των καναλιών, δεν απασχολούν τις κουτσομπολίστικες εκπομπές, δεν ασχολούνται μαζί τους ούτε καν τα πρωινάδικα, που ως γνωστόν δεν τους ξεφεύγει τίποτα από πλευράς θεμάτων. Ούτε τους έχω δει ποτέ στις εφημερίδες ή στα blogs. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι αυτοί απλώς δεν υπάρχουν για τα μέσα επικοινωνίας και ενημέρωσης, παλιά και νεότερα. Τους βλέπει κανείς μόνο άμα τύχει, άμα τον φέρει ο δρόμος του, να περάσει από τα μέρη τους. Αλλιώς παραμένουν ανύπαρκτοι.
Μάλιστα χωρίς να ξέρω γιατί, εκεί στο κάθισμα του λεωφορείου, καθώς έριχνα κλεφτές ματιές από το παράθυρο, κάπως τους ζήλεψα. Μου φάνηκε ότι αυτοί οι άνθρωποι, οι αγνοημένοι, οι αόρατοι για όλους «εμάς» τους υπόλοιπους, είχαν μια πιο αυθεντική ζωή. Δεν ανησυχούσαν για το πώς φαίνονται, αφού κανένας δεν τους έβλεπε. Μπορούσαν να πάνε οπουδήποτε αόρατοι, χωρίς να νιώθουν τα αδιάκριτα βλέμματα των άλλων επάνω τους, γλιστρώντας σαν σκιές από λεωφορείο σε στάση και από στάση σε άλλο λεωφορείο. Δεν ανησυχούσαν για την κατηφόρα που έχει πάρει αυτή η χώρα, δεν τους έσκαγαν όλα αυτά που μας σκάνε κάθε μέρα και μας κάνουν να γκρινιάζουμε. Δεν ένιωθαν εργασιακά αδικημένοι από την αναξιοκρατία, δεν ήταν τσαντισμένοι που κάποιοι φίλοι τους με καλύτερο «μέσο» είχαν βρει καλύτερη δουλειά. Δεν ζήλευαν που κάποιοι γνωστοί τους θα πήγαιναν το σαββατοκύριακο στο τάδε βουνό ή στη δείνα θάλασσα ενώ αυτοί θα έμεναν στην πόλη. Δεν τους ενοχλούσαν οι μετανάστες που με τον ερχομό τους «μαγάρισαν» την μέχρι πριν μια-δυο δεκαετίες αγνή και παρθένα πατρίδα τους. Με μια λέξη, ήταν ελεύθεροι.
10 σχόλια:
Είναι όμως πράγματι ελεύθεροι Γεράσιμε μου? Όταν έχεις επιτακτικό το θέμα της επιβίωσης να σε πνίγει, μπορεί να είσαι ελεύθερος? Ίσως να έχουν ελευθερία σε ορισμένα μόνο θέματα (όπως πχ στο πώς φαίνονται, πώς θα ντυθούν κλπ).
Τους τελευταίους μήνες, λόγω επαγγέλματος, πάω τακτικά στην Πάτρα. Εκεί να δεις δυστυχία και εξαθλίωση. 5.000 λαθρομετανάστες τη βγάζουν μέρα νύχτα γύρω από το λιμάνι, προσπαθώντας να τρυπώσουν σ' ένα καράβι για να πάνε στην Ιταλία (τη γη της επαγγελίας γι' αυτούς). Έτσι δε και πιάσουν οι Ιταλοί ένα λαθρομετανάστη από Ελλάδα, στέλλουν πίσω δέκα (μπουζουριάζουν μαζί και άλλους 9 που δεν ξέρουν από πού τους ήρθαν).
Νομίζω πως είναι, Μερόπη. Όσο για το πρόβλημα επιβίωσης που ανέφερες, όσες φορές έτυχε να αντιμετωπίζω τέτοιο πρόβλημα, ένιωσα πιο ελεύθερος από ποτέ.;-)
Agapite Gerasime,
Egw aftous tous anthropous tous evlepa kathe mera sto leoforio (otan douleva)den paraponiountai kai den milane asxima se kanenan. (Pote den akousa pakistano na vrizei). To kako einai oti taleporountai kai arketoi (ypsilovathmoi) den tous blepoun opos tha evlepan enan dopio. Toys vlepoun ligo pio katw....
Καλή μου 'ξένη', οι άνθρωποι αυτοί έχουν μια αξιοπρέπεια τολμώ να πω ασύλληπτη για πολλούς καλοζωισμένους συμπατριώτες μου. Και μια αλήθεια στο βλέμμα τους που από πολλούς δύσκολα αντέχεται...
Γερασιμε νομιζω (χωρις να το εχω ζησει) οτι εχεις δικιο γι αυτη την αισθηση ελευθεριας που διαισθανθηκες οτι απεπνεαν αυτοι οι ανθρωποι. Νομιζω οτι μονο αν υποφερεις και μετα διωρθωθουν λιγο τα πραγματα για σενα τοτε μονο μπορεις να το αισθανθεις αυτο. Η ακομα και πριν, ειναι η αισθηση του "δεν εχω τιποτα να χασω" αυτο σου την δινει την αισθηση αυτη. Φοβαμαι οτι οι περισσοτεροι Ελληνες αποφευγουν να τους κοιταξουν στα ματια, γιατι αν το κανουν σιγουρα θα ηταν για ολους πιο καλα.
δεσποιναριο νομίζω ότι πολλοί Έλληνες όχι μόνο στα μάτια δεν θα τους κοιτάξουν, αλλά ούτε καν θα τους προσέξουν. Εκτός αν αναγκαστούν να τους κάνουν 'ξουτ' μέσα από το παρμπρίζ στο φανάρι αν ζητήσουν να πλύνουν το τζάμι ή σκοντάψουν στην απλωμένη πραμάτεια τους σε κάποια πλατεία ή σε κάποιο πεζοδρόμιο.
Σήμερα "πήρα" με το μηχανάκι τον αλλοδαπό γείτονα μελισσοκόμο, δεν έχει "μέσο μεταφοράς", για να γυρίσουμε στην πόλη.
Πριν βγούμε από το βουνό διασταυρωθήκαμε με περιπολικό της ΕΛΑΣ, μόλις προσπεράσαμε μου λέει "τρέξε, δεν έχω τα χαρτιά μαζί μου"
Μπορεί να υπάρχει και ελευθερία....
Ποτέ δεν έχω συναντήσει αντιπαθητικό μετανάστη.
(Και χαίρω πολύ, όλοι οι κακοί δεν είναι στη φυλακή και ακόμη περισσότεροι δικοί μας).
Απορώ πως δεν έχουν εκτελέσει καμία γριά στο λεωφορείο ακόμη.
Τους μιλάνε τόσο άσχημα που πολλές φορές έχω κοντέψει να τις βουτήξω εγώ απ'το λαιμό.
Το μόνο άσχημο που μπορώ να τους καταλογίσω, είναι πως κάνουν παιδιά.
Δε φέρνεις ένα παιδί στον κόσμο ζώντας υπό τέτοιες συνθήκες.
Αυτή τη συζήτηση είχα προχτές με μια μετανάστρια στη γειτονιά.
Αυτή καθαρίζει δύο-τρία σπίτια τη βδομάδα, ο άντρας της είναι άνεργος, στην κυριολεξία δεν έχουν να φάνε, να πάνε στο γιατρό δεν το συζητώ...και θέλει να μείνει έγκυος.
Την ικέτευσα ν'αλλάξει γνώμη.
Γιατί να το κάνεις? της λέω.
Δεν είχε να μου απαντήσει τίποτα.
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, θα ψήφιζα στείρωση και για άπειρους συμπολίτες μας που ζουν σε παρόμοια κατάσταση.
Και όχι Γεράσιμέ μου, δεν είναι ελεύθεροι. Ισως είανι ελεύθεροι από εκατομμύρια μπούρδες του Δυτικού κόσμου, όμως η πείναι και η ανάγκη είναι η πιο μεγάλη σκλαβιά...
glam φυσικά και μπορεί...
patsiouri δηλαδή χορτάτος σημαίνει ελεύθερος; Και πεινασμένος σημαίνει ανελεύθερος; Πολύ... κοιλιοκεντρική άποψη μου φαίνεται αυτή. Νομίζω ελεύθερος είναι όποιος διαθέτει αυτεξούσια βούληση, ανεπηρέαστη από πλαστές ανάγκες ή ψευτοδιλήμματα. Και ο πεινασμένος μετανάστης που πλην ενός στομαχιού που γουργουρίζει δεν τον απασχολούν όσα αναφέρω στην τελευταία παράγραφο του ποστ, μου φαίνεται καλύτερος υποψήφιος από εμένα κι εσένα.
Ναι μωρέ, σου είπα, εν μέρει συμφωνώ, αλλά όταν το παιδί σου πεινάει, η όταν αρρωστήσεις και μείνεις εκεί, να ψοφήσεις μέσα στους πόνους...δεν είσαι ελεύθερος.
Βασικά δεν είμαστε ούτε εμείς, ούτε αυτοί...
Δημοσίευση σχολίου