Φαντάζεστε ποτέ το BBC να αναλάμβανε ρόλο ακούραστου προωθητή του Robbie Williams; Προβάλλοντάς τον ως εθνικό ποπ σταρ της Βρετανίας και βάζοντας τους Βρετανούς τηλεθεατές να ψηφίζουν ανάμεσα στα τραγούδια του τα πιο αγαπημένα τους; Σε τέτοιο σημείο έχει φτάσει δυστυχώς η κατηφόρα της δικής μας κρατικής τηλεόρασης, της ΕΡΤ. Επιλέγοντας τον Σάκη να μας εκπροσωπήσει για δεύτερη φορά στη Eurovision, σπαταλά το ανθρώπινο δυναμικό της και πολλά-πολλά χρήματα για να προβάλλει έναν βλακώδη ποπ διαγωνισμό τραγουδιού και μαζί μ’ αυτόν έναν αιωνίως εικοσάρη σαραντάρη ποπ σταρ. Όπως αναφέρεται σε σημερινό άρθρο του Βήματος, μοιάζει σαν η χώρα να έχει εναποθέσει τις ελπίδες για διεθνή προβολή στη Εurovision (πώς αλλιώς εξηγείται η διαρκής ενασχόληση της κρατικής τηλεόρασης με το γεγονός;) και ειδικότερα στον Σάκη.
Στο ίδιο άρθρο επισημαίνεται ότι ο Σάκης έγινε δεκτός, στις 25 του περασμένου Φεβρουαρίου, από τον δήμαρχο Αθηναίων, ο οποίος του ευχήθηκε τα δέοντα και τον ξεπροβόδισε με την 'απειλή' 'μην τολμήσεις να έρθεις πίσω χωρίς το πρώτο βραβείο' - για να έχει τη χαρά η Ελλάδα να φιλοξενήσει το 2010 τον διαγωνισμό. Όλα αυτά με κάνουν ν’ αναρωτιέμαι ποιοι και γιατί στην ΕΡΤ ή στο Δήμο Αθηναίων θα μπορούσαν να έχουν βάλει στόχο την βαθιά και συστηματική εγκαθίδρυση μιας ποπ υποκουλτούρας στην Ελλάδα, την παγίωση ενός ποπ υποστρώματος στα μουσικά μας γούστα, μέσω κυρίως της τηλεόρασης. Και τη διάχυση αυτής της υποκουλτούρας σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, σε ανθρώπους κάθε ηλικίας ανά την επικράτεια. Πόσο μπορεί να έχει χάσει τον μπούσουλα η διοίκηση της ΕΡΤ και τι είδους νέο μπούσουλα απέκτησε για να επιχειρεί να δώσει το φιλί της ζωής σε έναν παρηκμασμένο και ανεπίκαιρο διαγωνισμό τραγουδιού που κάπου στη δεκαετία του ’80 ξεψύχησε θεαματικά; Προσπαθώντας ταυτόχρονα να απογειώσει την καριέρα ενός σαραντάρη ποπ σταρ και τις πωλήσεις των cd του; Σε αυτό το πλαίσιο ξεθάφτηκε τελευταία από την κρατική μας τηλεόραση κι ένας άλλος ξεχασμένος διαγωνισμός τραγουδιού, το Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης. Άλλα πεταμένα χρήματα εκεί, άλλες συντονισμένες προσπάθειες προβολής του όχι μόνο από τη δημόσια τηλεόραση αλλά και από το δημόσιο ραδιόφωνο. Σα να έχει βαλθεί η ΕΡΤ με όλα της τα μέσα να διοργανώσει το δικό της Fame Story, παρουσιάζοντάς το, όπως άλλωστε και τη Eurovision, ως εθνική υπόθεση και μείζον πολιτιστικό γεγονός.
Νομίζω ότι, ξοδεύοντας τόσο χρήμα και κάνοντας ό, τι μπορεί για να προβάλλει όσο αρτιότερα γίνεται το... τίποτα, η κρατική μας τηλεόραση έχει αρχίσει να μετατρέπεται σε μια κρατική βιομηχανία ασημαντότητας, σε έναν ακούραστο πομπό βλακείας, που δυστυχώς αναλώνει το όποιο κύρος της έχει απομείνει στην προώθηση εύπεπτων, μαζικών καταναλωτικών προϊόντων. Το ΒΒC που έφερα στην αρχή ως παράδειγμα δε νομίζω ότι θα μετατρεπόταν ποτέ σε μάνατζερ του Robbie Williams, ούτε θα επιχειρούσε, εν έτει 2009, να αναδείξει τη Εurovision σε εθνική υπόθεση των Βρετανών. Και γι’ αυτό παραμένει έγκυρο και σεβαστό. Η ΕΡΤ όμως φαίνεται να κάνει ό, τι μπορεί για να φτηνύνει και να μας παρασύρει κι εμάς στην κατρακύλα της.
29 Μαρ 2009
28 Μαρ 2009
And the winner is... Alexander the Great
Μεγαλύτερος 'Μεγάλος Έλληνας' αναδεικνύεται, στη γνωστή σειρά εκπομπών του ΣΚΑΪ, ο Μέγας Αλέξανδρος, αφήνοντας πίσω του ονόματα – σα να μιλάμε για υποψηφίους βραβείων Όσκαρ δε μοιάζει; – όπως ο Περικλής, ο Πλάτωνας (παρότι αυτός ευτύχησε να τον παρουσιάσει η Πέμη Ζούνη αυτοπροσώπως), ο Σωκράτης, ο Αριστοτέλης. Γιατί άραγε βγαίνει πρώτος ο στρατηλάτης;
Μα, πρώτον, για να πικάρουμε τους γείτονες, να τους τρίψουμε στη μούρη την ελληνικότητα της Μακεδονίας, του μακεδονικού χαλβά και του Μεγαλέξανδρου first and foremost. Δε νομίζω ότι παρακολουθούν οι γείτονες ΣΚΑΪ ή ότι τρελαίνονται για τις εκπομπές του Αλέξη Παπαχελά, αλλά όσο να 'ναι υποψιάζομαι ότι κάποιοι ψηφίσαντες άντλησαν εσωτερική ικανοποίηση από αυτή την πρωτιά. Σα να παίζει στο ποδόσφαιρο η ομάδα σου σε εκτός έδρας αγώνα ένα πράμα, να χάνει, αλλά να 'χεις πλακώσει στο ξύλο μερικούς οπαδούς της γηπεδούχου. Παραμένεις χαμένος, αλλά με βαθιά ηθική ικανοποίηση.
Ένας δεύτερος λόγος που κερδίζει ο Αλέξανδρος ο Μέγας; Σε αντίθεση με τους λοιπούς υποψηφίους, ο Alexander the Great έγινε και ταινία από το Χόλιγουντ και μάλιστα σε σκηνοθεσία Oliver Stone. Αυτό, όπως και να το κάνουμε, προσθέτει άλλο κύρος. Βεβαίως και τον Πλάτωνα τον παρουσίασε μια εγχώρια σταρ. Δεν τον υποδύθηκε όμως κοτζάμ Colin Farrell.
Ένας τρίτος λόγος της επικράτησης του Αλέξανδρου; Το 'Μέγας'. Σε μια χώρα με τάσεις μεγαλείου, με μια 'Πόλη' που πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δική μας θα 'ναι, με κατοίκους που αισθάνονται τη χώρα τους κέντρο της Γης, με την υπερβολή να μας χαρακτηρίζει ανεπανόρθωτα, με το φαίνεσθαι εθνικό μας σπορ, μόνο ένας ‘Μέγας’ θα άξιζε τον βαρύτιμο τίτλο του 'Μεγαλύτερου Έλληνα'. Διότι καλός ας πούμε κι ο Περικλής, αλλά… λίγος. Δε γεμίζει το στόμα. Ενώ ένας Μέγας; Και μάλιστα Αλέξανδρος; ΚΑΙ ονοματάρα ΚΑΙ μέγας. Υποψιάζομαι μάλιστα ότι για τους ίδιους λόγους αν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συμμετείχε στον διαγωνισμό ως 'Εθνάρχης' θα βρισκόταν ψηλότερα στην τελική κατάταξη. Όπως και οι υπόλοιποι φιναλίστ με την αρμόζουσα γαρνιτούρα. Παραδείγματος χάριν, ένας 'Λάκης Λαζόπουλος ο πολιορκητής' θα είχε πιθανότατα ψηφιστεί περισσότερο.
Όπως και να 'χει, ψηφίσαμε και τους Μεγάλους Έλληνες και μπορούμε πλέον να κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια ότι αυτή η χώρα δεν άνθισε ματαίως…
Μα, πρώτον, για να πικάρουμε τους γείτονες, να τους τρίψουμε στη μούρη την ελληνικότητα της Μακεδονίας, του μακεδονικού χαλβά και του Μεγαλέξανδρου first and foremost. Δε νομίζω ότι παρακολουθούν οι γείτονες ΣΚΑΪ ή ότι τρελαίνονται για τις εκπομπές του Αλέξη Παπαχελά, αλλά όσο να 'ναι υποψιάζομαι ότι κάποιοι ψηφίσαντες άντλησαν εσωτερική ικανοποίηση από αυτή την πρωτιά. Σα να παίζει στο ποδόσφαιρο η ομάδα σου σε εκτός έδρας αγώνα ένα πράμα, να χάνει, αλλά να 'χεις πλακώσει στο ξύλο μερικούς οπαδούς της γηπεδούχου. Παραμένεις χαμένος, αλλά με βαθιά ηθική ικανοποίηση.
Ένας δεύτερος λόγος που κερδίζει ο Αλέξανδρος ο Μέγας; Σε αντίθεση με τους λοιπούς υποψηφίους, ο Alexander the Great έγινε και ταινία από το Χόλιγουντ και μάλιστα σε σκηνοθεσία Oliver Stone. Αυτό, όπως και να το κάνουμε, προσθέτει άλλο κύρος. Βεβαίως και τον Πλάτωνα τον παρουσίασε μια εγχώρια σταρ. Δεν τον υποδύθηκε όμως κοτζάμ Colin Farrell.
Ένας τρίτος λόγος της επικράτησης του Αλέξανδρου; Το 'Μέγας'. Σε μια χώρα με τάσεις μεγαλείου, με μια 'Πόλη' που πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δική μας θα 'ναι, με κατοίκους που αισθάνονται τη χώρα τους κέντρο της Γης, με την υπερβολή να μας χαρακτηρίζει ανεπανόρθωτα, με το φαίνεσθαι εθνικό μας σπορ, μόνο ένας ‘Μέγας’ θα άξιζε τον βαρύτιμο τίτλο του 'Μεγαλύτερου Έλληνα'. Διότι καλός ας πούμε κι ο Περικλής, αλλά… λίγος. Δε γεμίζει το στόμα. Ενώ ένας Μέγας; Και μάλιστα Αλέξανδρος; ΚΑΙ ονοματάρα ΚΑΙ μέγας. Υποψιάζομαι μάλιστα ότι για τους ίδιους λόγους αν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συμμετείχε στον διαγωνισμό ως 'Εθνάρχης' θα βρισκόταν ψηλότερα στην τελική κατάταξη. Όπως και οι υπόλοιποι φιναλίστ με την αρμόζουσα γαρνιτούρα. Παραδείγματος χάριν, ένας 'Λάκης Λαζόπουλος ο πολιορκητής' θα είχε πιθανότατα ψηφιστεί περισσότερο.
Όπως και να 'χει, ψηφίσαμε και τους Μεγάλους Έλληνες και μπορούμε πλέον να κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια ότι αυτή η χώρα δεν άνθισε ματαίως…
25 Μαρ 2009
Όψεις της παρακμής
Είναι Τρίτη απόγευμα, μια ηλιόλουστη μέρα. Κατηφορίζω τη Χαριλάου Τρικούπη. Βρίσκομαι στο ύψος των πρώην γραφείων του ΠΑΣΟΚ. Ένοπλοι φρουροί απ’ έξω, που σε αφήνουν να δεις τα αυτόματα στα χέρια τους. Και μια «κλούβα» παρκαρισμένη. Έξω από την είσοδο του κτιρίου, πάνω στο πεζοδρόμιο, ένα καφάο του ΟΤΕ (ξέρετε, αυτά που μοιάζουν με ντουλάπια) ανοιχτό, με δεκάδες καλώδια χυμένα έξω, σαν σφαγμένο ζώο με τα εντόσθια σε κοινή θέα. Δίπλα, δεκάδες άδειες κούτες πεταμένες και στοιβαγμένες η μια επάνω στην άλλη σε ύψος αρκετών μέτρων. Μια εικόνα βρωμιάς και τσαπατσουλιάς. Σκέφτομαι ότι αυτοί οι άνθρωποι ζητάνε την ψήφο μας για να κυβερνήσουν την Ελλάδα και δεν φρόντισαν καν να αφήσουν νοικοκυρεμένο το πεζοδρόμιο έξω από τα πρώην γραφεία τους κατά τη μετακόμισή τους. Πώς και γιατί να τους πιστέψει και να τους εμπιστευτεί κανείς; Τη στιγμή που τόσο εξόφθαλμα δείχνουν τέτοια έλλειψη σεβασμού απέναντι στους πολίτες;
Συνεχίζω να κατηφορίζω τη Χαριλάου Τρικούπη, στρίβοντας με κατεύθυνση προς την Τζαβέλλα. Τα βήματά μου με φέρνουν στο σημείο της δολοφονίας του 15χρονου Αλέξη τον περασμένο Δεκέμβριο. Άλλο γυφταριό εκεί (καθόλου δε μ’ αρέσει αυτή η λέξη, αλλά δυστυχώς μόνον αυτή περιγράφει το θέαμα). Βρώμικοι τοίχοι, καλυμμένοι με κακόγουστες «πολιτικές» αφίσες. Πινακίδες σήμανσης οδών με το όνομα του παιδιού στις γωνίες των τοίχων, σε σημείο υπερβολής, μαζί με κάθε είδους συνθήματα όχι μόνο εκεί αλλά και στα γύρω καφέ. Μια εικόνα κι εδώ βρωμιάς, που σε κάνει να ψάχνεις από που να φύγεις, πώς να απομακρυνθείς. Σκέφτομαι ότι αν βρισκόμασταν σε μια πιο πολιτισμένη χώρα με κατοίκους που σέβονταν όχι μόνο τους άλλους αλλά κυρίως τον εαυτό τους, οι συνομήλικοι του Αλέξη, οι όποιοι ομοϊδεάτες του, θα είχαν φροντίσει να ομορφύνουν το χώρο, να τον μετατρέψουν σε ένα στέκι για νέους καθαρίζοντας τους βρώμικους τοίχους, φυτεύοντας κανένα δεντράκι, δίνοντας άλλη όψη στο μέρος αυτό. Έτσι νομίζω θα τον τιμούσαν, όπως αξίζει σε κάθε νέο παιδί που φεύγει από κοντά μας τόσο άδικα. Και όχι βρωμίζοντας περαιτέρω με αφίσες και συνθήματα, ασχημαίνοντας ακόμη περισσότερο την άσχημη αυτή γωνιά.
Οι εικόνες αυτές, σε Χαριλάου Τρικούπη και Τζαβέλλα, με πείθουν ότι τόσο τα μεγάλα πολιτικά μας κόμματα όσο και οι αμφισβητίες τους, οι πολέμιοι του κατεστημένου πολιτικού μας συστήματος, χαρακτηρίζονται από την ίδια κακομοιριά. Εκφράζονται πολιτικά με τα ίδια άνευρα μέσα. Πάσχουν από τις ίδιες αγκυλώσεις. Συνθήματα εκτοξεύουν οι εκπρόσωποι των μεγάλων κομμάτων από τηλεπαράθυρα, με συνθήματα ρυπαίνουν οι νεαροί «ιδεολόγοι» τους τοίχους των κτιρίων στην Τζαβέλλα. Δυστυχώς.
Συνεχίζω να κατηφορίζω τη Χαριλάου Τρικούπη, στρίβοντας με κατεύθυνση προς την Τζαβέλλα. Τα βήματά μου με φέρνουν στο σημείο της δολοφονίας του 15χρονου Αλέξη τον περασμένο Δεκέμβριο. Άλλο γυφταριό εκεί (καθόλου δε μ’ αρέσει αυτή η λέξη, αλλά δυστυχώς μόνον αυτή περιγράφει το θέαμα). Βρώμικοι τοίχοι, καλυμμένοι με κακόγουστες «πολιτικές» αφίσες. Πινακίδες σήμανσης οδών με το όνομα του παιδιού στις γωνίες των τοίχων, σε σημείο υπερβολής, μαζί με κάθε είδους συνθήματα όχι μόνο εκεί αλλά και στα γύρω καφέ. Μια εικόνα κι εδώ βρωμιάς, που σε κάνει να ψάχνεις από που να φύγεις, πώς να απομακρυνθείς. Σκέφτομαι ότι αν βρισκόμασταν σε μια πιο πολιτισμένη χώρα με κατοίκους που σέβονταν όχι μόνο τους άλλους αλλά κυρίως τον εαυτό τους, οι συνομήλικοι του Αλέξη, οι όποιοι ομοϊδεάτες του, θα είχαν φροντίσει να ομορφύνουν το χώρο, να τον μετατρέψουν σε ένα στέκι για νέους καθαρίζοντας τους βρώμικους τοίχους, φυτεύοντας κανένα δεντράκι, δίνοντας άλλη όψη στο μέρος αυτό. Έτσι νομίζω θα τον τιμούσαν, όπως αξίζει σε κάθε νέο παιδί που φεύγει από κοντά μας τόσο άδικα. Και όχι βρωμίζοντας περαιτέρω με αφίσες και συνθήματα, ασχημαίνοντας ακόμη περισσότερο την άσχημη αυτή γωνιά.
Οι εικόνες αυτές, σε Χαριλάου Τρικούπη και Τζαβέλλα, με πείθουν ότι τόσο τα μεγάλα πολιτικά μας κόμματα όσο και οι αμφισβητίες τους, οι πολέμιοι του κατεστημένου πολιτικού μας συστήματος, χαρακτηρίζονται από την ίδια κακομοιριά. Εκφράζονται πολιτικά με τα ίδια άνευρα μέσα. Πάσχουν από τις ίδιες αγκυλώσεις. Συνθήματα εκτοξεύουν οι εκπρόσωποι των μεγάλων κομμάτων από τηλεπαράθυρα, με συνθήματα ρυπαίνουν οι νεαροί «ιδεολόγοι» τους τοίχους των κτιρίων στην Τζαβέλλα. Δυστυχώς.
21 Μαρ 2009
Εγνατία Οδός: οδηγός επιβίωσης
Εγνατία Οδός: ένα μεγάλο έργο με μεγάλες ατέλειες. Ατέλειες όπως η κραυγαλέα έλλειψη σταθμών ανάπαυσης, πρατηρίων βενζίνης και χώρων στάθμευσης κατά μήκος της, που έχω πολλάκις διαπιστώσει ιδίοις όμμασι. Aν μπείτε στην Εγνατία Οδό χωρίς να έχετε προηγουμένως φροντίσει να πάτε στην τουαλέτα ή με το ρεζερβουάρ μισογεμάτο, την πατήσατε. Θα αναγκαστείτε να βγείτε σε κάποια από τις εξόδους είτε για να… ανταποκριθείτε στο κάλεσμα της φύσης, είτε για ανεφοδιασμό.
Πέραν αυτού, αργεί χαρακτηριστικά η ολοκλήρωση των τελευταίων 50 χιλιομέτρων, στην Ήπειρο και στη Δυτική Μακεδονία, παρά τις δηλώσεις του κυρίου Σουφλιά τον περασμένο Γενάρη ότι: αν βοηθήσει λίγο κι ο καιρός μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου παραδίδουμε και τα τελευταία 50 χλμ. δρόμου, με τα οποία ολοκληρώνεται ο κύριος άξονας της Εγνατίας. Ολοκληρώνεται από την Ηγουμενίτσα ως τους Κήπους του Έβρου. Οι δηλώσεις αυτές είχαν γίνει Τρίτη και 13. Όπως αντιλαμβάνεστε, έπεσε να μιλήσει τέτοια μέρα ο υπουργός, ο καιρός επιπλέον δε βοήθησε – σιγά μη βοηθούσε – και βρισκόμαστε τέλη Μαρτίου στην ίδια κατάσταση με εκείνη την γρουσούζικη Τρίτη. Α να χαθεί ο παλιόκαιρος. Σα δε ντρέπεται κι εκείνη η παλιομέρα, η γρουσούζα. Ευελπιστώ ότι όταν με το πέρασμα των μηνών ξεπεραστεί η γρουσουζιά, φτιάξει σιγά-σιγά κι ο καιρός – κατά το καλοκαίρι δηλαδή –, θα μπουν στην τελική ευθεία τα έργα. Και από Σεπτέμβριο, υπερήφανος ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ θα μπορέσει να κηρύξει την ολοκλήρωση της Εγνατίας Οδού. Θα πρότεινα μάλιστα, όταν με το καλό ολοκληρωθεί το μεγάλο αυτό έργο, ο κύριος υπουργός να γίνει ο πρώτος που θα ταξιδέψει στην ολοκληρωμένη Εγνατία Οδό από τους Κήπους μέχρι την Ηγουμενίτσα ή ανάποδα. Θα απολαύσει νομίζω το ταξίδι, αρκεί να έχει εφοδιαστεί με μπόλικη ξηρά τροφή, καφέ και νερό, πάνες-βρακάκια για προστασία από την ακράτεια και αρκετά μπιτόνια με βενζίνη στο πορτ μπαγκάζ. Γιατί όπως είπα και στην αρχή η Εγνατία Οδός δεν διαθέτει πάρκινγκ, ούτε σταθμούς ανεφοδιασμού ή ανάπαυσης. Αλλά ας μην είμαστε και πλεονέκτες. Έχουμε έναν γρήγορο δρόμο, τι πειράζει αν ύστερα από κάποιες ώρες μείνουμε σ’ αυτόν κατουρημένοι, νηστικοί και χωρίς βενζίνη;
16 Μαρ 2009
Το γιγαντωμένο κέντρο
Πριν λίγο καιρό ιδρύθηκε ένα νέο κόμμα, οι Δημοκρατικοί, που αυτοτοποθετούνται στο «ριζοσπαστικό κέντρο». Αύριο ιδρύεται ένα άλλο νέο κόμμα, η Δράση, που αυτοτοποθετείται κι αυτό στo «μεσαίο χώρο», στο κέντρο. Φαίνεται ότι αυτό το κέντρο, που κάποτε αντιπροσώπευε το μέσο ανάμεσα στα δυο πολιτικά άκρα, της Αριστεράς και της Δεξιάς, έχει γίνει πολύ δημοφιλές τελευταίως. Όλοι στριμώχνονται να το διεκδικήσουν ως οικείο πολιτικό τους χώρο. Τα δυο μεγάλα κόμματα, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, παλεύουν κι αυτά για μια θέση στον ήλιο. Κάνουν τα πάντα για να διεκδικήσουν όσο περισσότερους μπορούν από τους ψηφοφόρους του κέντρου, δεν κουράζονται να δηλώνουν ότι κινούνται κεντροαριστερά και κεντροδεξιά, αντίστοιχα. Με την έμφαση, πάντα, στο πρώτο συνθετικό: στο κέντρο.
Μετά τον αργό και βασανιστικό θάνατο των ιδεολογιών που εδώ και αρκετές δεκαετίες διέγνωσε ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Daniel Bell, το κέντρο απλώνεται σαν μια άμορφη μάζα που καταλαμβάνει, καταπίνει στο πέρασμά της κάθε απομεινάρι ιδεολογίας. Tι συνέβη στις δυο κυρίαρχες ιδεολογίες του περασμένου αιώνα; Η μια, η σοσιαλιστική, έχει ακριβώς είκοσι χρόνια που κατέρρευσε, ακολουθώντας τα τούβλα του Τείχους του Βερολίνου στην κατρακύλα τους. Η άλλη, η νεοφιλελεύθερη, καταρρέει αυτόν τον καιρό, ήσυχα-ήσυχα, χωρίς πάταγο, με μερικές μόνο, σποραδικές αυτοκτονίες μεγιστάνων. Όχι ότι δεν υπάρχουν και σήμερα άνθρωποι που θα μπορούσαν να περιγραφούν ως «δεξιοί» ή «αριστεροί». Υπάρχουν. Απλώς δεν υπάρχουν πια οι ιδεολογίες τους. Μοιάζουν, οι άνθρωποι αυτοί, με κάποιους που αγόρασαν ένα αυτοκίνητο που κάποτε τους άρεσε, το είχαν ερωτευτεί, το γυάλιζαν κάθε μέρα. Αλλά πλέον πάλιωσε, το μοντέλο ξεπεράστηκε. Κι αυτοί έμειναν με το σαράβαλο, χωρίς να μπορούν πια να το πάνε για σέρβις ή να βρουν ανταλλακτικά. Σπεύδουν έτσι με τη σειρά τους να δηλώσουν κεντρώοι, να στριμωχτούν μαζί με όλο τον υπόλοιπο κοσμάκη, μαζί με παλιά και νέα πολιτικά κόμματα, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, Δημοκρατικούς και Δράση, στο κέντρο, που όλους φαίνεται να τους χωρά. Θα πρότεινα να πούμε όλοι μαζί αύριο και επισήμως το «καλωσήρθατε» στο νέο κόμμα, στη Δράση. Να τους καλωσορίσουμε στο συνωστισμένο κέντρο. Σ’ αυτό το καθαρτήριο, σ’ αυτό το πλυντήριο, στο οποίο μπαίνεις μπλε, κόκκινος, πράσινος και βγαίνεις κάτασπρος σαν το χιόνι. Κεντρώος.
Μετά τον αργό και βασανιστικό θάνατο των ιδεολογιών που εδώ και αρκετές δεκαετίες διέγνωσε ο Αμερικανός κοινωνιολόγος Daniel Bell, το κέντρο απλώνεται σαν μια άμορφη μάζα που καταλαμβάνει, καταπίνει στο πέρασμά της κάθε απομεινάρι ιδεολογίας. Tι συνέβη στις δυο κυρίαρχες ιδεολογίες του περασμένου αιώνα; Η μια, η σοσιαλιστική, έχει ακριβώς είκοσι χρόνια που κατέρρευσε, ακολουθώντας τα τούβλα του Τείχους του Βερολίνου στην κατρακύλα τους. Η άλλη, η νεοφιλελεύθερη, καταρρέει αυτόν τον καιρό, ήσυχα-ήσυχα, χωρίς πάταγο, με μερικές μόνο, σποραδικές αυτοκτονίες μεγιστάνων. Όχι ότι δεν υπάρχουν και σήμερα άνθρωποι που θα μπορούσαν να περιγραφούν ως «δεξιοί» ή «αριστεροί». Υπάρχουν. Απλώς δεν υπάρχουν πια οι ιδεολογίες τους. Μοιάζουν, οι άνθρωποι αυτοί, με κάποιους που αγόρασαν ένα αυτοκίνητο που κάποτε τους άρεσε, το είχαν ερωτευτεί, το γυάλιζαν κάθε μέρα. Αλλά πλέον πάλιωσε, το μοντέλο ξεπεράστηκε. Κι αυτοί έμειναν με το σαράβαλο, χωρίς να μπορούν πια να το πάνε για σέρβις ή να βρουν ανταλλακτικά. Σπεύδουν έτσι με τη σειρά τους να δηλώσουν κεντρώοι, να στριμωχτούν μαζί με όλο τον υπόλοιπο κοσμάκη, μαζί με παλιά και νέα πολιτικά κόμματα, ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, Δημοκρατικούς και Δράση, στο κέντρο, που όλους φαίνεται να τους χωρά. Θα πρότεινα να πούμε όλοι μαζί αύριο και επισήμως το «καλωσήρθατε» στο νέο κόμμα, στη Δράση. Να τους καλωσορίσουμε στο συνωστισμένο κέντρο. Σ’ αυτό το καθαρτήριο, σ’ αυτό το πλυντήριο, στο οποίο μπαίνεις μπλε, κόκκινος, πράσινος και βγαίνεις κάτασπρος σαν το χιόνι. Κεντρώος.
15 Μαρ 2009
Η κατηφόρα της Θεσσαλονίκης συνεχίζεται
Κάθε φορά που βρίσκομαι στη Θεσσαλονίκη, όπως το σαββατοκύριακο που σήμερα τελειώνει, βλέπω μια πόλη που έχει πάρει για τα καλά τον κατήφορο. Από πολλές απόψεις. Οδηγώντας χθες, σαββατόβραδο, στην Τσιμισκή, τον κεντρικότερο δρόμο της συμπρωτεύουσας, έβλεπα δεξιά και αριστερά παρκαρισμένα κανονικότατα επάνω στο δρόμο δεκάδες αυτοκίνητα, που μείωναν τις αρχικά τρεις με τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας σε δυο με τρεις, δημιουργώντας μποτιλιάρισμα. Είδα δηλαδή μια εικόνα εγκατάλειψης, ατιμωρησίας, πλήρους ασυδοσίας, έναν δρόμο αφημένο στην τύχη του. Και ας μη μιλήσω για την ποιότητα συνολικά των δρόμων του κέντρου, που εδώ και χρόνια μοιάζουν διαρκώς περισσότερο βομβαρδισμένοι: σε όλους τους μεγάλους αλλά και μικρότερους δρόμους του κέντρου της Θεσσαλονίκης πολύ δύσκολα θα αποφύγει κανείς εξογκώματα, λακκούβες, κάθε λογής ανωμαλίες. Και ο υπεύθυνος; Ένας άνθρωπος που απολαμβάνει την ΤΡΙΤΗ (!!!) κατά σειρά τετραετία του στον δημαρχιακό θώκο, γεγονός που από μόνο του σε κάνει να αρχίζεις να απορείς για τους σημερινούς Θεσσαλονικείς. Πρόσφατα ολοκληρώθηκε και η κατασκευή του νέου παλατιού του, ενός τσιμεντουργήματος χωρίς καμία αισθητική ή αρχιτεκτονική άποψη που, στημένο δίπλα στο ωραιότατο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, ένα κτίριο-κόσμημα για την πόλη, χαλάει όλο εκείνο το κομμάτι της πόλης στο οποίο κατασκευάστηκε – σε χρόνο ρεκόρ, βεβαίως, αφού πρόκειται να στεγάσει τον μεγαλειότατο – με τον τεράστιο, άχαρο όγκο του.
Κυριακή πρωί, βόλτα στην παραλία και στο Λευκό Πύργο, του οποίου ο περιβάλλοντας χώρος για αρκετά μεγάλο διάστημα βρισκόταν υπό ανάπλαση. Σήμερα έχει πλέον ολοκληρωθεί η ανάπλαση, που θα μπορούσαμε να την πούμε και τσιμεντοποίηση: ο Λευκός Πύργος βρέθηκε με λιγότερο πράσινο απ’ ό, τι πριν και περιστοιχισμένος από διάφορες περίεργες, αταίριαστες κατασκευές. Επιπλέον, απ’ ό, τι ακούω, ο κύριος υπεύθυνος για όλα αυτά και πολλά ακόμη που δε χωράνε σ’ ένα ποστ βαδίζει προς την τέταρτη τετραετία του. Ενδέχεται, μάλιστα, να υπάρξει σύγκρουση με τον άλλο γνωστό σας εκλεγμένο άρχοντα της πόλης ή μάλλον του Νομού, που ίσως λιγουρεύτηκε το «Καλλιμάρμαρο» – έτσι ονόμασε σεμνά και ταπεινά το νέο, τσιμεντένιο παλάτι του ο νυν δήμαρχος – και σκέφτεται να αλλάξει θώκο, βάζοντας υποψηφιότητα στις δημοτικές εκλογές του 2010 για το αξίωμα του δημάρχου. Αντιλαμβάνεστε, βεβαίως, ότι αν επαληθευτούν αυτές οι φήμες οι Θεσσαλονικείς θα έχουν να διαλέξουν μεταξύ του ενός και του άλλου... τους οποίους απορώ με ποια κριτήρια επέλεξαν και ψηφίζουν τόσα χρόνια. Ειλικρινά.
14 Μαρ 2009
Ακαμψία ένθεν κακείθεν
Με αφορμή ένα σχόλιο συμβασιούχου του ΥΠΠΟ στο ποστ για το κλείσιμο της Ακρόπολης, σκέφτηκα κάποια πράγματα. Σκέφτηκα ότι όσον αφορά στην απασχόληση, την εργασία, τη δημιουργικότητα στη ζωή μας σε τελική ανάλυση, η Ελλάδα πάσχει. Και πάσχει από μια ακαμψία, ένθεν κακείθεν. Από τη μια πλευρά, υπάρχει το αγεφύρωτο σήμερα χάσμα μεταξύ τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, συνεπεία της παντελούς έλλειψης σχεδιασμού και βεβαίως πολιτικής βούλησης για τη μεταξύ τους σύνδεση, από πλευράς Πολιτείας. Τα πανεπιστήμιά μας βγάζουν κάθε χρόνο στρατιές πτυχιούχων που το κράτος δεν έχει προβλέψει την απορρόφησή τους από τον εργασιακό ιστό. Δημιουργούνται έτσι γενιές των 700 ευρώ, άλλοι φεύγουν για το εξωτερικό αναζητώντας μια καλύτερη τύχη, άλλοι ζουν μέσω του γονικού επιδόματος μέχρι μια απαράδεκτα μεγάλη ηλικία. Από την άλλη πλευρά, απουσιάζει παντελώς από την Ελλάδα η κουλτούρα της δια βίου εκπαίδευσης. Στη χώρα μας κυριαρχεί η πεποίθηση 'αυτό σπούδασα αυτό θα κάνω στην υπόλοιπη ζωή μου'. Δεν υπάρχει δηλαδή καμία ευελιξία στους ίδιους τους πολίτες-πτυχιούχους, που βιάζονται να κατηγορήσουν για όλα τα εργασιακά δεινά τους το κακό κράτος και να στραφούν με την πρώτη δυσκολία που θα αντιμετωπίσουν εναντίον του – και εναντίον όλων των υπόλοιπων πολιτών αλλά και άσχετων τουριστών, όπως με το κλείσιμο εν προκειμένω της Ακρόπολης. Χωρίς να τους περνάει από το μυαλό, αν δεν τους 'βγει' η πρώτη τους επιλογή σπουδών, να στραφούν κάπου αλλού, σε άλλου είδους σπουδές. Χωρίς επίσης να σκέφτονται δημιουργικά, να δοκιμάζουν να στραφούν προς καινούργια επαγγέλματα ή να ανοίξουν με πρωτοβουλία τους ένα νέο πεδίο απασχόλησης σε έναν ήδη υπάρχοντα ή εν τη γενέσει του επαγγελματικό χώρο. Χωρίς να φιλοδοξούν να ετεροαπασχοληθούν δημιουργικά. Χωρίς να δοκιμάζουν να αποκτήσουν καινούργιες δεξιότητες που θα τους χαρίσουν άλλες δυνατότητες απασχόλησης. Περιμένοντας – παρότι σπούδασαν κάτι που λόγω της δεδομένης αποσύνδεσης της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από την αγορά εργασίας έχει ελάχιστη απορροφητικότητα εργασιακά – να διοριστούν στον μοναδικό δημόσιο φορέα που μπορεί να τους απορροφήσει και να περάσουν εκεί την υπόλοιπη ζωή τους.
Εν ολίγοις έχουν γίνει νομίζω και εξακολουθούν να γίνονται μεγάλα λάθη τακτικής, λάθη στον τρόπο σκέψης, τόσο από πλευράς κράτους αλλά και των ίδιων των πτυχιούχων-πολιτών, τα οποία μας έχουν οδηγήσει στα σημερινά αδιέξοδα, με χιλιάδες άνεργους αλλά και δίχως ευρηματικότητα, φαντασία και στρατηγική πτυχιούχους, που υποφέρουν λόγω έλλειψης στρατηγικού σχεδιασμού από ένα εξίσου άκαμπτο και ελλειμματικό κράτος.
13 Μαρ 2009
Από την Αμαλία Γκινάκη στην Αθανασία Γκίνη
Μια νεαρή γυναίκα, η Αθανασία Γκίνη, έχασε χθες τη ζωή της κατά τη διάρκεια ληστείας σε κατάστημα, επειδή αστυνομικός εκτός υπηρεσίας είχε την έμπνευση να εμπλακεί σε ανταλλαγή πυροβολισμών με τους ληστές ΕΝΤΟΣ του καταστήματος, την ώρα της ληστείας. Σύμφωνα με το σημερινό ρεπορτάζ των Νέων, αστυνομικοί παραδέχονται πως ο συνάδελφός τους λειτούργησε σπασμωδικά και έβαλε σε κίνδυνο τη ζωή αθώων πολιτών. «Η αστυνομική πρακτική λέει πως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει ο αστυνομικός να βάζει σε κίνδυνο τη ζωή πολιτών. Πρωτίστως οφείλει να διασφαλίζει τη σωματική τους ακεραιότητα», είπαν. Όπως υποστηρίζουν, ο αστυνομικός θα έπρεπε να ενεργήσει με τον τρόπο που το έκανε έξω από το κατάστημα και σε περιοχή όπου δεν θα κινδύνευαν ζωές από τη χρήση των όπλων. «Δυστυχώς ρίσκαρε με τη ζωή πολιτών αν και η πρόθεσή του ήταν διαφορετική». Έτσι ακριβώς - ή περίπου έτσι - ρίσκαρε, σύσσωμη η ηγεσία της ΕΛ.ΑΣ, με τη ζωή της Αμαλίας Γκινάκη πριν μερικά χρόνια, σε μια ιστορία που θα θυμάστε όλοι. Πιστεύοντας ότι ο Ρουμάνος κακοποιός που την κρατούσε όμηρο με απειλή χειροβομβίδας μπλόφαρε και ότι η χειροβομβίδα ήταν ψεύτικη, έκαναν τη θριαμβευτική τους έφοδο, με αποτέλεσμα των θανάσιμο τραυματισμό της άτυχης γυναίκας από τη χειροβομβίδα, που αποδείχτηκε πραγματική. Δεν εξομοιώνω ασφαλώς τα δυο συμβάντα. Απλώς, εκ πρώτης όψεως, βλέπουμε ότι και στα δυο, τόσο διαφορετικά κατά τα άλλα μεταξύ τους, η ελληνική αστυνομία δια των οργάνων της λειτούργησε εν θερμώ. Έδρασε δηλαδή δίχως πρότερο σχεδιασμό, χωρίς ήρεμη, ψύχραιμη, οργανωμένη σκέψη. Με τραγική συνέπεια ΚΑΙ στις δυο περιπτώσεις τον θάνατο ενός πολίτη, που ατύχησε να βρίσκεται στον τόπο μιας εγκληματικής ενέργειας η οποία δυστυχώς συνδυάστηκε με βεβιασμένους αστυνομικούς χειρισμούς. Ας γίνει αυτό το τελευταίο τέτοιο συμβάν, για το καλό όλων μας. Και ας πάρει επιτέλους το μήνυμα η ΕΛ.ΑΣ, ότι οι Έλληνες πολίτες δεν είμαστε αναλώσιμοι, δεν αποτελούμε πρόβατα επί σφαγή στο βωμό του καθήκοντος του κάθε αστυνομικού.
11 Μαρ 2009
Taxi stories
Τελευταία χρησιμοποιώ αρκετά συχνά ταξί. Έφτασα λοιπόν να κατατάξω τους οδηγούς ταξί σε τύπους, ανάλογα με κάποια χαρακτηριστικά τους που άλλοτε ενοχλούν κι άλλοτε πάλι εντυπωσιάζουν. Έχουμε και λέμε:
1. Ο μπάρμπας. Πρόκειται γι’ αυτόν που αν καταφέρω και αντιληφθώ την αξύριστη μουτσούνα του πίσω από το παρμπρίζ του ταξί του, πλέον δε θα μπω. Πρόκειται για άνθρωπο που για ανεξιχνίαστους και εντελώς δικούς της λόγους η ζωή τον έχει φτύσει κατάμουτρα και αυτός της επιστρέφει και με το παραπάνω το φτύσιμο, στο πρόσωπο κάθε επιβάτη που θα έχει την ατυχία να μπει στο ταξί του. Θα καπνίζει φυσώντας τον καπνό μέσα στο ταξί, θα σταματάει όπου και όπως λάχει για να πάρει δεύτερο ή και τρίτο επιβάτη χωρίς να ρωτήσει τον πρώτο. Θα βλαστημάει με την παραμικρή αφορμή, με αγαπημένα θύματα γυναίκες οδηγούς, απρόσεχτους πεζούς και γενικά όποιον του στραβοκαθίσει. Τύπος χαρακτηριστικά ευερέθιστος, με την παραμικρή υπόνοια ανεξάρτητης σκέψης ή πρωτοβουλίας εκ μέρους του επιβάτη στραβώνει και το δείχνει, κάνοντας ό, τι μπορεί για να δείξει στον επιβάτη-αντάρτη ότι τον έχει γραμμένο εκεί που δεν πιάνει μελάνι.
2. Ο νέος και ωραίος. Πρόκειται θα έλεγα για το ακριβώς αντίθετο του προηγούμενου. Μια χαρά παλικάρι, με πεντακάθαρο το ταξί του, ευγενέστατος και επαγγελματίας. Σε κάνει να αναρωτιέσαι ποια ατυχία τον έριξε σ’ αυτή την όσο να 'ναι δύσκολη δουλειά. Αφήνει τις καλύτερες εντυπώσεις, σε κάνει βγαίνοντας από το ταξί σχεδόν να στεναχωριέσαι, ιδίως αν αναλογιστείς τον επόμενο μπάρμπα που μπορεί να σε περιμένει.
3. Ο θεούσος. Ναι, υπάρχει κι αυτός. Με το ραδιόφωνο συντονισμένο σε κάποιον εκκλησιαστικό σταθμό, ακούγοντας γαλήνιες, αλλόκοσμες μουσικές ή συζητήσεις και κηρύγματα ιερωμένων, σταυροκοπιέται αδιάκοπα, καθότι η Αθήνα μας και κάθε ελληνική πόλη διαθέτουν, ως γνωστόν, ουκ ολίγες εκκλησίες. Κατά τα άλλα, από αδιάφορος έως συμπαθής στη συμπεριφορά του. Ηρεμότατος και ισορροπημένος σε ανησυχητικό – για σένα, που αρχίζεις να αναρωτιέσαι τι δεν πάει καλά με την αφεντιά σου – βαθμό, μπορεί με την ηρεμία και την γαλήνια αύρα του να σε κάνει να βγεις κι εσύ από το ταξί του λίγο θεούσος, ιδίως μετά από μεγάλη διαδρομή. (Όταν λέω λίγο εννοώ ότι μετά από ένα-δυο λεπτά περνάει η επήρειά του και επανέρχεσαι. Ευτυχώς.)
4. Ο ληστής (γιατί περί ληστείας πρόκειται) του σταθμού. Έχουμε εδώ όλους αυτούς τους ελεεινούς και τρισάθλιους τύπους που σε περιμένουν, μόλις κατέβεις αποκαμωμένος από το τρένο, στο Σταθμό Λαρίσης ή Θεσσαλονίκης για να σε αποτελειώσουν. Μπροστά τους, ο προαναφερθείς μπάρμπας φαίνεται πρόσκοπος. Αφού μπεις στο ταξί φωνάζουν τον προορισμό σου στους άλλους ταλαίπωρους που περιμένουν στην πιάτσα μπας και τσιμπήσουν κι άλλα θύματα. Αν τους κάτσουν κι άλλοι, ίσως εσύ σταθείς τυχερός. Αν όχι… μάλλον την πάτησες. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής τον αισθάνεσαι να σε ψυχογραφεί, προσπαθώντας να καταλήξει αν και κατά πόσον – μάλλον μόνο κατά πόσον – τον παίρνει να σε κλέψει. Μακριά!
5. Ο ακράτητος. Πρόκειται για έναν οποιοδήποτε από τους προηγούμενους ή συνδυασμό τους που έχει μπαφιάσει ο άνθρωπος τόσες ώρες μόνος του στο ταξί και ψάχνει απεγνωσμένα κάποιον για ν’ ανοίξει το παραμικρό θέμα συζήτησης. Κι όταν λέμε το παραμικρό εννοούμε το παραμικρό. Από οτιδήποτε ακούσει στο ραδιόφωνο μέχρι μια λέξη που θα του πεις από την οποία θα πιαστεί για να σου ανοίξει μια ατελείωτη συζήτηση. Δικαιολογημένος ο άνθρωπος, αλλά κι ο έρμος ο επιβάτης στον προορισμό του θέλει να πάει, όχι να κουβεντιάσει για το που πάνε τα τέλη κυκλοφορίας που πληρώνουμε ή για το αν η οικονομική κρίση αποτελεί μια τεράστια συνωμοσία των «αφεντικών» που μας δουλεύουν ψιλό γαζί.
6. Ο κολλητός. Πάλι μπορεί να πρόκειται για οποιονδήποτε από τους προηγούμενους, με ιδιαίτερη συγγένεια με τον ακράτητο. Αν είσαι άντρας είσαι το παλικάρι του, αν γυναίκα η κοπελιά του. Σου μιλάει – σιγά μη δε σου μίλαγε – σα να σε ξέρει χρόνια, σα να έχετε λύσει όλα τα παγκόσμια αλλά και τα μεταξύ σας προβλήματα. Σε βαθμό που βγαίνοντας αρχίζεις και αναρωτιέσαι από που μπορεί να τον ήξερες.
7. Ο σπόρτσμαν. Τον καταλαβαίνεις από την πρώτη στιγμή που μπαίνεις στο ταξί και ακούς τον οποιοδήποτε σπορ fm στο ραδιόφωνο. Τα αυτιά σου κατακλύζονται από προγνωστικά, βαρύγδουπες αναλύσεις – στην αρχή μπορεί να νομίζεις ότι πρόκειται για πολιτική εκπομπή αλλά όχι, μόνο για μπάλα μιλάνε τόσο σοβαρά στο ραδιόφωνο – για το αν η Ίντερ είναι εύκολη ή δύσκολη ομάδα για Στοίχημα. Αν μάλιστα ο πρωταγωνιστής μας διαθέτει και σούπερ ουάου μεγαφωνική εγκατάσταση στα πίσω καθίσματα, νιώθεις ένα με την παρέα, αρχίζεις και προβληματίζεσαι για το πώς και γιατί αυτή η ρημάδα η Ίντερ μας δυσκολεύει τόσο στις προβλέψεις.
Βρείτε τη διαφορά
10 Μαρ 2009
Do it like Nomarchis
Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες φήμες και αναξιόπιστες πηγές ο Ομπάμα έχει εξελιχθεί σε φανατικό θαυμαστή του γνωστού σε όλους σας Νομάρχη με το επικοινωνιακό χάρισμα, τον οποίο πασχίζει να μιμηθεί. Όπως αναφέρει σημερινό δημοσίευμα της Καθημερινής, μετά το μπάσκετ, τη γυμναστική, τη βιβλιοφαγία και το Διαδίκτυο, ο Μπαράκ Ομπάμα αποκάλυψε στο ευρύ κοινό άλλες δυο κλίσεις: το τραγούδι και την υποκριτική. Στη φωτογραφία, τον βλέπουμε να τραγουδά το «χρόνια πολλά» στο πάρτι γενεθλίων προς τιμήν του άρρωστου 77χρονου γερουσιαστή Έντουαρντ Κένεντι. Δεν ξέρω αν θα δούμε τον Ομπάμα ντυμένο και Ζορό, πάντως σκέφτομαι ότι ίσως τελικά δεν αντιγράφει αυτός τον Νομάρχη σόουμαν αλλά, αντιθέτως, ο χαρισματικός μας Νομάρχης μιμείται τον Ομπάμα και εν γένει τους πρώτους διδάξαντες σ' αυτά Αμερικανούς όταν τραγουδάει, μεταμφιέζεται, συμμετέχει σε τηλεπαιχνίδια και happenings, κατεβαίνει από ελικόπτερα ως Αϊ-Βασίλης. Ακολουθεί δηλαδή καθαρά αμερικανικούς τρόπους επικοινωνίας με τους πολίτες: επικοινωνίας διανθισμένης με ολίγη από showbiz, θέαμα, τραγούδι, χορό, μασκάρεμα. Και με αυτές τις… αμερικανιές καταφέρνει να βρίσκεται μονίμως στην επικαιρότητα, να επανεκλέγεται πανηγυρικά στον νομαρχιακό θώκο, να μιλάνε όλοι γι’ αυτόν, φίλοι κι οχτροί, εφαρμόζοντας με τεράστια επιτυχία την αμερικανική συνταγή ότι αν θέλεις να μιλήσεις στους ψηφοφόρους και να τους γίνεις αρεστός, γίνε σαν αυτούς, κάνε ό, τι κάνουν κι αυτοί. Κι αν αυτό δεν αρκεί, δώσε τους θέαμα, που πάντα αγαπάνε. Βεβαίως, στην ορίτζιναλ εκδοχή του το μοντέλο αυτό επικοινωνίας συνδυάζεται με έργα και δράσεις εκ μέρους των πολιτικών, που υποστηρίζουν και δικαιολογούν το σόου. Ενώ στην περίπτωση του δικού μας σόουμαν φοβάμαι ότι έχουμε μόνο το σόου, άνευ της πολιτικής του γέμισης.
9 Μαρ 2009
To φιλί της ζωής
Μάλιστα, το φιλί της ζωής έδωσαν σε παράσταση συμπαραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ΕΛΣ) και της Όπερας της Νίκαιας, που ανεβαίνει αυτόν τον καιρό στην ΕΛΣ, μουσικοί της ορχήστρας της παράστασης και θεατές. Μιλάμε για μια παράσταση - στιγμιότυπο βλέπετε στη φωτογραφία - που πιθανότατα θα περνούσε κι αυτή απαρατήρητη, όπως τόσες και τόσες άλλες, μια και στην Ελλάδα δε φημιζόμαστε ως λάτρεις του λυρικού θεάτρου και της όπερας - και γενικά οποιουδήποτε θεάματος δεν περιλαμβάνει γαρύφαλλα στο πρόγραμμα. Διαμαρτυρόμενοι για ένα φιλί μεταξύ δυο ανδρών κατά τη διάρκεια της παράστασης, εγγράφως οι μουσικοί και δια βοής οι θεατές, έστρεψαν όλα τα βλέμματα επάνω της. Και πέτυχαν, διαμαρτυρόμενοι - άραγε γιατί θίχτηκαν τόσο από ένα φιλί μεταξύ ανδρών; Εδώ χωράνε πολλές ερμηνείες -, το ακριβώς αντίθετο από αυτό που υποθέτω επεδίωκαν. Όχι μόνο δεν βρήκαν συμπαραστάτες στο ευρύτερο φιλοθεάμoν κοινό, αλλά αντιθέτως, έκαναν γνωστή την... αμαρτωλή αυτή παράσταση ακόμη και σε ανθρώπους, όπως η αφεντιά μου, που υπό κανονικές συνθήκες θερμοκρασίας και πιέσεως δε θα 'χαν πάρει χαμπάρι. Και μου θύμισαν τους θιγμένους πιστούς, πριν είκοσι χρόνια, που κραδαίνοντας σταυρούς διαμαρτυρόμενοι έξω από τους κινηματογράφους προβολής του 'Τελευταίου Πειρασμού' αλά Σκορσέζε, κατάφερναν μέσα να γίνεται το αδιαχώρητο. Λανσάροντας έτσι ένα νέο είδος μάρκετινγκ κινηματογραφικών ταινιών και παραστάσεων, του οποίου εμπνευστής θα μπορούσε να 'ναι ο Ινσπέκτορ Κλουζώ αυτοπροσώπως και το οποίο φαίνονται να ακολουθούν οι σοκαρισμένοι από το ομοφυλοφιλικό φιλί μουσικοί της ορχήστρας και θεατές της ΕΛΣ: το on-the-spot demonstration marketing ή ελληνιστί, μάρκετινγκ δια της διαμαρτυρίας στον τόπο του 'εγκλήματος'. Και εις άλλα με υγεία παιδιά.
8 Μαρ 2009
Ο Χριστόδουλος δεν εκοιμήθη στο Facebook
Μέσα από σημερινό δημοσίευμα του Βήματος μαθαίνω πως το περίφημο Web 2.0, το grassroots internet που διαμορφώνεται στη φυσιογνωμία και τη λειτουργία του όχι από τις πολιτικές των εταιρειών αλλά από τις επιλογές των ίδιων του των χρηστών, μπορεί να φανεί χρήσιμο και ενδιαφέρον ακόμη και σ’ αυτούς που στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους πιθανότατα καταφέρονται εναντίον του διαδικτύου, των αμαρτωλών χρηστών του και των αντιχριστιανικών ιδεών και φυτιλιών που τους βάζει στα κεφάλια αυτός ο νέος διάολος. Τα social media, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα εργαλεία που παρέχει το νέο, κοινωνικοποιημένο και κοινωνικοποιητικό internet - ένα internet που όχι μόνο έχει κοινωνικοποιηθεί από τους χρήστες του αλλά βάζει και τους ίδιους να κοινωνικοποιηθούν, να δικτυωθούν, να συσπειρωθούν, να οργανωθούν, να διαπλακούν, να επικοινωνήσουν - αποδεικνύεται ότι διαθέτουν γερό στομάχι. Επαληθεύουν τη ρήση ότι ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει. Ακόμη και τους νεόκοπους οπαδούς, θαυμαστές, ακολούθους, πνευματικούς fans του μακαριστού Χριστόδουλου. Όπως διευκρινίζεται στο άρθρο, ο Χριστόδουλος, που ομολογουμένως έβλεπε... μπροστά, αμέσως μετά την εκλογή του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο δημιούργησε ιστοσελίδες της Εκκλησίας της Ελλάδος και της Αρχιεπισκοπής Αθηνών στο internet και προέτρεψε όλους τους ιεράρχες να ακολουθήσουν τις σύγχρονες μορφές επικοινωνίας.
Ήξερε δηλαδή πολύ καλά ο μακαριστός ότι αν η Εκκλησία Α.Ε. επρόκειτο να έχει οιαδήποτε φιλοδοξία και πιθανότητα όχι μόνο να επιβιώσει αλλά και να προκόψει επικοινωνιακά σε μια Ελλάδα που έμπαινε με τα τσαρούχια στην εποχή του διαδικτύου, όφειλε να μπει στο παιχνίδι των νέων μέσων, έπρεπε να χορέψει το χορό του διαδικτύου. Ιδίως αν ήθελε να προσελκύσει και νέους, ηλικιακά και από άποψης lifestyle, πιστούς. Τι κι αν αντιπροσώπευε ο ίδιος, ως ύπατος αξιωματούχος της, μια αναχρονιστική δύναμη, μια πολυεθνική εταιρεία απαντήσεων σε «δύσκολα» ερωτήματα που γνώρισε μεγάλες δόξες στο παρελθόν αλλά με φθίνοντα ποσοστά επιτυχίας και μειούμενη πειστικότητα στη σημερινή εποχή; Το μέσον υπήρχε, λεγόταν διαδίκτυο και ανήκε όπως και ανήκει σε όλους, ακόμη και στους πολέμιους της ακηδεμόνευτης σκέψης, ακόμη και στους υπέρμαχους δογμάτων, άφθαρτων αληθειών, ανεξίτηλων απαντήσεων. Σε πείσμα όσων θέλουν να βλέπουν το διαδίκτυο και ιδίως το Web 2.0 ως ένα αμιγώς πρωτοποριακό μέσο, ως μια δύναμη «προοδευτική» και ρηξικέλευθη, το νέο, κοινωνικοποιημένο διαδίκτυο, επιμένει να αποδεικνύει ότι δεν αποτελεί παρά φυσική προέκταση όσων συμβαίνουν εκεί έξω. Στα σπλάχνα του μεταφέρονται ατόφιες οι αγκυλώσεις, άθικτοι οι αναχρονισμοί της καθημερινότητάς μας. Αν λοιπόν αύριο-μεθαύριο το δούμε να πρωταγωνιστεί ως το πλέον αποτελεσματικό μέσο διάδοσης νέων δογμάτων και προκαταλήψεων, αν δούμε, όπως ήδη βλέπουμε, τον Χριστόδουλο να ξαναζωντανεύει στις σελίδες του, ας μην απορήσουμε. Το internet από μόνο του δεν αλλάζει μυαλά στους απανταχού στενόμυαλους και «κολλημένους». Ούτε αλλάζει με κάποιο μαγικό ραβδάκι νοοτροπίες.
Ήξερε δηλαδή πολύ καλά ο μακαριστός ότι αν η Εκκλησία Α.Ε. επρόκειτο να έχει οιαδήποτε φιλοδοξία και πιθανότητα όχι μόνο να επιβιώσει αλλά και να προκόψει επικοινωνιακά σε μια Ελλάδα που έμπαινε με τα τσαρούχια στην εποχή του διαδικτύου, όφειλε να μπει στο παιχνίδι των νέων μέσων, έπρεπε να χορέψει το χορό του διαδικτύου. Ιδίως αν ήθελε να προσελκύσει και νέους, ηλικιακά και από άποψης lifestyle, πιστούς. Τι κι αν αντιπροσώπευε ο ίδιος, ως ύπατος αξιωματούχος της, μια αναχρονιστική δύναμη, μια πολυεθνική εταιρεία απαντήσεων σε «δύσκολα» ερωτήματα που γνώρισε μεγάλες δόξες στο παρελθόν αλλά με φθίνοντα ποσοστά επιτυχίας και μειούμενη πειστικότητα στη σημερινή εποχή; Το μέσον υπήρχε, λεγόταν διαδίκτυο και ανήκε όπως και ανήκει σε όλους, ακόμη και στους πολέμιους της ακηδεμόνευτης σκέψης, ακόμη και στους υπέρμαχους δογμάτων, άφθαρτων αληθειών, ανεξίτηλων απαντήσεων. Σε πείσμα όσων θέλουν να βλέπουν το διαδίκτυο και ιδίως το Web 2.0 ως ένα αμιγώς πρωτοποριακό μέσο, ως μια δύναμη «προοδευτική» και ρηξικέλευθη, το νέο, κοινωνικοποιημένο διαδίκτυο, επιμένει να αποδεικνύει ότι δεν αποτελεί παρά φυσική προέκταση όσων συμβαίνουν εκεί έξω. Στα σπλάχνα του μεταφέρονται ατόφιες οι αγκυλώσεις, άθικτοι οι αναχρονισμοί της καθημερινότητάς μας. Αν λοιπόν αύριο-μεθαύριο το δούμε να πρωταγωνιστεί ως το πλέον αποτελεσματικό μέσο διάδοσης νέων δογμάτων και προκαταλήψεων, αν δούμε, όπως ήδη βλέπουμε, τον Χριστόδουλο να ξαναζωντανεύει στις σελίδες του, ας μην απορήσουμε. Το internet από μόνο του δεν αλλάζει μυαλά στους απανταχού στενόμυαλους και «κολλημένους». Ούτε αλλάζει με κάποιο μαγικό ραβδάκι νοοτροπίες.
7 Μαρ 2009
Ratatouille αλά ελληνικά
Πρόσφατα έμαθα, μέσα από μια ταινία κινουμένων σχεδίων, την ιστορία του συμπαθέστατου Ρεμύ. Πρόκειται για έναν ταλαντούχο μικρό σεφ με ένα μικρό… μειονέκτημα: παραείναι μικρός, για την ακρίβεια δεν είναι παρά ένας νεαρός αρουραίος. Ο νεαρός λοιπόν και ταλαντούχος σεφ Ρεμύ παρότι αρουραίος κατορθώνει, στη διάρκεια της ταινίας και μέσα από απίστευτες περιπέτειες, να ανελιχθεί από τους υπονόμους του Παρισιού στην κουζίνα του καλύτερου εστιατορίου του Παρισιού και να γίνει ο διασημότερος σεφ της Γαλλίας. Η ταινία (υπό τον τίτλο Ratatouille), μέσα από τις περιπέτειες του Ρεμύ, με την άρνησή του να ακολουθήσει το σόι των αρουραίων στους υπονόμους για την υπόλοιπη ζωή του, με την επιμονή του και την ακλόνητη, αταλάντευτη πεποίθησή του ότι αν και αρουραίος μπορεί κι αυτός να ονειρευτεί και να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα, περνά το μήνυμα ότι όλα μπορεί να τα καταφέρει κανείς, παρά τα τυχαία εμπόδια που μπορεί να έχουν βρεθεί στο δρόμο του, όπως μια ταπεινή καταγωγή. Αρκεί να πιστεύει στον εαυτό του, να ξέρει ποιος είναι και τι μπορεί να κάνει και κυρίως να κινείται με αξιοπρέπεια, εντιμότητα και ήθος.
Επειδή, όμως, όλα αυτά συνέβαιναν στη Γαλλία και στο Παρίσι – αρχίζει, όπως αντιλαμβάνεστε, η… απότομη προσγείωση, προσδεθείτε – κι εδώ που βρισκόμαστε είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε-γέλασε (μάλλον κλέψε-ξεγέλασε είναι), σας παρουσιάζω, στον αντίποδα του ταλαντούχου, έντιμου και καλόκαρδου Ρεμύ, το ποταπό ελληνικό του alter ego: Μαντάμ ε μεσιέ, υποδεχτείτε τον Ρεμούλ. Ο ήρωάς μας, ένας βδελυρός και παμπόνηρος Έλλην αρουραίος καταφέρνει, μέσα από λαδώματα, ρεμούλες, μαμουνιές και μπαγαποντιές να ανελιχθεί από τους αθηναϊκούς υπονόμους στα μεγάλα σαλόνια της πολιτικής και επιχειρηματικής ελίτ και να αναδειχθεί, παρότι ξεκίνησε από τα βρομόνερα των αποχετεύσεων, σε σημαίνουσα προσωπικότητα, με επιρροή και διασυνδέσεις. Μια ωραία πρωία βλέπετε, ο Ρεμούλ συνειδητοποίησε ότι το γεγονός ότι του έλαχε να γεννηθεί αρουραίος δε θα 'πρεπε επ' ουδενί και στο παραμικρό να σταθεί εμπόδιο στην επαγγελματική του σταδιοδρομία και εξέλιξη. Είχε άλλωστε ακούσει ότι στην Ελλάδα ό, τι δηλώσεις είσαι, αρκεί να… φαίνεσαι ό, τι δήλωσες. Αποφάσισε λοιπόν να δηλώσει μεγάλος και τρανός, να εκμεταλλευτεί τα βρώμικα κόλπα που έμαθε και τον βοήθησαν να επιβιώνει στους υπονόμους και να εξελιχθεί σε μεγάλη προσωπικότητα, σε big player της ελληνικής πολιτικοεπιχειρηματικής showbiz. Πώς ακριβώς τα κατάφερε; Μα, όπως πάρα πολλοί άλλοι. Και με το επιπλέον αβαντάζ ότι οι άλλοι «παίκτες», αν και φιλοδοξούσαν να ελίσσονται ως αρουραίοι, δεν διέθεταν τις φυσικές ικανότητες ενός πραγματικού αρουραίου. Κι έτσι ο ήρωάς μας έπαιζε χωρίς αντίπαλο, ήταν ο κυρίαρχος του παιχνιδιού. Η συνέχεια επί της οθόνης, ή μάλλον επί των ζωών μας.
3 Μαρ 2009
Εσείς τι διαβάζετε στη Βουλή;
Όπως ξέρετε, ζούμε σε καθεστώς αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Τι σημαίνει αυτό; Ότι η δημοκρατία αυτή μας αντιπροσωπεύει; Μάλλον όχι. Σημαίνει, ότι λειτουργεί δι’ αντιπροσώπων, ότι επειδή είμαστε πολλοί νοματαίοι, αντί να μαζευόμαστε σε μια Εκκλησία του Δήμου ψηφίζουμε αντιπροσώπους. Αυτοί, σαφώς λιγότεροι – μόνο 300 – μαζεύονται σε ένα μεγάλο κτίριο που λέγεται κοινοβούλιο για να κάνουν αυτό ακριβώς που λέει το κτίριο: να συσκεφθούν, να βουλευτούν – όχι να βολευτούν, όπως υποψιάζομαι ότι μερικοί «βιαστήκατε» να σκεφτείτε –, να συνδιασκεφθούν για τα κοινά. Όμως, όπως εμείς οι κοινοί θνητοί βαριόμαστε του θανατά να πάμε να τους ψηφίσουμε όταν έρχονται οι εκλογές έτσι κι αυτοί, παρότι απολαμβάνουν πλήθος προνομίων ως εκλεγμένοι αντιπρόσωποί μας – με μέγιστο (και καλά!) προνόμιο την εκπροσώπησή μας –, βαριούνται να πάνε μέχρι το κοινοβούλιο και να κάνουν αυτό για το οποίο τους εκλέξαμε: να συμβουλευτούν για τα κοινά. Ακόμη κι αυτοί που από θεσμική υποχρέωση αναγκάζονται να πάνε, όπως ο κύριος Αλαβάνος που ηγείται της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, ομολογούν ανενδοίαστα και ανερυθρίαστα σε συνεντεύξεις τους ότι σκοτώνουν τον ατελείωτο χρόνο των κοινοβουλευτικών συνεδριάσεων διαβάζοντας. Όπως λέει κι ο ίδιος, «μας έχει δημιουργήσει μεγάλο πρόβλημα “Το Βήμα” με τις εκδόσεις του Σαίξπηρ. Μικρές, χωράνε στην τσέπη, διαβάζονται και μέσα σε συνεδρίαση της Βουλής. Τώρα μόλις τέλειωσα τον “Αμλετ”, και από τη μετάφραση του Ρώτα πέρασα στη μετάφραση του Χειμωνά, που βρήκα στα ράφια της γυναίκας μου. Και από εκεί φευγαλέες ματιές στο πρωτότυπο». Φροντίζουν δηλαδή, όπως ο κύριος Αλαβάνος, για την πνευματική τους καλλιέργεια όσο βρίσκονται καταναγκαστικά στο κοινοβούλιο. Θα πρότεινα στο εξής, σε κάθε συνέντευξή τους, οι βουλευτές μας να ερωτώνται και τι διαβάζουν στον ελεύθερο χρόνο τους, ήτοι κατά τη διάρκεια των βαρετών συνεδριάσεων της Βουλής. Έτσι και θα μάθουμε κι εμείς τα αναγνωστικά τους γούστα και θα ξέρουμε πώς ΔΕΝ λειτουργεί η δημοκρατία μας. Άραγε οι υπόλοιποι αρχηγοί τι να διαβάζουν; Ο κύριος Καραμανλής, ο κύριος Παπανδρέου, ο κύριος Καρατζαφέρης, η κυρία Παπαρήγα; Μπορείτε να μαντέψετε;
1 Μαρ 2009
Ξανθιώτικο καρναβάλι 2009
Σήμερα βρέθηκα, με τη φωτογραφική μου μηχανή, στο καρναβάλι της Ξάνθης. Η Ξάνθη, αν και μικρή σχετικά πόλη, κρατάει τα καρναβαλικά πρωτεία της Βόρειας Ελλάδας. Είναι, με άλλα λόγια, η Πάτρα των Βορειοελλαδιτών. Φέτος συνέδραμε και ο πολύ καλός, ανοιξιάτικος σχεδόν καιρός - συνήθως τέτοια εποχή έχει αρκετό κρύο, που όσο να 'ναι δε βοηθά και πολύ - ώστε το καρναβάλι να συγκεντρώσει πλήθος επισκεπτών στην πόλη και οι καρναβαλιστές να... τα δώσουν όλα. Και για του λόγου το αληθές, ιδού μερικά στιγμιότυπα όπως τα συνέλαβε ο φακός του καρναβαλικού ξεναγού σας Γεράσιμου:
Καρναβάλι χωρίς αρλεκίνους γίνεται; Δε γίνεται.
Οι Πίπες οι Φακιδομύτες ξεκινούν την παρέλασή τους.
Καρναβαλιστές που μόλις με είδαν έπεσαν... ξεροί.
Το θέμα του καρναβαλιού ήταν 'Τα Παραμύθια της Γιαγιάς μια φορά κι έναν καιρό', αλλά εδώ μου διαφεύγει το παραμύθι. Γλυκό... άρμα πάντως.
Στην Ξάνθη βρέθηκε και ο Παλαιοκώστας, κομπλέ με το ελικόπτερο της απόδρασης.
Ο βασιλιάς καρνάβαλος Γιωργάκης, αλλά με γαλάζια αμφίεση, μπαίνει μεγαλοπρεπής στην πόλη. Αυτός από ποιο παραμύθι το έσκασε άραγε;
Και τα στρουμφάκια μας. Άντε, και του χρόνου!
Καρναβάλι χωρίς αρλεκίνους γίνεται; Δε γίνεται.
Οι Πίπες οι Φακιδομύτες ξεκινούν την παρέλασή τους.
Καρναβαλιστές που μόλις με είδαν έπεσαν... ξεροί.
Το θέμα του καρναβαλιού ήταν 'Τα Παραμύθια της Γιαγιάς μια φορά κι έναν καιρό', αλλά εδώ μου διαφεύγει το παραμύθι. Γλυκό... άρμα πάντως.
Στην Ξάνθη βρέθηκε και ο Παλαιοκώστας, κομπλέ με το ελικόπτερο της απόδρασης.
Ο βασιλιάς καρνάβαλος Γιωργάκης, αλλά με γαλάζια αμφίεση, μπαίνει μεγαλοπρεπής στην πόλη. Αυτός από ποιο παραμύθι το έσκασε άραγε;
Και τα στρουμφάκια μας. Άντε, και του χρόνου!
Η κουρασμένη τέχνη
Claude Monet, Impression, soleil levant, 1872
Θυμήθηκα, με αφορμή την πολύ πρόσφατη Έκθεση 'Bodies' στην 'Τεχνόπολη' του Δήμου Αθηναίων, ένα περίφημο απόσπασμα του Καστοριάδη, στο οποίο υπενθύμιζε ότι δεν υπήρχε, στο Μιλάνο, στην εποχή του Da Vinci, ούτε μια γκαλερί. Ενώ σήμερα, στο Μανχάταν, υπάρχουν κυριολεκτικά χιλιάδες. Και αναρωτιόταν, τι πουλάνε όλες αυτές οι γκαλερί; Μπορούμε ακόμη να αναρωτηθούμε, τι πουλάνε όλοι οι γνωστοί ή άγνωστοί μας τεχνοχώροι, τα bazaars, οι κάθε λογής 'αίθουσες τέχνης' στις μέρες μας; Πουλάνε νομίζω μια τέχνη που, σε αντίθεση με τους μεγάλους στην ιστορία της παγκόσμιας τέχνης, για να φτάσει να εκτιμήσει και να την απολαύσει κανείς πρέπει να πάει να τη βρει 'υποψιασμένος', προετοιμασμένος, 'διαβασμένος', να ξέρει πολλά γύρω απ’ αυτή, να την έχει μελετήσει καλά. Αλλιώς δυσκολεύεται πολύ να συλλάβει το όποιο μεγαλείο της ή αδυνατεί κάποιες φορές ακόμη και να την κατανοήσει. Αλλά τέχνη δυσνόητη, κατ’ εμέ, δεν μπορεί να ονομαστεί τέχνη. Μπορούμε να την αποκαλέσουμε σπουδή, πειραματισμό, παιχνίδι, ιδιοτροπία. Όμως γεγονός παραμένει, ότι τέχνη που απαιτεί μελέτη και γνώσεις για την κατανόησή της αποτελεί, για μένα τουλάχιστο, μεγάλη αντίφαση, αξεπέραστη παραδοξότητα. Ιδίως μάλιστα αν θέλει να λέγεται και 'μεγάλη'. Γιατί όσο μεγαλύτερη η τέχνη, τόσο σε αρπάζει απ’ τα μάτια και απ’ όλες σου τις αισθήσεις και δε σ’ αφήνει, τόσο το δέος εμπρός της σε καθηλώνει και σε στοιχειώνει, ακόμα κι αν δεν την καταλαβαίνεις. Αιφνιδιαστικά, όχι κατόπιν προετοιμασίας. Αρπακτικά, όχι κατόπιν συνεννοήσεως. Ετσιθελικά, όχι παρακλητικά. Κουρσεύοντας, όχι ξενίζοντας. Επειδή λοιπόν όποτε συναντήθηκα με σύγχρονους καλλιτέχνες μέσω των δημιουργημάτων τους ένιωσα, τις περισσότερες φορές, ότι πήγα σ' ένα επαγγελματικό ραντεβού απροετοίμαστος αντί σ' ένα ερωτικό ραντεβουδάκι όπως νομίζω θα ’πρεπε, θυμήθηκα και τα λόγια του Σεφέρη, που αν και κουβαλάνε στις πλάτες τους δεκαετίες, όσο περνά ο καιρός γίνονται νομίζω και πιο επίκαιρα:
Δε θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά, να μου δοθεί
ετούτη η χάρη.
Γιατί και το τραγούδι το φορτώσαμε με τόσες μουσικές
που σιγά-σιγά βουλιάζει
και την τέχνη μας τη στολίσαμε τόσο πολύ που φαγώθηκε
από τα μαλάματα το πρόσωπό της
κι είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια γιατί η
ψυχή μας αύριο κάνει πανιά.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)